Η πανδημία αποτελεί μια παγκόσμια κρίση και γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί ως κρίση.
Μια από τις βασικές αρχές διαχείρισης κρίσης είναι η προστασία της ακρίβειας και της ουσίας της πληροφορίας. Εδώ τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα, λόγω του τεράστιου όγκου της πληροφορίας και της ενασχόλησης με το θέμα κυριολεκτικά δισεκατομμυρίων ανθρώπων, ειδικά στην εποχή των δεκάδων διαφορετικών τρόπων επικοινωνίας και μετάδοσης της πληροφορίας, παραδοσιακών και νεότερων.
Ένας τρόπος να προστατευθεί η ακρίβεια και η ουσία της πληροφορίας «μέσα στην καταιγίδα» είναι η προσπάθεια τήρησης μιας άλλης βασικής αρχής διαχείρισης κρίσης. Αυτής που λέει ότι οι διάφοροι ρόλοι πρέπει να είναι διακριτοί και να μη συγχέονται, κάποιος που έχει ένα ρόλο να μην «μπαίνει» ή «μπαινοβγαίνει» σε άλλον.
Παραδείγματα τέτοιων ρόλων στην πανδημία είναι του πολιτικού, του δημοσιογράφου, του επαγγελματία υγείας, του εκπροσώπου της φαρμακευτικής βιομηχανίας, του δικαστή, του αστυνομικού, του εκπαιδευτικού, του εκπροσώπου της Θρησκείας, πιθανόν αυτοί είναι οι κυριότεροι.
Ο εκπρόσωπος του καθένα από τους ρόλους που αναφέρθηκαν παραπάνω έχει συνήθως διαφορετικές καταβολές, συγκρότηση και οπτική. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ίδια ακριβώς πληροφορία θα προσληφθεί, θα υποστεί επεξεργασία, θα βγει προς τα έξω και θα μεταδοθεί με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με το ποιος «ρόλος» μιλάει.
Αυτό που περιγράφεται παραπάνω είναι η πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας και δεν είναι κακό, αντίθετα είναι απαραίτητο ώστε ο καθένας μας τελικά να μπορεί να συνθέτει τη δική του άποψη για ό,τι συμβαίνει.
Το «κακό» ξεκινάει όταν ο εκπρόσωπος ενός ρόλου, είτε από άγνοια και απροσεξία είτε από σκοπιμότητα, αρχίσει να «μπαίνει» σε άλλο ρόλο και δεν «εκπληρώνει» πλέον το δικό του ρόλο. Εκεί πλέον συμβάλλει στη σύγχυση και δε βοηθάει στη διαχείριση της κρίσης.
Ο γιατρός δεν πρέπει να φθάσει να λειτουργεί ή να εμφανίζεται ότι λειτουργεί ως πολιτικός ή δημοσιογράφος και όχι ως γιατρός. Ο πολιτικός δεν μπορεί να μιλά ως γιατρός ή εκπρόσωπος της φαρμακευτικής βιομηχανίας και όχι ως πολιτικός κ.ο.κ.
Μια από τις βασικές αρχές της ιατρικής είναι ότι ο άρρωστος, ο ασθενής, αποτελεί το “κέντρο” της και όλες οι προσπάθειες αποσκοπούν “στο καλό του” (well being), στην καλύτερη δυνατή διαχείριση του αρρώστου.
Ο θάνατος όμως είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και της πραγματικότητας.
Ο γιατρός, λόγω της φύσης της δουλειάς του, έρχεται πολύ συχνά “αντιμέτωπος» με το θάνατο. Τα εισαγωγικά μπαίνουν διότι κάποιες φορές είναι έξω από κάθε λογική και προσδοκία και απόλυτα ανεπιθύμητος. Εκεί γίνεται κάθε δυνατή προσπάθεια να αποτραπεί. Κάποιες άλλες φορές διαπιστώνεται ότι είναι αναπόφευκτος. Τότε γίνεται κάθε δυνατή προσπάθεια να έρθει με τον άρρωστο ενημερωμένο αν το επιθυμεί, φροντισμένο, ανακουφισμένο από τον πόνο, κοντά στους δικούς του ανθρώπους, με μια λέξη: Αξιοπρεπή.
Με άλλη διατύπωση, ο ρόλος του γιατρού είναι να “νικά» το θάνατο με το να έχει τον έλεγχο της κατάστασης του αρρώστου ακόμη και σε βέβαιο επερχόμενο θάνατο. Αυτό ψάχνει ο άρρωστος από το γιατρό, αυτό τον ανακουφίζει. Είναι μέρος των υποχρεώσεων του γιατρού και αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτό απέναντι στον άρρωστο και τους συγγενείς του. Και εδώ ο κάθε άρρωστος είναι διαφορετικός και η αντιμετώπιση εξατομικευμένη.
Επομένως ο κάθε θάνατος, όπως και ο κάθε ασθενής, είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό και ξεχωριστό για την ιατρική επιστήμη και πρακτική. Ο κάθε θάνατος «μετράει».
Από την αρχή της πανδημίας, ανακοινώνονται από τα μέσα ενημέρωσης επιδημιολογικά δελτία, που περιλαμβάνουν και αριθμούς θανάτων. Τις τελευταίες εβδομάδες ανακοινώνονται δυστυχώς μεγάλοι αριθμοί καθημερινά.
Είναι αναμενόμενος ένας βαθμός μιθριδατισμού μέσα στη δυστοπία που ζούμε αλλά πρέπει να μπουν όρια. Δυστυχώς οι αριθμοί θανάτων αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και σε εκπομπές με λιγότερο «βαρύ” περιεχόμενο, με την αμηχανία από το απρόσφορο του πράγματος να χτυπάει ταβάνι και να εκπέμπεται με θόρυβο. Ειδικά μη επαγγελματίες υγείας ήδη έχουν πέσει στην παγίδα με σχόλια του τύπου «είμαστε καλύτερα σε θανάτους από άλλες χώρες» ή «πάμε καλύτερα επειδή οι θάνατοι σήμερα έπεσαν στους 85 από τους 90 και ελπίζουμε κάποτε να πέσουμε στους 10-20».
Εδώ όμως η ευθύνη βαραίνει κυρίως τους επαγγελματίες υγείας και ειδικά αυτούς που έχουν επιλέξει να έχουν δημόσιο λόγο και παρουσία σε μέσα ευρείας ενημέρωσης.
● Δεν είναι δυνατόν να γίνονται ερωτήσεις και σχόλια όπως τα παραπάνω παρουσία επαγγελματιών υγείας και να μην μπαίνουν τα πράγματα στη θέση τους.
● Δεν είναι δυνατόν να μην περνάει το μήνυμα από τους επαγγελματίες υγείας ότι ο στόχος είναι μηδέν θάνατοι που μπορούν να αποτραπούν και αξιοπρεπείς θάνατοι εάν δεν μπορούν να αποτραπούν.
● Δεν είναι δυνατόν να περνάει στο κοινό το μήνυμα ότι οι επαγγελματίες υγείας έχουν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης και απλώς συμμετέχουν, από ανήσυχοι έως έντρομοι, στο μέτρημα θανάτων και κρουσμάτων.
● Δεν είναι δυνατόν να περνάει στο μέσο άνθρωπο ότι ο γιατρός δεν θα του δώσει λύση στο πρόβλημά του, δεν θα τον ανακουφίσει, έστω και αν τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά απλά θα εκφράζει την ανησυχία και τον προβληματισμό του, περιμένοντας τη λύση από…πού άραγε;
● Δεν είναι δυνατόν να περνάει στο μέσο άνθρωπο που μπαίνει στο νοσοκομείο, με κορωναϊό ή κάτι άλλο, ότι οι γιατροί εκεί έχουν συμβιβαστεί με τη ιδέα ότι «θα έχουμε κάποιες απώλειες, κάποιους αριθμούς νεκρών».
● Δεν είναι δυνατόν να κυκλοφορεί μεταξύ των επαγγελματιών υγείας το μήνυμα ότι επειδή δεν υπάρχουν ακόμη σαφείς κατευθυντήριες οδηγίες για θεραπεία (μπορεί να μην υπάρξουν ποτέ), τα χέρια μας είναι δεμένα και μπορούμε να κάνουμε πολύ λίγα, αντίθετα με τη βασική ιατρική αρχή που λέει «δεν κάνω ούτε λίγα ούτε πολλά, κάνω αυτά που κρίνω ότι χρειάζεται ο συγκεκριμένος άρρωστος, σε συνεννόηση με τον άρρωστο και τους συγγενείς του».
● Δεν είναι δυνατόν να περνάει το μήνυμα στους νεότερους γιατρούς και επαγγελματίες υγείας ότι «θα ξεκινήσουμε με κάποια γκολ από τα αποδυτήρια». Ποια ομάδα κερδίζει οτιδήποτε με αυτή τη νοοτροπία; Σε ποιον θα άρεσε να αναπτύξουν οι νέοι γιατροί τη φιλοσοφία του μάταιου αγώνα και της ήσσονος προσπάθειας;
Δικαιούμαστε άραγε, ως επαγγελματίες υγείας, να συνεχίζουμε να «χάνουμε» από μια ίωση, έστω και νέα;
Δεν ξέραμε «τι κάνει» ο ιός την περασμένη άνοιξη. Τώρα ξέρουμε πολύ καλύτερα «τι κάνει» και δεν κάνει κάτι καινούριο. Μπορούμε να κάνουμε εμείς κάτι καλύτερο;
Σημείωση (αντί επιλόγου): Μέσα στον ίδιο το ρόλο, είναι επίσης εξαιρετικά επικίνδυνο όταν κάποιος εμφανίζεται ως εκπρόσωπος ατόμων ή ομάδων που δεν εκπροσωπεί είτε τύποις είτε στην πράξη είτε και στα δύο. Ειδικά σε μια μικρή χώρα όπως την Ελλάδα, όλοι του ίδιου ρόλου γνωρίζονται μεταξύ τους. Το να πατάει κανείς σε διπλανό χωράφι είναι εξαιρετικά δυσάρεστο για το γείτονα. Για παράδειγμα, θα τολμούσε άραγε ποτέ εκπρόσωπος ενός πολιτικού κόμματος να μιλήσει εξ ονόματος άλλου κόμματος;