Πέντε ερωτήματα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας

Πέντε ερωτήματα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας
Cathal McNaughton / Reuters

Γιορτάζουμε ήδη την όγδοη επέτειο του μεγαλύτερου και του πιο επώδυνου προγράμματος διάσωσης της ευρωζώνης και η Ελλάδα φαίνεται να είναι πιο κοντά από ποτέ στην απαλλαγή (ακόμα και φενακισμένη) από την εποπτεία των πιστωτών. Η προσπάθεια επίτευξης ανάπτυξης στηριζόμενη σε δικά της χρήματα και όχι σε άλλων μοιάζει για τη χώρα μας ένας διαχρονικός και θεμελιώδης εθνικός χιλιοειπωμένος στόχος. Καθώς η 20η Αυγούστου - η ημέρα εξόδου - πλησιάζει, η αβεβαιότητα για το πόσο εύκολα μπορεί να επιστρέψει η χώρα στην ομαλότητα και πιο το νέο καθεστώς επιτήρησης θα είναι, είναι έκδηλη.

Κάποιες ερωτήσεις που ζητάνε απαντήσεις είναι οι παρακάτω:

  • Θα λάβει η Ελλάδα την πολυπόθητη ελάφρυνση χρέους;

Η ευρωζώνη συμφώνησε να διευκολύνει τους όρους που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σε ορισμένα από τα δάνειά της, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν βασικοί τομείς διαμάχης μεταξύ των πιστωτών της χώρας. Μεταξύ αυτών είναι τα δάνεια που θα αναδιαρθρωθούν, ποια θα είναι η πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος και, ουσιαστικά, αν η ελάφρυνση του χρέους θα χορηγηθεί εκ των προτέρων και άνευ όρων ή με την πάροδο του χρόνου και ως bonus καλής διαγωγής. Οι πιστωτές υπό την ηγεσία της Γερμανίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Γαλλία υποστηρίζουν κάποιες φορές αντικρουόμενες θέσεις και λογικές οι οποίες κάνουν δύσκολες τις προβλέψεις του μέλλοντος.

  • Ποια θα είναι η νέα μορφή της επιτήρησης;

Ενώ η Ελλάδα έχει καταστήσει σαφές ότι θέλει μια καθαρή έξοδο με τη λήξη του προγράμματος διάσωσης τον Αύγουστο, το τεράστιο μέγεθος του χρέους της σημαίνει ότι είναι υποχρεωμένη να βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση για κάποιο αρκετά μεγάλο διάστημα και θα ήταν ουτοπικό να μιλάμε για πλήρη αποδέσμευση. Αυτό το νέο είδος επιτήρησης θα είναι αυστηρότερο από αυτό που ισχύει για χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία και θα περιλαμβάνει τακτικούς ελέγχους, αν και δεν είναι ακόμη σαφές το σχήμα επιτήρησης και η ονομασία του.

  • Πόσο εύκολη και δυνατή θα είναι η πρόσβαση στις αγορές;

Βραχυπρόθεσμα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα μπορούσαν να καλυφθούν από τις πωλήσεις ομολόγων και τα μετρητά διάσωσης μέχρι το 2020. Αλλά μακροπρόθεσμα, η πορεία εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο με τον οποίο οι επενδυτές βλέπουν τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας και τις οικονομικές προοπτικές της χώρας. Και σε αυτό μεγάλο ρόλο θα παίξουν οι πολιτικές και οι θεσμικές αλλαγές της εκάστοτε κυβέρνησης ώστε να υπάρχει φιλικό και δελεαστικό επενδυτικό περιβάλλον.

  • Θα επηρεαστούμε από εξωτερικούς οικονομικούς κινδύνους;

Μετά από μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, η Αθήνα ελπίζει να δει μια σταθερή οικονομική ανάκαμψη τα επόμενα χρόνια, ακόμη και όταν η ανάπτυξή της υστερεί έναντι της υπόλοιπης Ευρώπης. Η ΕΕ υποβάθμισε τις προβλέψεις του ΑΕΠ για τη χώρα σε 1,9% φέτος και 2,3% το 2019, από 2,5% και για τις δύο. Η οικονομία της Ελλάδας παραμένει ευάλωτη στις αδυναμίες της ζώνης του ευρώ καθώς και στους κινδύνους από την αύξηση των επιτοκίων και την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πώς η Ελληνική κρίση πέρα από τον εθνικό της χαρακτήρα διαμορφώθηκε συγχρόνως και από την Ευρωπαϊκή και από την διεθνή κρίση.

  • Το πολιτικό σκηνικό θα περιπλέξει πολύ τα πράγματα;

Οι εκλογές πάντα και για πάντα δελεάζουν τους ηγέτες να κάνουν υποσχέσεις που δεν μπορούν να κρατήσουν. Ο κίνδυνος των δαπανηρών πολιτικών υποσχέσεων είναι μεγάλος. Η επόμενη κυβέρνηση θα δείξει πολιτικό θάρρος και συνετή προσήλωση σε μία βιώσιμη αναπτυξιακή στρατηγική; Αυτή παραμένει μία από τις πίο δύσκολες ερωτήσεις να απαντηθεί.

Δημοφιλή