Κάθε κυβέρνηση καλείται, όχι κατά κυριολεξία, αλλά με την ευρύτερη έννοια του όρου, να πάρει κατά τη διάρκεια της θητείας της αντιδημοφιλείς αποφάσεις. Αυτές, κατά τον συνήθη τρόπο, λαμβάνουν τη μορφή νομοσχεδίων. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αμέσως μετά τη δεύτερη επανεκλογή της, ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά δυσμενών περιστατικών όπως τις εκτεταμένες καταστροφές που επήλθαν από τις πυρκαγιές το καλοκαίρι και τις πλημμύρες το φθινόπωρο, γεγονότα που προκάλεσαν τη γενική κατακραυγή και έβλαψαν την εικόνα της. Ταυτόχρονα, η έκβαση των εσωκομματικών εκλογών στην αξιωματική αντιπολίτευση, ήταν τέτοια που οδήγησε στη διάσπασή της και κατά συνέπεια στον κατακερματισμό της εξ αριστερών αντιπολίτευσης. Η εκ δεξιών αντιπολίτευση, ήταν ήδη κατακερματισμένη λόγω της ύπαρξης πολλών κομμάτων με ολιγομελή εκπροσώπηση στο κοινοβούλιο.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, κι αφού εν πολλοίς η δυσαρέσκεια του κόσμου εκφράστηκε και εν μέρει εκτονώθηκε, μέσω των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, παρουσιάστηκε ένα παράθυρο ευκαιρίας για την προώθηση και ψήφιση αντιδημοφιλών στην κοινή γνώμη ή εν πάση περιπτώσει σε ισχυρές, οργανωμένες ομάδες επαγγελματικών ή κοινωνικών συμφερόντων, ρυθμίσεων. Αυτό λοιπόν το παράθυρο φαίνεται ότι το εντόπισε η κυβέρνηση και αποφάσισε να το εκμεταλλευτεί.
Κάπως έτσι προέκυψε η ψήφιση του νόμου περί του τεκμαρτού της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, ενώ προωθείται επίσης η ψήφιση του νόμου περί ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων που αν και δεν έχει κατ’ ανάγκη απέναντί της την κοινή γνώμη, έχει αποτελέσει αντικείμενο ισχυρής ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης. Ακολούθως, προωθείται η ψήφιση του νόμου περί γάμου και ενδεχομένως τεκνοθεσίας ομόφυλων ζευγαριών, που έχει προκαλέσει αντιδράσεις σε όλο το φάσμα της κοινωνίας, από την εκκλησία και τον απλό κόσμο, μέχρι και το εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος.
Επίσης, έχει ήδη ξεκινήσει ο δημόσιος διάλογος για την καταπολέμηση του φαινομένου των αυθαιρέτων, ενός διαχρονικού προβλήματος δεκαετιών με τεράστιες κοινωνικές προεκτάσεις τέτοιες, που το καθιστούν πρόβλημα ικανό ναι επιφέρει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση μεγάλο πολιτικό κόστος. Ο μεγάλος χρονικός ορίζοντας που απομένει για την ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας, ενδεχομένως να δίνει και τη δυνατότητα για την επίλυση ίσως του σημαντικότερου και διαχρονικότερο προβλήματος που απασχολεί τη χώρα μας, την επίλυση των διμερών μας διαφορών με την Τουρκία.
Οι πιο πολλές κυβερνήσεις στη χώρα μας γνωρίζουν πολύ καλά τα προβλήματα όμως, είτε επειδή διαθέτουν ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή, είτε επειδή έχουν απέναντί τους ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση, δεν τολμούν να κάνουν τις αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις που κρίνουν ότι είναι απαραίτητες, λόγω του πολιτικού κόστους. Η πολιτική συγκυρία τη δεδομένη χρονική στιγμή δίνει μεγάλα περιθώρια ώστε η χώρα να προχωρήσει μπροστά, αρκεί οι παρεμβάσεις να γίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση.