Σε οκτώ συμπεράσματα σχετικά τις ιδιαιτερότητες, την εξέλιξη, τη διαχείριση και τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς στην Πεντέλη, αλλά και με τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η περιοχή μετά την εκδήλωσή της, κατέληξαν 18 επιστήμονες του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα συμπεράσματα αυτά βασίζονται σε δεδομένα που συνελέγησαν από το πεδίο, από μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) και δορυφορικές εικόνες, και συνοψίζονται ως εξής:
Πρόκειται για μια σοβαρή και επικίνδυνη δασική πυρκαγιά, η οποία κατέγραψε ένα θύμα, σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη βλάστηση και σχετικά περιορισμένες επιπτώσεις σε κατασκευές και υποδομές.
Η πυρκαγιά επεκτάθηκε από τα υψηλότερα υψόμετρα της Πεντέλης προς τα χαμηλότερα, επεκτεινόμενη με μεγάλη ταχύτητα λόγω ισχυρών ανέμων με γενική διεύθυνση προς το Νότο, στα νότια και νοτιο-ανατολικά πρανή, φτάνοντας έως τις παρυφές των οικισμών Παλαιά Πεντέλη, Γέρακας, Ανθούσα, Παλλήνη και Διώνη.
Η κατάσβεση της πυρκαγιάς παρουσίασε χαρακτηριστικές δυσκολίες λόγω αναγλύφου, πολύ ισχυρών ανέμων και του είδους της χαμηλής βλάστησης, στην οποία η πυρκαγιά κινήθηκε με ταχύ ρυθμό, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι γεωλογικές συνθήκες της περιοχής και οι έντονες μορφολογικές κλίσεις.
Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν καλή διαχείριση και συντονισμό από πλευράς δυνάμεων κατάσβεσης.
Οι κατασκευές της περιοχής καταγράφουν χαρακτηριστικά που τις καθιστούν ανθεκτικές σε μεγάλο βαθμό απέναντι στην πυρκαγιά (δόμηση από οπλισμένο σκυρόδεμα, λίγα εύφλεκτα υλικά) και εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, ένας μεγάλος αριθμός κατοικιών που ήρθε σε άμεση επαφή με την φωτιά δεν παρουσίασε επιπτώσεις.
Ο εξαιρετικά μικρός αριθμός βλαβών σε κτίρια εκτιμάται ότι οφείλεται στο ότι η πυρκαγιά ήταν κατά κύριο λόγο έρπουσα, με σχετικά αραιή καύσιμη ύλη, τα κτίρια παρουσιάζουν ανθεκτικότητα αλλά και στους χειρισμούς και την επιτυχημένη προσβολή της πυρκαγιάς από τις δυνάμεις κατάσβεσης.
Η ένταση της πυρκαγιάς σε ό,τι αφορά τον εδαφικό μανδύα εκτιμάται ότι δεν έλαβε πολύ υψηλές τιμές.
Λόγω της εκτεταμένης επίδρασης στο τοπικό υδρογραφικό δίκτυο και στις λεκάνες των νότιων πρανών της Πεντέλης αναμένεται να αυξηθούν τα φαινόμενα κατολισθήσεων, λασπορροών με φερτά υλικά, το φράξιμο υδατορεμάτων από θραύσματα βλάστησης και η σημαντική ενίσχυση της έντασης και συχνότητας των πλημμυρών σε βάθος αρκετών ετών.
Τα συμπεράσματα εξήχθησαν και δημοσιεύτηκαν στο 27ο τεύχος του “Newsletter of Environmental, Disaster, and Crises Management Strategies”, που εκδίδεται υπό την αιγίδα του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών ”Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων” του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.