Ο ορυμαγδός των τελευταίων δηλώσεων, κεντρικών στελεχών του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος επισπεύδει την επικείμενη μετονομασία του, σε Ευρωπακό Λαϊκιστικό κόμμα. Η μετάλλαξη του ιστορικού Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, σε λαϊκίστικες συμπεριφορές και νοοτροπίες, συνιστά δυστυχώς μια νέα πραγματικότητα.
Ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαικής Επιτροπής, κος Μπαρόζο, στις πρόσφατες δηλώσεις του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ουσιαστικά προέβη σε αξιομνημόνευτες τοποθετήσεις. Αρχικά, αποπειράθηκε να μας πείσει, ότι ως Επιτροπή δεν είχαν αντιληφθεί την συμπαιγνία της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή, η οποία «μαγείρευε» τα λογιστικά στοιχεία του κρατικού Προϋπολογισμού, εκτοξεύοντας το έλλειμα άνω του 15% και το διαπίστωσαν στην συνέχεια από την κυβέρνηση Παπανδρέου.
Παρά το γεγονός ότι, ενώ «βοούσε» όλος ο τόπος για την δεινή Δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας, ο κος Μπαρόζο δεν είχε «ακούσει» κάτι. Δεν είχε διαβάσει βεβαίως, ούτε τις εκθέσεις του τέως κεντρικού τραπεζίτη κου Προβόπουλου, ούτε τις συνεχείς δημόσιες τοποθετήσεις του κου Σημίτη, ότι η χώρα θα αναγκαστεί να απευθυνθεί στο ΔΝΤ. Ούτε επίσης είχαν ως Επιτροπή ελέγξει τα οικονομικά στοιχεία της χώρας ως όφειλαν, αλλά ούτε κάν είχαν μπεί στον κόπο να δούν τον Προϋπολογισμό του 2008, τον οποίο με μια απλή πρόχειρη εξέταση, μπορεί να διαπιστώσει ακόμη και κάποιος αδαής, ότι όλα τα οικονομικά στοιχεία του, ήταν πλήρως εκτροχιασμένα.
Σε αγαστή συνέχεια, του επίδοξου νέου επιτρόπου της Ευρωπαικής Επιτροπής κου Βέμπερ, ο οποίος εσχάτως δήλωσε ότι με τον κο Μητσοτάκη νέο πρωθυπουργό, θα μπορούσαν να μειωθούν τα επιβαλλόμενα απο τον ομοϊδεάτη του κο Σόιμπλε, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Ο κος Μπαρόζο δήλωσε ότι τα ιστορικά χαμηλά των ομολόγων στην αγορά, οφείλονται στο γεγονός ότι οι αγορές προεξοφλούν την έλευση Μητσοτάκη στο ύπατο αξίωμα.
Επί της ουσίας, ερχόμενος στην χώρα των «κουτόφραγκων», ο κος Μπαρόζο ήθελε να μας πεί, ότι οι θεσμικοί επενδυτές και τα μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια, δεν τοποθετούνται βάσει των εξονυχιστικών μελετών στα οικονομικά στοιχεία, προκειμένου να αναλάβουν υψηλό ρίσκο για λογαριασμό των πελατών τους, αλλά στηρίζονται σε προσωποπαγείς επιλογές και σε ψυχοσωματικά κριτήρια.
Ποιός στοιχειωδώς νοήμων άνθρωπος, μπορεί να προβεί σε επένδυση, είτε ιδίων κεφαλαίων, πολλώ δε μάλλον πελατών του – κυρίως συνταξιοδοτικά ταμεία,- με κριτήριο τα πρόσωπα και όχι τα οικονομικά δεδομένα; Καταρρίπτονται μεμιάς, όλοι οι κανόνες της αγοράς και των οικονομικών συναλλαγών, με αυτές τις άκρως υποτιμητικές για τους Έλληνες δηλώσεις.
Πρός επίρρωσιν, τόσο ο κος Βέμπερ όσο και ο κος Μπαρόζο, ουσιαστικά αποδόμησαν και ευτέλισαν κυρίως την ίδια την ΝΔ ως κυβερνητική παράταξη, αλλά και δύο πρώην πρωθυπουργούς, τον κο Καραμανλή και τον κο Σαμαρά, στους οποίους επέρριψαν αποκλειστικά όλες τις ευθύνες για τις οικονομικές αποτυχίες, ανυψώνοντας τον κο Μητσοτάκη, ως το μοναδικό αξιόπιστο πολιτικό πρόσωπο στην ΝΔ, για την επίτευξη των χαμηλών πλεονασμάτων και των καλύτερων ομολογιακών αποδόσεων, προδικάζοντας ότι θα επιτύχει στο πεδίο όπου απέτυχαν οι προγενέστεροι Πρόεδροι.
Δεν θα υπήρχε κανένα ζήτημα, εάν ο κος Βέμπερ όσο και ο κος Μπαρόζο προέκριναν και συνεπικουρούσαν την προσπάθεια του κου Μητσοτάκη να αναρριχηθεί στο ύπατο αξίωμα, με χρηστά και ιδεολογικοπολιτικά μέσα. Είναι άκρως θεμιτό απο ομοϊδεάτες και πολιτικούς συνοδοιπόρους του, να έχουν αυτήν την πολιτική επιδίωξη. Συνιστά όμως αθέμιτο ατόπημα και κυνική συμπεριφορά απέναντι στους προγενέστερους Προέδρους της ΝΔ, τους οποίους αφήνουν έκθετους απέναντι στην Ιστορία, απαξιώνοντας και την παράταξη της ΝΔ για τα πεπραγμένα των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Ταυτόχρονα, δυστυχώς όμως «νομιμοποιούν» τον αντισυστημικό Λαϊκισμό στην Ευρώπη, ευτελίζοντας την θεσμική λειτουργία των Ευρωπαϊκών Οργάνων και των αγορών, τροφοδοτώντας τις θεωρίες συνωμοσίας, ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν παράκεντρα εξουσίας, τα οποία διαστρεβλώνουν τους κανόνες και την θέληση των λαών, εμπεδώνοντας αλλότρια εξωθεσμικά συμφέροντα.
Συνεπώς, τόσο ο κος Βέμπερ, όσο και ο κος Μπαρόζο, οφείλουν να ζητήσουν δημόσια συγγνώμη για τις λαϊκίστικες δηλώσεις τους, σε διαφορετική περίπτωση η σιωπή τους επιβεβαιώνει ότι το ΕΛΚ, με τις πρακτικές του, υπονομεύει την Δημοκρατική λειτουργία της Ένωσης, υποσκάπτει την δίκαιη, ισόνομη και ισότιμη λειτουργία των χωρών-μελών, προκρίνοντας τους ημέτερους «εκλεκτούς» απο εξωθεσμικά κέντρα εξουσίας.