Η Λουίζ Φλέτσερ, η ηθοποιός που καθήλωσε στον ρόλο της σκληρής νοσοκόμας Ράτσεντ στην ταινία «Στη Φωλιά του Κούκου» και απέσπασε για την ερμηνεία της Όσκαρ Α′ Γυναικείου Ρόλου, πέθανε σε ηλικία 88 ετών.
Όπως δήλωσε ο ατζέντης της Ντέιβιντ Σολ στο Associated Press, η Φλέτσερ πέθανε στον ύπνο της περιτριγυρισμένη από την οικογένειά της στην κατοικία της στη Γαλλία, την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου. Η αιτία θανάτου δεν ανακοινώθηκε.
Όταν επιλέχθηκε από τον Μίλος Φόρμαν για να παίξει στην ταινία του 1975 με τον Τζακ Νίκολσον, η Φλέτσερ ήταν ήδη σαράντα χρονών και ελάχιστα γνωστή, καθώς είχε μόλις επιστρέψει στην οθόνη μετά από δεκατή αποχή, επιλογή που είχε κάνει προκειμένου να μεγαλώσει τα παιδιά της. Ο Φόρμαν την είχε δει στην ταινία του Ρόμπερτ Άλτμαν «Κλέφτες σαν κι εμάς» ένα χρόνο πριν και η Φλέτσερ δεν γνώριζε τότε ότι τον ρόλο είχαν απορρίψει, ηθοποιοί, όπως μεταξύ άλλων η Αν Μπάνκροφτ, η Έλεν Μπέρστιν και η Άντζελα Λάνσμπερι.
«Ήμουν το τελευταίο άτομο που μπήκε στο καστ», έλεγε σε συνέντευξη της το 2004. «Μόνο όταν φτάσαμε στα μισά των γυρισμάτων συνειδητοποίησα ότι ο ρόλος είχε προταθεί σε άλλες ηθοποιούς οι οποίες αρνήθηκαν να εμφανιστούν σε έναν τόσο φρικτό ρόλο».
Παραλαμβάνοντας το Όσκαρ στην τελετή απονομής του 1976, η Φλέτσερ είπε στο κοινό: «Όπως φαίνεται με μισήσατε όλοι». Ακολούθησε ένα λεπτό σιωπής και μετά ξέσπασαν τα χειροκροτήματα. Στη συνέχεια, απευθύνθηκε στους κωφούς γονείς της, οι οποίοι βρίσκονταν στη γενέτειρα της, το Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα, μιλώντας και χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τη νοηματική: «Θέλω να σας ευχαριστήσω που με μάθατε να έχω ένα όνειρο. Βλέπετε το όνειρό μου να γίνεται πραγματικότητα».
Αργότερα το ίδιο βράδυ, ο Φόρμαν είπε στη Φλέτσερ και τον Τζακ Νίκολσον: «Τώρα θα κάνουμε όλοι τρομερές αποτυχίες». Τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο. Ο Φόρμαν σκηνοθέτησε στη συνέχεια το «Hair», την κινηματογραφική εκδοχή του επιτυχημένου μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ που δεν είχε αποδοχή, ο Νίκολσον σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε στο «Goin’ South», που γενικά θεωρείται μια από τις χειρότερες ταινίες του και η Φλέτσερ υπέγραψε για το «Exorcist II: The Heretic», ένα κακό σίκουελ της κλασικής ορίτζιναλ ταινίας.
Η Φλέτσερ δυσκολεύτηκε πολύ περισσότερο από τους συνομιλήκους άνδρες συναδέλφους της να βρει σημαντικούς ρόλους στο Χόλιγουντ. Συνέχισε ωστόσο να εργάζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Μετά τη «Φωλιά του Κούκου» έπαιξε στις ταινίες «Mama Dracula», «Dead Kids» και «The Boy Who Could Fly».
Για τις ερμηνείες της στις τηλεοπτικές σειρές «Joan of Arcadia» και «Picket Fences», απέσπασε υποψηφιότητες στα βραβεία Emmy, ενώ είχε παίξει και στο «Star Trek: Deep Space Nine» και το 1989 στη βιογραφική ταινία «The Karen Carpenter Story», ενσαρκώνοντας τη μητέρα των αδελφών Κάρπεντερ, του διάσημου μουσικού ντουέτου.
Ένα άλλο εμπόδιο στην καριέρα της Φλέτσερ ήταν το ύψος της. Την απέριπταν συχνά από τις οντισιόν επειδή ήταν ψηλότερη από τον άνδρα πρωταγωνιστή.
Αμέσως μετά την αποφοίτησή της από το North Carolina State University, η Φλέτσερ εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες για να κάνει τα πρώτα της βήματα στην υποκριτική.
Δουλεύοντας ρεσεψιονίστ σε ιατρείο την ημέρα και μελετώντας τη νύχτα με τον διάσημο ηθοποιό και δάσκαλο Τζεφ Κόρεϊ, άρχισε να παίρνει ρολάκια σε τηλεοπτικές σειρές όπως οι «Wagon Train», «77 Sunset Strip» και «The Untouchables».
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 παντρεύτηκε τον παραγωγό Τζέρι Μπικ με τον οποίον απέκτησε δύο γιους, οπότε και έμεινε μακριά από τα πλατό για έντεκα χρόνια. «Έκανα την επιλογή να σταματήσω να εργάζομαι, αλλά δεν το είδα ως επιλογή», είπε στη συνέντευξη του 2004. «Ένιωσα υποχρεωμένη να μείνω στο σπίτι». Με τον Μπικ, ο οποίος απεβίωσε το 2004, χώρισαν το 1977.
Ο χαρακτήρας της Ράτσεντ έγραψε ιστορία στο σινεμά και 45 χρόνια μετά ενέπνευσε τη σειρά «Ratched» του Netflix.
Η Εστέλ Λουίζ Φλέτσερ ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας. Γεννήθηκε στις 22 Ιουλίου 1934 στο Μπέρμιγχαμ. Η μητέρα της ήταν εκ γενετής κωφή και ο πατέρας της είχε χάσει την ακοή του όταν χτυπήθηκε από κεραυνό σε ηλικία 4 ετών.
«Ήταν σαν να έχεις γονείς μετανάστες που δεν μιλούν τη γλώσσα σου», είχε πει το 1982.