Τιτιβίσματα πουλιών που γιορτάζουν την αναγέννηση της φύσης.
Το αναπάντεχο ξέσπασμα της καταιγίδας.
Η καλοκαιρινή ραστώνη που διακόπτεται από το χαλάζι.
Βήματα κυνηγών πίσω από το θήραμά τους και φωνές αγροτών που απολαμβάνουν τον πλούσιο τρύγο του φθινοπώρου.
Η φωτιά που λιώνει τον πάγο ζεσταίνοντας τον χειμώνα.
Εικόνες ζωής που γίνονται ήχοι και ήχοι που γίνονται εικόνες ζωής.
Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών γιορτάζει το αισιόδοξο μήνυμα της Ανάστασης, της ύπαρξης που τελικά πάντα νικά, παρουσιάζοντας τις «Τέσσερις Εποχές» του Αντόνιο Βιβάλντι.
Μία από τις πιο δημοφιλείς δημιουργίες της λόγιας ευρωπαϊκής μουσικής, που συγκινεί με τη δύναμη και τη ζωντάνια του κειμένου.
Ένα έργο πρωτοποριακό για την εποχή του ύστερου μπαρόκ, στο οποίο πρωταγωνιστούν το βιολί και τα έγχορδα.
Σολίστ οι κορυφαίοι βιολονίστες Γιώργος Μάνδυλας και Νίκος Μάνδυλας. Στο πόντιουμ ο Παντελής Κογιάμης.
Όπως σημειώνει ο Γιώργος Μάνδυλας «οι Τέσσερις Εποχές του Βιβάλντι είναι ένα έργο δεξιοτεχνικά απαιτητικό. Επιπλέον πρόκληση αποτελεί το ότι δεν είναι πάντα εύκολη η περιγραφή μιας εικόνας ή στοιχείου της φύσης με ένα μουσικό όργανο, ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση, όπου η έμπνευση του Βιβάλντι είναι ομολογουμένως πολύ ευφυής».
Ο Αντόνιο Βιβάλντι συνέδεσε αναπόσπαστα το όνομά του με τη φόρμα του κοντσέρτου, την οποία ανανέωσε, εμβάθυνε και εξέλιξε καταλυτικά.
Συνέθεσε πάνω από 500 κοντσέρτα για διάφορα όργανα, εκ των οποίων 230 μόνο για βιολί, θέτοντας υψηλές για τα δεδομένα της εποχής δεξιοτεχνικές απαιτήσεις στα σολιστικά μέρη και χρησιμοποιώντας ενίοτε ενδιαφέροντα και πρωτόγνωρα ηχητικά εφέ.
Οι Τέσσερις Εποχές είναι ουσιαστικά ισάριθμα κοντσέρτα για βιολί, ορχήστρα εγχόρδων και κοντίνουο και αποτελούν μακράν το δημοφιλέστερο έργο του συνθέτη διαχρονικά και ένα από τα πιο αγαπημένα μουσικά έργα όχι μόνο της εποχής του μπαρόκ αλλά και της λόγιας ευρωπαϊκής μουσικής στο σύνολό της.
Το έργο ουσιαστικά ανακαλύφθηκε εκ νέου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια άγγιξε σπάνια επίπεδα απήχησης διεισδύοντας στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο, τη διαφήμιση, ακόμα και στα αεροπλάνα ή τους ανελκυστήρες.
Στο πρώτο μέρος της Άνοιξης το σόλο βιολί μιμείται τους ήχους των πουλιών αλλά και το μουρμουρητό των ρυακιών ή το απαλό αεράκι.
Μία ξαφνική καταιγίδα ξεσπά με αστραπές και βροντές αλλά σύντομα τα πουλιά τραγουδούν το τέλος της. Στο αργό μέρος ένας βοσκός κοιμάται ανέμελα, ενώ ο σκύλος του (το γάβγισμα του οποίου μιμούνται οι βιόλες) βρίσκεται διαρκώς στο πλευρό του.
Το φινάλε είναι ένας αριστοκρατικός χορός, χωρίς εξάρσεις ή απρόοπτα, που υποτίθεται ότι χορεύουν οι ποιμένες και οι νύμφες.