Όταν ο καλός φίλος μου, ο Δημοσθένης Γκαβέας, μου ζήτησε να γράψω ένα άρθρο για την παγκόσμια οικονομία, θεώρησα ότι θα είναι εύκολη δουλειά. Με πρόχειρους υπολογισμούς, γράφω 192.000 λέξεις το χρόνο, σχεδόν 2,5 βιβλία. Μιλάω στην τηλεόραση για 2.420 λεπτά και στο ραδιόφωνο για περίπου 500. Όμως, όταν έκατσα να το γράψω, οι λέξεις δεν έβγαιναν. Δεν «βλέπω» ούτε την πρόβλεψη ούτε το προσλαμβανόμενο κοινό.
Δεν είναι εύκολο να μιλάει κανείς για την παγκόσμια οικονομία αυτές τις ημέρες. Για να είμαι ειλικρινής, είναι αποκαρδιωτικό να καταθέτει κανείς απόψεις μόνο για να μπει στο στόχαστρο. Το μοντέλο των σύγχρονων μέσων, που είναι τα social media, είναι μανιχαϊστικό. Ο «ειδικός» είναι ή «μαζί μας» ή «εναντίον μας» και τίποτα ενδιάμεσο.
Ως ένα σημείο, αυτό είναι φυσιολογικό. Η οικονομία παλιά λεγόταν «πολιτική οικονομία» και για καλό λόγο. Δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από τον ορισμό της «κοινωνικής επιστήμης» παρά τις προσπάθειες να χρησιμοποιήσει τα μαθηματικά και τη στατιστική. Καμία θεωρία δεν καλύπτει ολοκληρωτικά όλες τις καταστάσεις. Κάποιες φορές χρειάζεται περισσότερο κράτος, κάποιες λιγότερο. Κάποιες φορές ο καπιταλισμός είναι δίκαιος, πολλές όχι. Κάποιες φορές φέρνει ανάπτυξη, κάποιες φορές την καταστρέφει. Δεν έχουμε ποτέ πλήρεις απαντήσεις, και όποιος λέει ότι έχει, ψεύδεται. Και βρισκόμαστε σε μια εποχή μεγάλης οικονομικής αβεβαιότητας.
Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα αφήνουν χώρο στην παραπληροφόρηση, σε μια εποχή που αυτή έχει εργαλειοποιηθεί όσο ποτέ. Αν όλα τα σενάρια είναι στο τραπέζι, τότε όλα τα επιχειρήματα επίσης χωράνε στο τραπέζι, ακόμα και τα πιο ακραία. Υπό κανονικές συνθήκες, τα ακραία θα είχαν μικρό βάρος στη συζήτηση. Το συγκεκριμένο πρόβλημα της εποχής μας είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο ζυγίζονται τα επιχειρήματα γίνεται στη λογική των «ίσων αποστάσεων» και των «δυνατότερων φωνών». Όσο πιο έξαλλος είναι κάποιος, όσο πιο πολύ μπει στο στόχαστρο, τόσο μεγαλύτερο βάρος θα έχει η φωνή του. Έτσι, ένας νομπελίστας οικονομολόγος ή ένας έμπειρος πολιτικός μπαίνουν απέναντι σε κάποιον που η φωνή του γιγαντώθηκε επειδή πήρε «likes» ή ακόμα απέναντι και σε άγνωστους στα κοινωνικά δίκτυα. Μια ματιά στις τελευταίες δημοσκοπήσεις θα σας πείσει.
Προσωπικά, δεν μπορώ να μπω σε καμία τέτοια λογική. Θα καταθέσω, λοιπόν, αυτά που 20 χρόνια εμπειρίας στις χρηματαγορές μου υπαγορεύουν, τίποτα λιγότερο ή περισσότερο. Εάν ο αναγνώστης θεωρεί ότι είναι κατώτερες από τις δικές του, είναι πλήρως δικαίωμά του.
Αυτές είναι οι 5 αλήθειες για το 2025:
1. Προβλέψεις δεν γίνονται
Η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, σε έναν όλο και περισσότερο διχασμένο γεωοικονομικά κόσμο, είναι πολύ υψηλή. Οι διαθέσεις και οι ιδεασμοί του Ντ. Τραμπ και του Έλον Μασκ θα καθορίσουν εν πολλοίς τις εξελίξεις. Θα πατήσουν το (γεωοικονομικό) κουμπί; Και αν ναι, πόσο δυνατά;
2. Ο Ντ. Τραμπ είναι πληθωριστικός
Εφόσον καταφέρει να πραγματοποιήσει ακόμα και μερικώς τους μερκαντιλικούς ιδεασμούς του, τότε ελλοχεύει η επιστροφή του υψηλού πληθωρισμού. Τόσο οι δασμοί όσο και η αποσταθεροποίηση των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων εξαιτίας της Αμερικής φέρνουν υψηλότερες τιμές. Η σταθεροποίηση της κινεζικής οικονομίας τους τελευταίους μήνες ακυρώνει την αντιπληθωριστική της επιρροή. Αυτό σημαίνει ότι απαραίτητα θα έχουμε πληθωρισμό; Όχι, αν η Κίνα δεν ανακάμψει. Αλλιώς, είναι το επικρατέστερο σενάριο.
3. Ο Ντ. Τραμπ είναι αντι-αναπτυξιακός, τουλάχιστον εκτός Αμερικής
Η Αμερική μεταβαίνει από τη συναγωνιστική στην ανταγωνιστική ανάπτυξη. «Η Αμερική Πρώτα» μεταφράζεται σε υψηλούς δασμούς σε χώρες με τις οποίες υπάρχουν σημαντικοί εμπορικοί δεσμοί. Επίσης, μεταφράζεται σε πιθανό διπλασιασμό των εξοπλιστικών δαπανών και βεβαίως αγορές από την Αμερική.
Προκειμένου να αυξηθεί το αμερικανικό ΑΕΠ, θα πρέπει να πληρώσουν οι σύμμαχοι πρακτικά έναν «φόρο υποτέλειας», όχι πολύ διαφορετικό από αυτόν που πλήρωναν οι αποικίες ή παλιότερα οι κατακτημένες περιοχές. Οι φτωχοί της Πορτογαλίας και της Ιταλίας θα πρέπει τώρα να πληρώσουν τη βιομηχανική αναβίωση της Πενσυλβάνιας.
Αν ο πληθωρισμός ξεφύγει, τότε ο Ντ. Τραμπ ίσως είναι αντι-αναπτυξιακός και εντός Αμερικής, καθώς η ανάπτυξη μετριέται σε «πραγματικούς» (χωρίς πληθωρισμό) και όχι σε «ονομαστικούς» (με πληθωρισμό) όρους. Αν δηλαδή η ονομαστική ανάπτυξη ανέβει, αλλά ο πληθωρισμός ανέβει περισσότερο, τότε οι πολίτες πάλι θα υποφέρουν.
Το δίλημμα είναι απλό: ο νέος πρόεδρος φιλοδοξεί να μεταμορφώσει την παλαιότερη σύγχρονη δημοκρατία σε αυτοκρατορία. Αν το καταφέρει, θα μείνει στην αμερικανική ιστορία. Αν όχι, οι συνέπειες θα είναι σημαντικές εντός και εκτός ΗΠΑ.
4. Ο Ντ. Τραμπ είναι γεωπολιτικά αποσταθεροποιητικός
Στο (επερχόμενο) διάβα του, κυβερνήσεις καταρρέουν. Η Γαλλία, η Γερμανία και ίσως ο Καναδάς ήδη βρίσκονται σε αναζήτηση κυβερνήσεων που θα μπορέσουν να συνεννοηθούν. Το ΝΑΤΟ μπαίνει σε αμφισβήτηση. Η ΕΕ βρίσκεται προ των πυλών άλλου ενός γύρου ενδοσκόπησης. Και όλα αυτά έναν μήνα πριν την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον καινούριο πρόεδρο.
5. Ο Ντ. Τραμπ έχει δύο άσσους στο μανίκι
Τη δύναμη των κεντρικών τραπεζών να απορροφούν τους οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς κραδασμούς και την απορρύθμιση των εξαιρετικά κεφαλαιοποιημένων τραπεζών.
Οι κεντρικές τράπεζες θα βρεθούν προ ηθικού διλήμματος: σε πιθανή αντίδραση της αγοράς, θα πρέπει να τυπώσουν χρήμα, δίνοντας έτσι στον Αμερικανό πρόεδρο τα κεφάλαια που απαιτεί για την οικονομική ανάπτυξη, ή να ρισκάρουν αποσταθεροποίηση των αγορών. Θα διαλέξουν το πρώτο.
Η σχεδόν βέβαιη απορρύθμιση του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος θα αντικαταστήσει το κυβερνητικό χρέος με την τραπεζική πίστωση σαν μοχλό ανάπτυξης. Και τα δύο, βέβαια, είναι πληθωριστικά, αλλά ίσως δώσουν αρκετό μομέντουμ στην πραγματική ανάπτυξη.
Συνεπώς, το 2025 έχει αρκετές πιθανότητες να είναι πληθωριστικό και μεταβλητό. Το αν η ανάπτυξη θα ακολουθήσει αρκετά, είναι το μεγάλο οικονομικό ζητούμενο. Πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, δεν γνωρίζω. Δεν μπορώ να προβλέψω τις ακριβείς διαθέσεις ενός ανθρώπου του οποίου η έλλειψη προβλεψιμότητας, αλλά και η παντελής έλλειψη συνεργατικότητας, είναι σήμα κατατεθέν. Ούτε τα αποτελέσματα μιας τόσο αντισυστημικής στρατηγικής σε μια παγκοσμιοποιημένη εποχή, σε μια εξίσωση με άπειρες μεταβλητές. Δεν θα το επιχειρήσω.
Πριν από μερικά χρόνια, ένας διαχειριστής πολύ πλούσιων οικογενειών μού είχε πει ότι «χρόνια, ο πλούτος μοιράζεται. Οι γόνοι πιστεύουν ότι αυτός ο κόσμος έφτασε στο τέλος του και θέλουν να τα πάρουν πίσω όλα». Δεν ξέρω αν αυτό που βλέπω είναι η πραγματοποιημένη πρόβλεψή του. Αλλά με τρόμο παρακολουθώ μια κυβέρνηση Αμερικανών δισεκατομμυριούχων, που έχει πείσει τους φτωχοποιημένους του αμερικανικού Βορρά ότι τα δικά της συμφέροντα είναι και δικά τους.
Το πού πέφτει η ευθύνη για αυτό, είναι μια μεγαλύτερη συζήτηση, για μια ίσως πιο ηλιόλουστη μέρα. Όσο για την Ευρώπη και το Ην. Βασίλειο; Κάποια στιγμή θα πρέπει να αποφασίσει (όχι να συζητήσει αλλά να αποφασίσει) για πόσο καιρό ακόμα οι εργατικές συνοικίες του Ουισκόνσιν και του Μίσιγκαν θα αποφασίζουν για το μέλλον των 500 εκατομμυρίων ψυχών της.