Παγκόσμια Ημέρα Εκπαιδευτικών: Η μάθηση ανθίζει εκτός τάξης

Ας σκεφτούμε μόνο πόση μάθηση θα μπορούσε να ανθίσει σε άλλους χώρους, στις κοινότητες στις οποίες ζούμε...
Halfpoint Images via Getty Images

Η Jessica Daniels μεταφέρει την εμπειρία της από τη σύγχρονη Αμερική και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η μάθηση δεν θα πρέπει να αυτοπεριορίζεται μέσα σε μία αίθουσα διδασκαλίας.

Από παιδί ήξερα ότι ήθελα να γίνω δασκάλα, λόγω της μητέρας μου, και πλέον συνειδητοποιώ πώς αυτή η παιδική μου εικόνα για το τί σημαίνει να ’ναι κανείς δάσκαλος έχει μεταμορφωθεί, μέσα στα δώδεκα χρόνια που δουλεύω ως εκπαιδευτικός, στην εικόνα που έχω τώρα.

Από νεαρή ηλικία χαιρόμουν να δουλεύω με παιδιά, να εκπλήσσομαι με το πόσα πράγματα γνωρίζουν και να μοιράζομαι μαζί τους τις στιγμές των καθημερινών τους ανακαλύψεων, των «Αχά!», της επιφοίτησης μιας καινούριας πληροφορίας – κάτι τόσο απολαυστικό!

Το σύστημα του δημόσιου σχολείου στην Αμερική ήταν δομημένο κατά τρόπο που με βοήθησε να αποκτήσω και να συγκρατήσω γνώσεις, και μου επέτρεψε να αναπτύξω τις δεξιότητες που θα μου ήταν απαραίτητες ώστε να είμαι επιτυχημένη· ώστε, δηλαδή, να μπορώ να είμαι αποδοτική μέσα στο περιβάλλον της τάξης και φυσικά να έχω, αργότερα, καλύτερες ευκαιρίες να βρω δουλειά.

Καθώς το σύστημα αυτό επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά σε ό,τι συμβαίνει μέσα στους τοίχους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, παραμέλησα να αφιερώσω την προσοχή μου στις πολύ σημαντικές μαθησιακές ευκαιρίες που μου προσέφερε ο χρόνος που περνούσα και όσα έκανα εκτός του σχολείου, και κυρίως, σε όσα είχα να μάθω πλάι στους παππούδες μου.

Όταν ξεκίνησα να εργάζομαι ως δασκάλα σε δημόσιο σχολείο, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την εκπαίδευση 20-25 παιδιών ηλικίας πέντε ετών, έπεσα στα βαθιά σε ό,τι αφορά τις δυσκολίες και την πολυπλοκότητα της διδασκαλίας, αντιλαμβανόμενη πως οι μαθητές των οποίων ήμουν η δασκάλα από τις 8:30 ώς τις 14:10, ήταν τα παιδιά, τα αδέλφια, οι συμπαίκτες και οι φίλοι κάποιων άλλων ανθρώπων.

Για αρκετά χρόνια ακολούθησα κι εγώ το καλούπι του δημόσιου σχολείου, δίνοντας έμφαση στη διδασκαλία της ανάγνωσης και της αριθμητικής, των θεωρητικών και των θετικών επιστημών, όμως ποτέ δεν έχτισα σχέσεις με τους κηδεμόνες των παιδιών, αναλαμβάνοντας μια τάξη, ούτε εξερεύνησα τρόπους για μια πιο ολιστική υποστήριξη των μαθητών, καθώς στα πλαίσια του συστήματος στο οποίο εργαζόμουν, αντιλαμβανόμουν πως μου επιτρέπεται η πρόσβαση μόνο σε ένα περιορισμένο πεδίο της δυναμικής ταυτότητας των μαθητών.

Για κάποιους μαθητές όμως, το ίδιο αυτό σύστημα που μου παρείχε την εκπαίδευση που έλαβα και μου άνοιξε τις πύλες του πανεπιστημίου, δεν δημιουργούσε τις συνθήκες που θα τους παρακινούσαν, θα τους προσκαλούσαν και θα τους στήριζαν να ακολουθήσουν τον ίδιο τύπο εκπαίδευσης.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά που δεν τους ταιριάζει το συμβατικό σύστημα του δημοσίου σχολείου δεν μαθαίνουν σε άλλους χώρους ή ότι δεν διαπρέπουν σε άλλους τομείς που δεν μπορούν να αποτιμηθούν στο σχολικό περιβάλλον· σημαίνει όμως ότι στο πλαίσιο των σχολικών διδακτικών ωρών, οπότε και ο στόχος είναι η μάθηση, κάποια παιδιά νιώθουν παραμελημένα, μένουν πίσω και κατά συνέπεια αισθάνονται θυμωμένα, απογοητευμένα και αποτυχημένα.

Υπήρξα δασκάλα μαθητών που αυτή ήταν η αλήθεια τους, και με λυπούσε πραγματικά το γεγονός ότι, με όση δημιουργικότητα κι αν προσπαθούσα να εμποτίσω το μάθημα, ως δασκάλα δημοσίου σχολείου αισθανόμουν να με περιορίζει το εκπαιδευτικό σύστημα.

Ήταν αυτές οι εμπειρίες που αποκόμισα ως δασκάλα στην Καλιφόρνια που με ενέπνευσαν να επιστρέψω στα ...θρανία, στη Νέα Υόρκη, και να μελετήσω τις Κοινοτικές και Οικογενειακές Εκπαιδευτικές Δομές, που επικεντρώνονται στο πώς αναπτύσει κανείς μαθησιακές δεξιότητες μέσα από συζητήσεις με μέλη της οικογένειας, πώς μαθαίνει κανείς να σκέφτεται και να επιλύει προβλήματα μέσα από την καθημερινή συναναστροφή και αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, αλλά και μέσα από εξωσχολικές δραστηριότητες όπως επισκέψεις σε μουσεία και άλλους, άτυπους εκπαιδευτικούς χώρους, οι οποίοι είναι κρίσιμης σημασίας για την ανάπτυξη και τη μάθηση – όχι μόνο για τα παιδιά, καθώς όλες αυτές οι εναλλακτικές μορφές μάθησης αποτελούν μια μαθησιακή γέφυρα μεταξύ γενεών.

Την περίοδο που εργαζόμουν στη Νέα Υόρκη, είχα την τύχη να δω από κοντά πώς είναι δομημένοι αυτοί οι χώροι μάθησης και τί μπορούν να προσφέρουν: μια ευκαιρία στους συμμετέχοντες να δρουν ενεργά, διαμορφώνοντας και οι ίδιοι τον χώρο, δίνοντάς του ζωή.

Είχα την ευκαιρία να δημιουργήσω εργαστήρια γραφής και ανάγνωσης για παιδιά και τους κηδεμόνες τους, αναγνωρίζοντας το γεγονός πως δεν αρκεί να δίνει κανείς γνώσεις και εργαλεία στα παιδιά, αλλά πρέπει επίσης να παρέχει στήριξη στους κηδεμόνες, χτίζοντάς μαζί τους στραγητικές που θα τους είναι χρήσιμες όταν διαβάζουν οι ίδιοι τα παιδιά τους στο σπίτι.

Δεν είναι δεδομένο πως όλοι οι ενήλικες βίωσαν, ως παιδιά, μια θετική εμπειρία στο σχολείο· επομένως, το να βοηθούν τα δικά τους παιδιά μπορεί να τους είναι επώδυνο. Είναι τόσο σημαντικό να δημιουργηθούν χώροι στος οποίους τα παιδιά και οι ενήλικες θα αισθάνονται άνετα να δουλέψουν μαζί πάνω σε κάτι δύσκολο.

Είχα την ευκαιρία να μιλήσω στους κηδεμόνες των παιδιών και να τους ρωτήσω πώς ένιωθαν για την εκπαίδευση γενικά και τί θα ήθελαν να μάθουν οι ίδιοι· κατ’ αυτόν τον τρόπο, δημιούργησα έναν χώρο που αντικατόπτριζε τις ανάγκες τους.

Για παράδειγμα, σε μια σειρά εργαστηρίων χρησιμοποιήσαμε διαφορετικά βιβλία που όλα είχαν σχέση με την κηπουρική, τη φύτευση και τη φροντίδα των φυτών και γενικά την προέλευση του φαγητού που τρώμε, για να δουλέψουμε δεξιότητες όπως η προφορά των λέξεων, η σύνδεση του κειμένου με χαρακτήρες, η σύγκριση και αντιπαραβολή διαφορετικών κειμένων, και η εκ νέου αφήγηση μιας ιστορίας. Στο τέλος των εργαστηρίων, επισκεφτήκαμε τον Βοτανικό Κήπο της Νέας Υόρκης και δοκιμάσαμε φρούτα και λαχανικά που παράγονται εκεί, ενώ είδαμε κι έναν κάδο κομποστοποίησης (κάτι για το οποίο είχαμε διαβάσει)· τα παιδιά και οι κηδεμόνες τους είχαν την ευκαιρία να πάρουν μαζί τους σπόρους και νεαρά φυτά για το σπίτι.

Ως εκπαιδευτικός, βλέπω το πώς η τάξη δεν είναι παρά ένας μόνο χώρος για μάθηση. Αν αυτοπεριοριστούμε στη σκέψη πως η μάθηση ξεκινά από εκεί και σταματά εκεί, σ’ έναν προκαθορισμένο χώρο, σίγουρα θα έχουμε ένα απαγορευτικό αποτέλεσμα στη μέτρηση της επιτυχίας αφού αυτή θα γίνεται σ’ ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο, αποκλείοντας πολλά δυνατά μυαλά.

Ας σκεφτούμε μόνο πόση μάθηση θα μπορούσε να ανθίσει σε άλλους χώρους, πλάι σε εκπαιδευτικούς, στους κόλπους των οικογενειών και των κοινοτήτων στις οποίες ζούμε, οι οποίοι διαθέτουν έναν αλλιώτικο εξοπλισμό εργαλείων για να εμπνεύσουν τη μάθηση – εργαλεία που είναι κρίσιμα για την ανάπτυξη, από γενιά σε γενιά, σκεπτόμενων ανθρώπων με δια βίου όρεξη για μάθηση.

***

*Η Jessica Daniels ζει στην Ελλάδα από το 2019 και διδάσκει Αγγλικά στο Siountri School – World of Languages

Δημοφιλή