Η γλυπτική τέχνη δικαιώνεται πλήρως στον δημόσιο χώρο και στον τόπο που απευθύνει το μήνυμά της, θυμήθηκε αχνά ο Σήφης τα λόγια του Γιώργου Χουλιαρά, δημιουργού της προτομής του Δημήτρη Γληνού στην ομώνυμη πλατεία του Ταύρου. Αυτή είναι η αρχή μιας πολιτικής πράξης, της δημιουργίας και της τοποθέτησης του γλυπτού που δίνει ζωή στον άψυχο μπρούτζο.
Με στεναγμό ο Σήφης, πολιτικός πρόσφυγας από την Τασκένδη, επαναπατρισμένος αλλά όχι επαναπροσδιορισμένος, παρατηρούσε και σήμερα από το ανοιχτό παράθυρο του ισόγειου διαμερίσματος της εργατικής πολυκατοικίας που έμενε, την κενή και όχι καινή μαρμάρινη βάση της προτομής του Δασκάλου...
Δεκέμβρης του 2019 και από νωρίς ετοιμαζόταν για την εκδήλωση. Σε μια λιτή τελετή θα τιμούσαν τους επιζώντες αγωνιστές της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ. Στο ξεθώριασμα της μέρας ήταν σχεδόν έτοιμος. Στάθηκε ορθός στον καθρέφτη της εισόδου για να τακτοποιήσει το μπερέ στα λευκά του μαλλιά και το ριγμένο ανέμελα κασκόλ επάνω από το φθαρμένο με τα χρόνια σακάκι. Έκλεισε την πόρτα πίσω του, με το μπαστούνι να τον συντροφεύει στις δύσκολες ισορροπίες των 94 χρόνων.
Το φυσικό φως δεν είχε ολότελα χαθεί όταν στάθηκε αριστερά στο γρασίδι και έμεινε να κοιτάζει το μάρμαρο με την έντονη κάποτε εγχάραξη:
″Δημήτρης Γληνός 1882-1943. Φιλόσοφος - Παιδαγωγός″
Δεν το διέκρινε, αλλά ήξερε από παλιά τι έγραφε, καθώς είχαν ξεθωριάσει οι λέξεις στην ομίχλη του Πνεύματος της Εποχής.
″Ευτυχισμένος είναι εκείνος που ζει και πεθαίνει για ένα μεγάλο ιδανικό...″ Δηλαδή ο ίδιος ο Δάσκαλος Γληνός, σκέφθηκε ο Σήφης.
Άλλη εποχή, ήταν Χριστούγεννα, Δεκέμβρης του 1943 όταν ο Σήφης διάβαζε το μανιφέστο ″Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ″ αγωνιζόμενος για τη Λευτεριά της Πατρίδας. Τότε ήταν η εποχή που περίμεναν τον Δημήτρη Γληνό να ανέβει στο βουνό για την κυβέρνηση της Ελεύθερης Ελλάδας (ΠΕΕΑ). Ωστόσο, τα προβλήματα της υγείας από τις κακουχίες και τις εξορίες ανάγκασαν τον Δάσκαλο να παραμείνει στην Αθήνα για μια εγχείρηση που αποδείχτηκε μοιραία ... Από το κρεββάτι του νοσοκομείου Χριστούγεννα του `43 δεν πρόλαβε να σηκωθεί, μα φώναζε με τη δύναμη της ψυχής: ″Νικάμε, νικάμε! ″
Αυτός ήταν ο Δάσκαλος που εμψύχωνε τον Σήφη στα νιάτα του και τον συντρόφευε τώρα στα στερνά του. Η καρδιά του χτυπούσε ακόμα νεανικά όταν έβλεπε κάθε πρωί τα νιάτα της γειτονιάς να πηγαίνουν στο απέναντι σχολικό συγκρότημα. Θυμόταν τον πρωτεργάτη της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης Γληνό και το ″πνευματικό του τέκνο″ Κώστα Βάρναλη στην εξορία του Αη Στράτη, τόπο που και ο ίδιος ο Σήφης είχε ″γευτεί″.
Τρομοκρατημένη η καθαρευουσιάνικη αστική τάξη από τον καθαρό βουνίσιο αέρα που δρόσιζε την ελεύθερη Ελλάδα, εκτόπισε τους δασκάλους του Γένους σε τόπους αφιλόξενους και άνυδρους. Μακρόνησος, Γιούρα και Αη Στράτης, εκεί όπου η Ελλάδα ανάπνεε ελεύθερη. Εκεί ο τυχερός Βάρναλης αντάμωσε τον Δάσκαλο, όπως ο ίδιος έγραφε:
″ ... Τυχερέ, κείνο τ` άθλιο δειλινό
Σε δέσαν με το Δάσκαλο Γληνό.
Μεγάλα μάτια αστραφτερά, στητός
κι ατάραγος πάνου απ` τη Μοίρα αυτός. ″
Αλλά αυτό το δειλινό στην πλατεία Γληνού στον Ταύρο, έρημη χώρα... Πάνε χρόνια από τότε που άγνωστοι έκλεψαν την προτομή σα να στόχευαν την ιστορία του τόπου. Με την κρίση φανερώθηκε η αδιαφορία σε όλο της το μεγαλείο. Η πλατεία έχασε την ταυτότητά της. Η πινακίδα ξεθωριασμένη κι αυτή, με τη ριγμένη επίτηδες (;) μπογιά ολοκλήρωνε το έργο της απώλειας. Μετά την κλοπή της μπρούτζινης προτομής ακολούθησε η εγκατάλειψη . Άραγε ποιοι φοβούνται τις ιδέες του Δημήτρη Γληνού σήμερα; Γιατί η Δημοτική Αρχή ανέχεται το ιστορικό και αισθητικό κενό της πλατείας;
Απάντηση δεν πήρε ο Σήφης και συλλογισμένος κίνησε για την εκδήλωση της Εθνικής Αντίστασης. Ήταν σύντομη και συγκινητική. Άν και οι Βαστάζοι της Μνήμης ήταν εκεί, οι ελλείψεις στην κοινωνία ήταν ολοφάνερες.
Με το γαρύφαλλο στο πέτο επέστρεφε σπίτι. Τα πρώτα πολύχρωμα λαμπάκια αναβόσβηναν στα θαμπά τζάμια των εργατικών πολυκατοικιών. Σταθερή η μαρμάρινη βάση στο μισοσκόταδο έλπιζε στο φωτισμό από την επιστροφή του Δασκάλου ετούτα τα Χριστούγεννα. Ο Σήφης έλπιζε κι αυτός. Στάθηκε για λίγο, έβγαλε το γαρούφαλο απ` το πέτο και το εναπόθεσε ευλαβικά στην άδεια μαρμάρινη στήλη.
Δάσκαλε Καλά Χριστούγεννα, ψιθύρισε. Ποιος ξέρει, αύριο μπορεί να ξημερώσει καινούρια μέρα, λιγότερο ξέθωρη.
Υ.Γ Το παρόν άρθρο γράφτηκε για τα 76 χρόνια από το θάνατο του Δημήτρη Γληνού (26 Δεκέμβρη 1943) και τη συνεχιζόμενη απώλεια.
Ανδριανή Στράνη