Περί απεργιών των δικηγόρων και άλλων ισχυρών επαγγελματικών ομάδων

Βλάπτουν το κοινωνικό σύνολο και το Κράτος Δικαίου
David Izquierdo / 500px via Getty Images

Συχνά ακούμε ότι η τάδε δίκη, που απασχολεί τη δημοσιότητα, ματαιώθηκε ή αναβλήθηκε λόγω αποχής των δικηγόρων. Ακόμη χειρότερο είναι όταν ο απλός πολίτης, που αναγκάζεται να καταφύγει στα δικαστήρια για να βρει το δίκιο του και μετά την πάροδο ετών φθάσει κάποτε η ώρα να δικαστεί η υπόθεση του, πληροφορείται ξαφνικά ότι η δίκη, που ενδεχόμενα από την έκβαση της εξαρτά ουσιώδη οικονομικά ή προσωπικά συμφέροντα, αναβάλλεται ή ματαιώνεται εξαιτίας της αποχής των δικηγόρων. Εύλογα αναρωτιέται με ποιο δικαίωμα οι δικηγόροι εμποδίζουν την απονομή της δικαιοσύνης για να ικανοποιηθούν τα συνδικαλιστικά τους αιτήματα και τι κάνει κάθε κυβέρνηση για να εξασφαλίσει στους πολίτες της τη στοιχειώδη λειτουργία της δικαιοσύνης σύμφωνα με τις προεκλογικές εξαγγελίες τουλάχιστον των κομμάτων εξουσίας. Η απάντηση είναι ότι σφυρίζει αδιάφορα...

Με αφορμή τις πρόσφατες αποφάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων για τη κήρυξη αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντα τους με απώτερο στόχο την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, πρακτική που ακολουθείται και από άλλες ισχυρές επαγγελματικές οργανώσεις στις οποίες στη παροχή της εργασίας τους προέχει το πνευματικό στοιχείο (artes liberalles), όπως γιατρών, εκπαιδευτικών κλπ και οι οποίες μπορεί να μετέχουν κατά κάποιο τρόπο στο «Βαθύ Κράτος» (άρθρο μου στη HuffPost 18-4-2023) μας δίνεται η ευκαιρία να εξετάσουμε το θέμα συνολικά με έμφαση στην αποχή των δικηγόρων. Κάτι το οποίο άλλωστε, τηρουμένων των αναλογιών (mutandis mutatis) ισχύει και για τις άλλες επαγγελματικές τάξεις, που κηρύσσουν αποχή από τα καθήκοντα τους για την ικανοποίηση αιτημάτων που μπορεί να έχουν και πολιτικό χαρακτήρα.

Για τη καλύτερη κατανόηση του θέματος παραθέτουμε τις σχετικές διατάξεις που το ρυθμίζουν: άρθρο 23παρ.2 του Συντάγματος « Η απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών συμφερόντων των εργαζομένων. Απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς».

Η αναφορά «η απεργία με οποιαδήποτε μορφή» σημαίνει ότι στην έννοια της απεργίας περιλαμβάνεται και η αποχή, που ισούται με αυτή κατά αποτέλεσμα. Εξάλλου σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας Δικηγορικού Λειτουργήματος: Ο δικηγόρος είναι άμισθος δημόσιος λειτουργός και «συμπράττων λειτουργός της Δικαιοσύνης».

Σύμφωνα με την Ολ.ΣΤΕ 1466/2016 απόφαση: Οι αποφάσεις των δικηγορικών συλλόγων που κηρύσσουν αποχή των μελών τους από την άσκηση των καθηκόντων τους συνιστούν νόμιμο μέσο δράσης των συλλόγων και δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα ή σε άλλες υπερνομοθετικές διατάξεις. Υπόκεινται όμως σε περιορισμούς που επιβάλλονται από τη φύση της δικαιοδοτικής λειτουργίας ως μιας από τις κρατικές λειτουργίες (άρθρο 26 Σ), η οποία δεν νοείται να παραλύει σε ένα Κράτος Δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των δικηγόρων, οι οποίοι συμβάλλουν στην απονομή της Δικαιοσύνης. Συνεπώς η νομιμότητα των αποφάσεων των ΔΣ των Δικηγορικών Συλλόγων και των άλλων επαγγελματικών συλλόγων ελέγχεται ακυρωτικά από το ΣτΕ αν οι λόγοι κήρυξης της αποχής αφορούν αποκλειστικά τα έννομα συμφέροντα των δικηγόρων σε συνδυασμό με τις συνέπειες σε σχέση με την αρχή της αναλογικότητας.

Θα αναφερθώ μόνο σε πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων για κήρυξη αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντα τους, όπως με τη κήρυξη στοχευμένης αποχής από τις πρωτόδικες δίκες των δικηγόρων υπεράσπισης των κατηγορούμενων για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και με αίτημα τη κατάργηση ή τροποποίηση του άρθρου 187 παρ.6 Π.Κ., με το οποίο προβλέπεται η μη μετατροπή, η μη αναστολή της ποινής και η έφεση να μη έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα σε περίπτωση καταδίκης για τη πράξη της σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.

Συνέπεια της στοχευμένης αποχής των δικηγόρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων είναι να μη μπορεί η Εισαγγελία να εισάγει προς εκδίκαση άνω των 500 υποθέσεων πανελληνίως και έτσι πολλοί επικίνδυνοι κρατούμενοι αφήνονται ελεύθεροι λόγω παρόδου του 18μηνου της προσωρινής κράτησης.

Στη συνέχεια, αφού προηγούμενα είχε αποφασισθεί η αποχή από δίκες συμφερόντων του Δημοσίου και ΝΠΔΔ, αποφασίσθηκε η αποχή από δίκες και δικηγορική δραστηριότητα κατά συγκεκριμένες ημερομηνίες με αίτημα την απόσυρση των νέων φορολογικών μέτρων της φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών με την εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος και την υλοποίηση των αποφάσεων της ίδιας Ολομέλειας για τη στήριξη του δικηγορικού επαγγέλματος με τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων.

Και οι δύο παραπάνω αποφάσεις της Ολομέλειας ΔΣ δεν είναι νόμιμες, γιατί η πρώτη αφορά ζήτημα που ανάγεται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, η οποία χαράσσει την αντιεγκληματική πολιτική, η δε δεύτερη, ανάγεται στις ίδιες εξουσίες που χαράσσουν τη φορολογική πολιτική και όχι στην αρμοδιότητα των δικηγορικών συλλόγων, γιατί δεν προβλέπεται από καμιά διάταξη νόμου και ούτε νοείται να επιβάλλουν τις απόψεις τους με αποχή δηλαδή με παράλυση της δικαστικής λειτουργίας. Σαφώς τα ίδια φαινόμενα είχαμε με την αποχή των ιατρών του ΕΣΥ, που παραλύει το σύστημα Υγείας και των εκπαιδευτικών με παράλυση του εκπαιδευτικού συστήματος.

Με ορθή εκτίμηση των δεδομένων η εισαγωγή του υπό διαμόρφωση φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος συμφέρει σχεδόν όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες πλην εξαιρέσεων ασθενών και νέων, που φοροδιαφεύγουν (σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα το 53,19 % των Ελλήνων δηλώνει λιγότερα έσοδα από τα πραγματικά), αντί της φορολόγησης βάση τεκμηρίων, ασφυκτικών οικονομικών ελέγχων και επιβολή κυρώσεων.

Σε κάθε περίπτωση η φοροδιαφυγή αποβαίνει σε βάρος των συνεπών φορολογούμενων, που είναι κυρίως οι μισθωτοί, συνταξιούχοι και με εισοδήματα από ενοίκια, που καταβάλλουν το 89% των αμέσων φόρων. Αλλωστε όλοι μας έχουμε ιδία γνώση της φοροδιαφυγής των ελεύθερων επαγγελματιών από τους τεχνίτες μέχρι γιατρούς και δικηγόρους, με τη κλασσική ερώτηση «με ή χωρίς απόδειξη;»..

Η Πολιτεία ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους πρέπει να λάβει μέτρα με τη θέσπιση και κυρίως με νόμιμες παρεμβάσεις για την εφαρμογή των νόμων, ώστε να εξασφαλίσει τη ταχεία και αξιόπιστη απονομή της δικαιοσύνης, τον περιορισμό του «Βαθέως Κράτους» και την εμπέδωση του Κράτους Δικαίου στη χώρα μας και να ρυθμίσει τη παροχή υπηρεσιών από κοινωνικές ομάδες ώστε να μην εκμεταλλεύονται τη δεσπόζουσα θέση τους για την επιβολή των απόψεων τους.

Λέανδρος Τ.Ρακιντζής

Αρεοπαγίτης ε.τ.

Δημοφιλή