Δεν υπάρχει πιο προβλέψιμη συμπεριφορά, από αυτήν την αυθόρμητη αντίδραση των νεολαίων στην παρέλαση θα ’λεγε ένας εντόπιος, νωπός και πρόβιος Γκυ Ντεμπόρ σχολιάζοντας τα τελευταία ήθη τούτης της μεταελληνικής κοινωνίας του θεάματος.
Αυτή η κριτική στις πρακτικές της εκάστοτε οργανωμένης κοινωνίας (π.χ. παρελάσεις) από την σκοπιά του ατομικού αντικομφορμισμού, δεν είναι μόνο εντελώς μπαγιάτικη, αλλά απηχεί στον πυρήνα του σύγχρονου «πνεύματος του καπιταλισμού».
Η αποθέωση της δυσπροσαρμογής, της ετεροδοξίας, του παρεκκλίνοντος (που και εξυμνείται και στον Τζόκερ) ενάντια σε κάθε τελετουργία που δομεί κοινότητα συναισθήματος και εμπειρία (κοινότητα=φασισμός για την σύγχρονη εγωκρατία της κατανάλωσης) είναι εντελώς συστημική μέσα στον αντισυστημισμό της.
Γιατί το σύγχρονο εργοστάσιο δεν είναι εκείνο της φάμπρικας, αλλά τον ανθρώπινων αναγκών, όπου κάθε ον προσεγγίζεται στην μοναδικότητά του όχι για να σωθεί ως ελεύθερο πρόσωπο αλλά για να αντιμετωπιστεί ως ”επιθυμητική μηχανή” [και άρα ως παραγωγός μιας διαρκούς καταναλωτικής δραστηριότητας για το ίδιο το σύστημα].
Όσο πιο «αυθόρμητος» είναι αυτός ο αντισυστημισμός, άλλο τόσο πιο συστημικός είναι, γιατί από το γεγονός της αυθορμησίας του τεκμηριώνεται το πόσο βαθιά μέσα στο ασυνείδητό μας, έχουν εγγραφεί αυτές οι νέες κανονιστικές επιταγές (τα νέα «πρέπει» που δεν είναι πειθαναγκαστικού, αλλά ψευδοχειραφετησιακού τύπου) στο πλαίσιο του εικονικού πολιτισμού των ημερών μας.
Υ.Γ. 1 Η μετατόπιση του ψευδοχειραφετησιασμού στον πυρήνα της λογικής του συστήματος, μεταβάλει εντελώς και τις λειτουργίες νεολαΐστικών αμφισβητισιακών κινημάτων άλλοτε αντιεξουσιαστικού τύπου που ακριβώς γι′ αυτά τους τα χαρακτηριστικά είναι σήμερα ”κανονικοί θεσμοί” του νέου συστήματος, «χρυσές νεολαίες» της καταναλωτικής εγωκρατίας, που διδάσκουν την ριζοσπαστική αποδόμηση των πάντων κοινωνικοποιώντας τους γιάπισσες/γιάπηδες του μέλλοντος στη νέα ψευδοελευθεριακή τους θρησκεία.