Πυκνώνουν τα σύννεφα για την Ελλάδα

Η Τουρκία σπεύδει να εκμεταλλευτεί την κρίση που προέκυψε στην ΕΕ και κάπως έτσι ελληνική πλευρά αίφνης ανακαλύπτει την περικύκλωσή της από την Τουρκία.
7 Μαρτίου 2025 Μία ημέρα μετά τη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, τον επανεξοπλισμό της και την υποστήριξη της Ουκρανίας, η ηγεσία της ΕΕ ενημέρωσε σήμερα την Τουρκία για τα αποτελέσματα των συζητήσεων, αποδεικνύοντας ότι επιφυλάσσει σημαντικό ρόλο στη στρατηγική της για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Συγκεκριμένα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινε, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας Κάγια Κάλας παρευρίσκονται στην τηλεδιάσκεψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που περιλάμβανε ηγέτες όπως ο Βρετανός Πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, ο Νορβηγός Πρωθυπουργός Γιούνας Γκαρ Στόρε, ο Πρωθυπουργός της Ισλανδίας και ο Καναδός Πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό.
7 Μαρτίου 2025 Μία ημέρα μετά τη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, τον επανεξοπλισμό της και την υποστήριξη της Ουκρανίας, η ηγεσία της ΕΕ ενημέρωσε σήμερα την Τουρκία για τα αποτελέσματα των συζητήσεων, αποδεικνύοντας ότι επιφυλάσσει σημαντικό ρόλο στη στρατηγική της για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Συγκεκριμένα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινε, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας Κάγια Κάλας παρευρίσκονται στην τηλεδιάσκεψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που περιλάμβανε ηγέτες όπως ο Βρετανός Πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, ο Νορβηγός Πρωθυπουργός Γιούνας Γκαρ Στόρε, ο Πρωθυπουργός της Ισλανδίας και ο Καναδός Πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό.
Anadolu via Getty Images/European Council

Τις τελευταίες ημέρες, υφίσταται ένας καταιγισμός εξελίξεων που δείχνουν ότι πυκνώνουν τα σύννεφα για την Ελλάδα.

Η Τουρκία σπεύδει να εκμεταλλευτεί την κρίση που προέκυψε στην ΕΕ έπειτα από την στροφή της πολιτικής Τραμπ –εναντίον της Ένωσης και υπέρ μιας συνεννόησης με την Ρωσία– και αυτοπροτείνεται ως «στρατηγικός παράγοντας της ευρωπαϊκής ασφάλειας». Αυτό που έχει να προσφέρει είναι διαθεσιμότητα στρατευμάτων και την πολεμική της βιομηχανία. Ας μην ξεχνάμε ότι δυνάμεις της επιχειρούν ή σταθμετούν φανερά και καλυμμένα (μέσω της SADAT, της τουρκικής «Βάγκνερ») εκτός από την Συρία, το Ιράκ, την Λιβύη, και σε χώρες όπως η Σομαλία, ο Νίγηρας, η Μπουρκίνα Φάσο. Όσο για την πολεμική της βιομηχανία, εντύπωση κάνει η ιδιαίτερη διείσδυσή της στην ευρωπαϊκή αγορά τα τελευταία χρόνια με αρκετούς πελάτες (Πολωνία, Εσθονία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Κροατία) και μικρότερα ή μεγαλύτερα συμβόλαια συνολικού ύψους 7,21 δισ.€ για το 2024.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία εκμεταλλεύται μια ευρωπαϊκή κρίση για να παρέμβει ως ρυθμιστής. Το έκανε και το 2015 για το μεταναστευτικόκαι αρκετά γρήγορα τότε η καλή διάθεση και το πνεύμα της συνεργασίας έδωσε την θέση του στους εκβιασμούς. Οι Ευρωπαίοι όμως δεν βάζουν μυαλό. Σήμερα, με το να επιδιώκει την ανάδειξή της σε ρυθμιστή της ευρωπαϊκής ασφάλειας το καθεστώς Ερντογάν προσβλέπει –πέρα από τα προφανή οφέλη της κανονικοποίησης των σχέσεων του με την ΕΕ, και των ωφελειών της ειδικής αυτής σχέσης που θα προκύψουν για την πολεμική βιομηχανία της Τουρκίας από τα κεφάλαια του RearmEurope που μπορεί να φτάσουν και τα 800 δισ.€– είναι η μεσο- και μακροπρόθεσμη εξάρτηση της Ευρώπης από την Τουρκία.

Αυτό που λέει ο Ερντογάν με τα δικά του λόγια στους Ευρωπαίους είναι πως «δεν μπορείτε χωρίς εμάς». Και αξίζει εδώ να ανακαλέσει κανείς και την ιστορική διάσταση, καθώς η εξασφάλιση επιρροής στις ξένες δυνάμεις με το να προσφέρεται σε ρόλο πρόθυμου μισθοφόρου ή προστάτη, ήταν ένα από τα κατ’ εξοχήν εργαλεία της Οθωμανικής επέκτασης. Αν αυτό σήμερα προσφέρει κάποιες πρόσκαιρες ανάσες μπροστά στην δύσκολη κατάσταση που έχει περιέλθει η ΕΕ, απέναντι σε μια Ρωσία που επιδιώκει την διχοτόμησή της σε σφαίρες επιρροής και την Αμερική του Τραμπ που διάκειται αρνητικά στην Ένωση, αύριο η πρόσδεση στον «ιδιοτελή πρόθυμο» θα κοστίσει στην Ευρώπη την αυτοδυναμία της.

Κάπως έτσι ελληνική πλευρά αίφνης ανακαλύπτει την περικύκλωσή της από την Τουρκία. Εν τέλει η πολιτική της «Συμφωνίας των Αθηνών», για την οποία μέχρι πολύ πρόσφατα επαίρονταν ο Γιώργος Γεραπετρίτης –ανακαλούμε μια πρόσφατη συνέντευξή του στην Καθημερινή, πριν από μερικές Κυριακές– αλλά και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, φαίνεται πως οδήγησε σε αποτελέσματα αντίθετα του αναμενόμενου. Στο πλαίσιό της υποτίθεται ότι οι ευρωτουρκικές σχέσεις, ακόμα και αυτές οι τουρκο-ατλαντικές σχέσεις «θα περνούσαν μέσα από την καλή μαρτυρία της Ελλάδας» (sic!), κι αυτό θα λειτουργούσε κατευναστικά για τον τουρκικό επεκτατισμό. Σήμερα η Ελλάδα έρχεται να διαπιστώσει το αντίστροφο: η Τουρκία μοιάζει να έχει κερδίσει την πρωτοβουλία, ακόμα και μέσα στην ΕΕ, ενώ η Ελλάδα εμφανίζεται να τρέχει πίσω από τα γεγονότα.

Ως προς αυτό, οι εξελίξεις σε σχέση με την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος και Κύπρου είναι πολύ χαρακτηριστικές. Τα δημοσιεύματα στον τύπο θέλουν το έργο να παγώνει καθώς ο ΑΔΜΗΕ προχωράει σε προσωρινή παύση πληρωμών, εξαιτίας της «γεωπολιτικής αβεβαιότητας» –δηλαδή των εκβιασμών της Τουρκίας η οποία στέλνει τα πολεμικά της πλοία για να παρενοχλούν στα διεθνή ύδατα το ερευνητικό σκάφος Ievoli Relume. Η εταιρεία με ανακοίνωσή της αρνείται ότι το έργο παγώνει, διαβεβαιώνει ότι έχει λάβει επαρκείς πληρωμές από την έναρξη της συνεργασίας, και ότι αυτό θα συνεχιστεί. Αυτήν ακριβώς την ανακοίνωση επικαλέστηκε και ο πρωθυπουργός απαντώντας τον Νίκο Ανδρουλάκη κατά τις διαδικασίες της πρότασης μομφής στην βουλή.

Φυσικά στο θέμα αναμένεται να υπάρξει συνέχεια, ωστόσο κανείς δεν αρνείται ότι η δυναμική αντίθεση της Τουρκίας, η αναβάθμισή της στα μάτια των ΗΠΑ και της Ευρώπης τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς και οι αρνητικοί για το ελληνικό πολεμικό ναυτικό συσχετισμοί επί του πεδίου έχουν προκαλέσει ιδιαίτερη αμηχανία στην ελληνική πλευρά. Πρόκειται για υποχώρηση –προσωρινή ή άτακτη, και μονιμότερη, θα φανεί– ή μήπως στο πλαίσιο της νέας συναλλακτικής αντίληψης που προωθούν οι ΗΠΑ επιδιώκεται μια συμφωνία με αντικείμενο το έργο και πιθανό αντάλλαγμα την αποχή της Ελλάδας από ευρωπαϊκές ενέργειες που αντιπολιτεύονται την πολιτική του Τραμπ; Το μέλλον θα δείξει, αν και ήδη έχουμε εισέλθει στην επικράτεια των εικασιών.

Ωστόσο εδώ το ζήτημα είναι άλλο: ότι η στρατηγική που χάραξε η κυβέρνηση στην νέα της θητεία έναντι της Τουρκίας, στερεί από την Ελλάδα αποφασιστικότητα, και μια σταθερή γραμμή ώστε να παλέψει για την θέση της στις νέες διεθνείς πραγματικότητες που διαμορφώνονται στις μέρες μας.

Ακόμα κι όταν οι ελληνικές θέσεις διακρίνονται από σαφήνεια, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της ενιαίας αμυντικής προσέγγισης της ΕΕ, η κυβέρνηση δεν έχει κάνει εκείνα που χρειάζονται ώστε η στρατηγική να αποκτήσει βάθος.

Οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν ότι λόγο και ρόλο ως προς την Ευρωπαϊκή Άμυνα –και βέβαια πολύ μεγαλύτερη πρόσβαση στα χρηματοδοτικά εργαλεία των 800 δισ. που αποφασίζονται γι αυτήν– θα έχουν οι χώρες με ισχυρή αμυντική βιομηχανία. Σε αυτό το πεδίο οι επιδόσεις της κυβέρνησης παραμένουν τραγικές· και είναι ακριβώς σε κάτι τέτοια πεδία που αποκτά προβάδισμα η Άγκυρα. Και δεν αρκεί η συνήθης δικαιολογία της τεράστιας διαφοράς των μεγεθών. Είναι στην πραγματικότητα μεμψιμοιρία αν αναλογιστεί κανείς ότι δύο δεκαετίες πριν οι δύο χώρες βρισκόταν πάνω κάτω στα ίδια επίπεδα σε ό,τι αφορά στην πολεμική βιομηχανία τους –τότε που η ελληνική κυβέρνηση του ΚΚ2 –που σήμερα εμφανίζεται ιδιαιτέρως ανήσυχος για τα ελληνοτουρκικά– πανηγύριζε για την εξαγορά της Finasbank από την Εθνική Τράπεζα και για τις κουμπαριές του με τον Ερντογάν.

Η στρατηγική της Συμφωνίας των Αθηνών είναι στρατηγική του «βλέποντας και κάνοντας». Και αυτό μέσα από την περίεργη αλληλουχία και διασύνδεση των πραγμάτων που επικρατεί σήμερα και κάνει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις να επηρεάζουν τις σχέσεις της Ελλάδος εντός ΕΕ και εκείνες με τις ΗΠΑ, έχει φτάσει να περιορίζει το αποτύπωμα της χώρας προς όλα τα αζιμούθια.

Κάνεις δεν κατάλαβε γιατί η ελληνική πλευρά δήλωσε εξ αρχής ότι απέχει από κάθε συζήτηση για κοινή ευρωπαϊκή ειρηνευτική αποστολή στην Ουκρανία, υπό την προϋπόθεση μιας βιώσιμης και δίκαιης συμφωνίας βεβαίως. Να ήθελε άραγε να κατευνάσει τον ρωσικό δάκτυλο στο εσωτερικό που τέμνει οριζόντια τα κόμματα και αφορά και τμήματα της ίδιας της ΝΔ; Κατάφερε τίποτε σε σχέση με αυτό; Από την άλλη, η παρουσία μιας δύναμης ανάλογης με τις δυνατότητες της χώρας στην Οδησσό στο πλαίσιο μιας κοινής αποστολής τα ελληνικά συμφέροντα υπερασπίζεται. Δεν είναι δυνατόν να συζητάει πιθανή εμπλοκή η Νότιος Κορέα –λόγω της παρουσίας των Βορειοκορεατικών στρατευμάτων μεταξύ των ρωσικών δυνάμεων– ή ακόμα και τα… Νησιά Φίτζι και να μην το κάνει η Ελλάδα με την διαχρονική παρουσία του Ελληνισμού στην ευρύτερη περιοχή. Και τότε φυσικά, ούτε η Τουρκία θα αφηνόταν να παίζει εν ου παικτοίς σε αυτό το επίπεδο εξασφαλίζοντας την σιωπή των συμμάχων μας στις διεκδικήσεις της απέναντί μας. Και η Ελλάδα θα μιλούσε από άλλη θέση ισχύος μέσα στην ΕΕ, αλλά και τις ευρύτερες πρωτοβουλίες που παίρνει η Ευρώπη.

Αυτό είναι μόνο η αρχή. Σε πολύ λίγο η Ελλάδα θα κληθεί να απαντήσει σε πολύ πιο επιτακτικά ζητήματα για την φυσιογνωμία και την αρχιτεκτονική της Ένωσης, που είναι εμφανές ότι βρίσκεται σε μετασχηματισμό. Η εικόνα που έδειξε τις προηγούμενες εβδομάδες, με την Γαλλία του Μακρόν αρχικά και την Βρετανία του Στάρμερ στην συνέχεια, όπου κάθε μια δύναμη προσκαλούσε χώρες ανάλογα με τα δικά της συμφέροντα παρέπεμπε σε Βαβέλ, κάτι που σωστά τόνισε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Όπως πολύ σωστά ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας έθεσε το θέμα της εισβολής και της κατοχής της Κύπρου στην πρόσφατη έκτακτη συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών, για να στηλιτεύσει το πρόσφατο ευρωτουρκικό φλέρτ. Και ορθά επίσης, η γενικότερη θέση της Ελλάδας και της Κύπρου έτσι όπως εκφράστηκε στην συγκεκριμένη συνδιάσκεψη ήταν ότι δεν απειλείται η Ευρώπη στα ανατολικά της σύνορα μόνον, αλλά και στα νοτιοανατολικά. Το ζήτημα είναι πως όλα αυτά δεν φτάνουν, και μάλιστα έρχονται κατόπιν εορτής.

Δεν χρειάζεται και πολλή διορατικότητα για να δει κανείς ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες αν και συμφωνούν –επιτέλους…– ως προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής άμυνας, και αποφάσισαν για τα χρηματοδοτικά εργαλεία, δεν έχουν ακόμα καταλήξει στο περιεχόμενο και τους προσανατολισμούς της πολιτικής αυτής. Χώρες όπως η Εσθονία ή η Πορτογαλία για παράδειγμα, με τον Αντόνιο Κόστα και την Κάγια Κάλας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, φλερτάρουν με την Τουρκία έχοντας στο μυαλό τους τα μεμονωμένα τους συμφέροντα –γιατί έχουν ήδη υπογράψει επωφελείς συμφωνίες με την τουρκική αμυντική βιομηχανία, και γιατί ούτως ή άλλως συνεργάζονται στενά μεταξύ τους– και όχι την ευρωπαϊκή προοπτική.

Επομένως, χρειάζεται κάποιος να εξηγήσει στους ευρωπαίους ηγέτες γιατί η Τουρκία υποσκάπτει τα θεμέλια όχι μόνον της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, στην βάση αυτού να διεκδικήσει και να πετύχει τις κατάλληλες συμμαχίες, καταθέτοντας μάλιστα τις απαιτούμενες εναλλακτικές. Όχι απλώς να προσέρχεται και να βάζει αστερίσκους διαμαρτυρόμενος.

Η Ελλάδα μετεωρίζεται επικίνδυνα. Κάνει διαρκώς ένα βήμα μπρος και δύο βήματα πίσω. Μάλιστα όχι σε σταθερό έδαφος αλλά στο τεντωμένο σκοινί των καταιγιστικών γεωπολιτικών εξελίξεων που πυροδοτήθηκαν με τη νέα χρονιά. Και στην εγχώρια πολιτική ζωή, αντί να προχωρήσουμε γρήγορα στην υπόθεση των Τεμπών με τα αυτονόητα –απόδοση πολιτικών ευθυνών, ολοκλήρωση των διαδικασιών για την απονομή δικαιοσύνης και κάθαρση, αναδιοργάνωση του σιδηροδρόμου– ώστε να αφιερωθούμε απερίσπαστοι στον αγώνα που πρέπει να δώσει η χώρα για διεκδικήσει το μέλλον της στην νέα παγκόσμια κατάσταση που αναδύεται, ασχολούμαστε με το… email του Τριαντόπουλου. Σε μια εποχή περιδίνησης ολάκερο το πολιτικό σύστημα παρουσιάζει σοβαρές ενδείξεις αποσύνθεσης, κι αυτό μόνο σε νέες εθνικές περιπέτειες μπορεί να μας οδηγήσει.

Δημοφιλή