Σίγουρα η εικόνα ενός παιδιού να κρατά ένα κινητό και να περιηγείται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι κάτι που δεν είναι ξένο σε κανέναν μας. Στο σημερινό ψηφιακό κόσμο, τα παιδιά γίνονται όλο και περισσότερο χρήστες της οθόνης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Σύμφωνα με έρευνες του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου των ετών 2019 και 2020, το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών από 10 έως 17 ετών έχει προφίλ σε κοινωνικά δίκτυα και ξεκινά να τα χρησιμοποιεί από πολύ νεαρή ηλικία. Ειδικότερα το 83% των παιδιών ηλικίας 10 έως 17 ετών έχουν προφίλ σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, με το 70% να ξεκινά να χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πριν από την ηλικία των 13 ετών. Το 43% από αυτά τα παιδιά αναφέρει ότι παραμελεί τις δραστηριότητές του για χάρη του διαδικτύου, και αυτό το ποσοστό αυξάνεται στα παιδιά του Λυκείου, φτάνοντας το 58%.
Επιπλέον, σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες, το 71% των παιδιών παρακολουθεί βίντεο στο YouTube μέχρι 2 ώρες την ημέρα, ενώ το 24% παρακολουθεί βίντεο από 3 ώρες και πάνω καθημερινά. Σχετικά με τα κοινωνικά δίκτυα, το 63% των παιδιών ασχολείται μέχρι 2 ώρες την ημέρα, ενώ το 22% ασχολείται από 3 ώρες και πάνω καθημερινά.
Με βάση τον ν. 4624/2019 η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των ανηλίκων είναι νόμιμη από τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, εφόσον ο ανήλικος έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του και μπορεί να παρέχει τη συγκατάθεση του, ενώ για τις ηλικίες από 13 έως 15 ετών, μπορεί να δημιουργήσει λογαριασμό μόνο με την συγκατάθεση του γονέα/κηδεμόνα του, και κάτω από την ηλικία των 13 ετών απαγορεύεται να δημιουργήσει λογαριασμό.
Στην πραγματικότητα όμως, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, και με βάση μελέτες, πως τα παιδιά κάνουν χρήση αυτών των μέσων από πολύ νεαρή ηλικία και έχοντας δικούς τους λογαριασμούς και κανόνες.
Η κατάχρηση μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην ψυχική και σωματική υγεία των παιδιών, ειδικά αν ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε επιπτώσεις στη νοητική λειτουργία των παιδιών και να επιβραδύνει την ανάπτυξή τους σε θέματα γλωσσικών και συναισθηματικών ικανοτήτων. Όταν γίνεται υπερχρήση, τα παιδιά σταματούν να κοινωνικοποιούνται, απομονώνονται και δεν αναπτύσσουν κοινωνικές δεξιότητες, ενώ βλάπτεται η συναισθηματική τους νοημοσύνη, αναπτύσσουν αυξημένα επίπεδα στρες, και δημιουργούνται διαταραχές στον ύπνο.
Η επίβλεψη από τους γονείς είναι σημαντική, αλλά αναγκαίος είναι και ο σχεδιασμός από την Πολιτεία, ώστε ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας μας να συνυπολογίζει την προστασία των παιδιών και των νέων ανθρώπων.
Θα πρέπει να ζητηθούν από τις εταιρίες λογισμικού που λειτουργούν τις πλατφόρμες μέσων κοινωνικών δικτύων, σχετικές εκθέσεις, όπου να περιγράφεται με κατανοητό τρόπο, πως προβάλλεται το υλικό που προβάλλεται στους χρήστες τους (χαρακτηριστικά αλγορίθμου, ρυθμός, ειδοποιήσεις κτλ.), ώστε να αποκτήσουμε εικόνα του προβλήματος.
Επιπλέον, και στο επίπεδο τους εκπαιδευτικού συστήματος, θα πρέπει να προστεθεί αντίστοιχη ύλη στα σχολεία για την ασφαλή και ορθή χρήση του Διαδικτύου με έμφαση στην προσκόλληση στην οθόνη και την υπερβολική χρήση των μέσων κοινωνικών δικτύων, ώστε τα παιδιά να αναπτύξουν τα κατάλληλα εργαλεία διαχείρισης, καθώς και να συμπεριληφθούν με ενεργητικό τρόπο παιδοψυχολόγοι σε αυτή την προσπάθεια, ώστε να αντιληφθούμε τι αντίκτυπο στην ψυχική και συναισθηματική υγεία εξατομικευμένα κάθε παιδιού έχει η χρήση της οθόνης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Καθώς η χώρα μας στοχεύει να γίνει ψηφιακός «κόμβος» στο μέλλον, ο ψηφιακός μετασχηματισμός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την προστασία των παιδιών και των μελλοντικών γενεών από τον εθισμό στην οθόνη και την υπερχρήση των κοινωνικών δικτύων.
Είναι σημαντικό να υποστηρίζουμε την σύνδεση μέσα από το Διαδίκτυο, την καινοτομία και να προωθούμε τις βασικές ψηφιακές τεχνολογίες προστατεύοντας όμως ταυτόχρονα τους νέους και τις μελλοντικές γενεές.