Παραμονή Χριστουγέννων (στα Κάτω Πατήσια)

Παραμονή Χριστουγέννων (στα Κάτω Πατήσια)
szelmek via Getty Images

Απ’ ό,τι ξέρω τον Ζήσιμο σχεδόν κανείς δεν τον προσφωνούσε με τ’ όνομά του –αν αυτό, πράγματι, είναι τ’ όνομά του. Γενικότερα κανείς δεν τον προσφωνούσε αλλά οι περισσότεροι στις κουβέντες τους «κωλόγερο» τον ανέβαζαν, «σκατόγερο» τον κατέβαζαν. Έφταιγε κι ο ίδιος που δεν πολυμιλούσε κι όταν μίλαγε απλώς διαολόστελνε.

Στην πολυκατοικία τον βρήκα όταν ήρθα στην Αθήνα να σπουδάσω Ιατρική. Έμενε απέναντι από την πόρτα μου. Τέσσερα διαμερίσματα είμαστε στο ισόγειο. Το δικό μου, του Ζήσιμου, ένα που μένουν εκ περιτροπής Ρωσίδες «χορεύτριες» κι ένα που χρησιμεύει για γραφείο του αγίου Ανδρέα και, ενίοτε, για υπνωτήριο του παπα-Κώστα – νέος άνθρωπος κι έγινε ιερομόναχος, τι να πεις;

Ο Ζήσιμος στους ενοίκους των παραπάνω ορόφων δεν μιλούσε καθόλου. Μ’ εμάς ήταν πιο καταδεκτικός· έλεγε ένα «ρε, άντε μου στο διάολο τράγοι, πουτάνες και γιατροί»!

Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζαμε σχεδόν τίποτα για τον γείτονα. Λέγονταν διάφορα κι αντιφατικά. Το βέβαιο είναι ότι, παρά την ατημελησία του, κάποτε ήταν ωραίος άντρας. Τώρα είχε σκεβρώσει. Ζούσε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και μοναξιάς κι ό,τι του αφήνανε στην πόρτα του δεν το ακουμπούσε, όταν ήταν ξεμέθυστος. Όταν ήταν μεθυσμένος κλώτσαγε στον διάδρομο τις σακούλες κι έστελνε στον αγύριστο τον ελεήμονα που τις άφησε.

Φέτος δεν άνοιξε καθόλου στ’ ανύποπτα πιτσιρίκια που έφταναν στην πόρτα του για τα κάλαντα –ούτε για να τα τρομάξει ούτε για να τα στείλει στον αγύριστο. Μέσα ήταν –πού να πήγαινε; Και στο τέρμα Καζαντζίδης –αντίπραξη στη μικροφωνική της εκκλησίας.

Την ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος έκανε ρεβεγιόν ο Ζήσιμος ήταν μισόγυμνος κι εντελώς μεθυσμένος, πεσμένος στην είσοδο της πολυκατοικίας. Τον βρήκαν τα κορίτσια που έφευγαν για δουλειά και χτύπησαν την πόρτα μου. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν όμως η πρώτη που ήταν τόσο αδύναμος ο σφυγμός του.

Το σπίτι του βρώμαγε ούζο και ξερατά. Τον έβαλα στο δικό μου, τον τύλιξα με το πάπλωμα κι ειδοποίησα το ΕΚΑΒ. «Τα πετάνει το γέρο» διέγνωσαν τα κορίτσια. Ήρθε κι ο παπα-Κώστας γυρνώντας από τον εσπερινό και ρώτησε τον Ζήσιμο αν θέλει να μεταλάβει. Ο Ζήσιμος δεν απάντησε αλλά ο παπάς κατάλαβε άλλο, έφυγε κι επέστρεψε με το δισκοπότηρο. Τον μετάλαβε μετά φόβο Θεού και ούζου.

Ο Ζήσιμος, τελικώς, δεν ξέρασε. Μας κοίταξε ένα γύρω, μας έκλεισε το μάτι και με καθαρή φωνή μας ψιθύρισε «ανάστα ο Κύριος».

Όταν ήρθε το ΕΚΑΒ δεν είχε και πολλά να του προσφέρει.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Δημοφιλή