
Πειθαρχικός έλεγχος διεξάγεται για τους δικαστικούς λειτουργούς -την ανακρίτρια και την αντεισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου- μετά την ανεξήγητη απόφασή τους να αφήσουν ελεύθερους, μετά τις απολογίες τους, τους κατηγορούμενους για το κύκλωμα Πολεοδομίας Ρόδου.
Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το dikastiko.gr, το μεσημέρι της Πέμπτης (28/3) μετέβη στο νησί ο επιθεωρητής 6ης Δικαστικής Περιφέρειας, αρεοπαγίτης Αθανάσιος Θεοφάνης, μετά την παρέμβαση της Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ιωάννας Κλάπα.
Η Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου με εντολή προς την πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των δικαστικών λειτουργών Ασημίνα Υφαντή, ζήτησε τον πειθαρχικό έλεγχο των λειτουργών της υπόθεσης σχετικά με την ποινική μεταχείριση που επεφύλαξαν στους εμπλεκόμενους στο κύκλωμα της Πολεοδομίας.
Θύελλα αντιδράσεων
Η απόφαση Κλάπα προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων τόσο από δικαστές και εισαγγελείς όσο και από δικηγόρους, με τους τελευταίους να ζητούν από τον υπουργό Δικαιοσύνης τη διερεύνηση της πειθαρχικής ευθύνης της Προέδρου του Αρείου Πάγου για τις παρεμβάσεις της, μέσω εγκυκλίων, οδηγιών και κίνησης πειθαρχικών διώξεων σε βάρος δικαστικών λειτουργών.
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, επικαλούμενη το Σύνταγμα, την Παγκόσμια Χάρτα του Δικαστή και τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, σημειώνει ότι «δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για το δικαστικό λειτουργό η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του».
Αντίστοιχα, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, υπογραμμίζει ότι «η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της».
Στο ίδιο ύφος κινείται και η ανακοίνωση της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, η οποία εκφράζει την έντονη ανησυχία της για «το κλίμα εκφοβισμού που καλλιεργείται σε βάρος των δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση του δικαιοδοτικού τους έργου».
Παράλληλα, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου «αισθάνεται υποχρεωμένη να διακηρύξει τη θέση της ότι, υπό το υφιστάμενο πλέγμα εγγυήσεων της δικαστικής ανεξαρτησίας, κοινό και υπερνομοθετικό, εθνικό και διεθνές, δεν νοείται ο δικαστικός λειτουργός να υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο για την, έστω εσφαλμένη, κρίση που εξέφερε κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών του καθηκόντων».
«Πυρά» και από το ΣτΕ
Έπειτα από τα πρόσφατα δημοσιεύματα περί διεξαγωγής πειθαρχικής προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας υπενθυμίζει τα εξής:
«Αποτελεί στοιχειώδη αρχή της έννομης τάξης της χώρας μας, αλλά και του νομικού πολιτισμού εν γένει, ότι ο δικαστικός λειτουργός κατά την εκφορά της δικαστικής του κρίσης, δεν υπόκειται κατ’ αρχήν σε πειθαρχικό έλεγχο. Η αρχή αυτή απορρέει ευθέως από το Σύνταγμα και κατοχυρώνεται ρητά στον νόμο, ως σύμφυτη με τη δικαστική ανεξαρτησία και, συνακόλουθα, ως βασική εγγύηση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και δε γνωρίζει εξαιρέσεις άλλες από τις περιπτώσεις όπου η (δήθεν) δικαιοδοτική κρίση ορισμένου δικαστή αποκαλύπτεται, είτε ότι ήταν δόλια είτε ότι είναι προϊόν τέτοιας ακραίας αμέλειας, ώστε να συνιστά κατ’ ουσίαν αδιαφορία για την εκδίκαση της υπόθεσης, δηλαδή αρνησιδικία.
Κατά τα λοιπά, η δικαστική κρίση, ακόμα κι αν περιέχει νομικά ή πραγματικά σφάλματα, υπόκειται μόνον στα οικεία ένδικα μέσα και δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να επισύρει πειθαρχική δίωξη του δικαστή που την εξέφερε. Σχετικοποίηση της αρχής αυτής, η οποία, με την εξαίρεση ανώμαλων πολιτειακών καταστάσεων, παγίως μέχρι σήμερα εφαρμόζεται, με το εν λόγω περιεχόμενο, από τα αρμόδια, εσωτερικά και διεθνή όργανα, θα έθετε σε σοβαρή διακινδύνευση την ύπαρξη του κράτους δικαίου και τη σταθερότητα της Δημοκρατίας.
Κατόπιν αυτών, παρακολουθούμε με ανησυχία φαινόμενα όπως η κίνηση της ανωτέρω πειθαρχικής διαδικασίας κατά δικαστικών λειτουργών για τη δικαιοδοτική τους κρίση, καθώς μάλιστα δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας. Εξάλλου και το ίδιο το γεγονός της δημοσιοποίησης της εν λόγω διαδικασίας και ο τρόπος που έγινε, προκαλεί πρόσθετο σοβαρό προβληματισμό για τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει στην καλλιέργεια κλίματος πρόσφορου για το δικαστικό φρόνημα και για το κύρος της Δικαιοσύνης».
Αποτελεί στοιχειώδη αρχή της έννομης τάξης της χώρας μας, αλλά και του νομικού πολιτισμού εν γένει, ότι ο δικαστικός λειτουργός κατά την εκφορά της δικαστικής του κρίσης, δεν υπόκειται κατ’ αρχήν σε πειθαρχικό έλεγχο. Η αρχή αυτή απορρέει ευθέως από το Σύνταγμα και κατοχυρώνεται ρητά στον νόμο, ως σύμφυτη με τη δικαστική ανεξαρτησία και, συνακόλουθα, ως βασική εγγύηση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και δε γνωρίζει εξαιρέσεις άλλες από τις περιπτώσεις όπου η (δήθεν) δικαιοδοτική κρίση ορισμένου δικαστή αποκαλύπτεται, είτε ότι ήταν δόλια είτε ότι είναι προϊόν τέτοιας ακραίας αμέλειας, ώστε να συνιστά κατ’ ουσίαν αδιαφορία για την εκδίκαση της υπόθεσης, δηλαδή αρνησιδικία».
Πηγή: Dikastiko