Ο Χάρι Μπελαφόντε, ο οποίος εισέβαλε στα ποπ τσαρτ και έσπασε τα φυλετικά εμπόδια στη δεκαετία του 1950 με την εξαιρετική προσωπική του σφραγίδα στην αμερικανική φολκ μουσική σκηνή, ενώ εξελίχθηκε σε σημαντική δύναμη στο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, πέθανε την Τρίτη 25 Απριλίου 2023, στο σπίτι του στο Upper West Side του Μανχάταν, σε ηλικία 96 ετών.
Αιτία θανάτου ήταν η καρδιακή ανεπάρκεια, δήλωσε ο Κεν Σάνσαϊν, επί χρόνια εκπρόσωπός του.
Σε μια εποχή που ο φυλετικός διαχωρισμός ήταν ακόμα ευρέως διαδεδομένος και τα μαύρα πρόσωπα εξακολουθούσαν να εμφανίζονται σπάνια στις μεγάλες και μικρές οθόνες, η άνοδος του Χάρι Μπελαφόντε στο ανώτερο κλιμάκιο της show business ήταν ιστορική.
Δεν ήταν ο πρώτος μαύρος καλλιτέχνης που ξεπέρασε τα φυλετικά όρια. Ο Λούις Άρμστρονγκ, η Έλα Φιτζέραλντ και άλλοι είχαν προηγηθεί. Κανένας όμως δεν είχε κάνει τόσο θόρυβο όσο εκείνος, και για μερικά χρόνια κανείς στη μουσική, μαύρος ή λευκός, δεν ήταν «μεγαλύτερος».
Γεννημένος στο Χάρλεμ από Τζαμαϊκανή μητέρα και πατέρα από τη Μαρτινίκα, ο Μπελαφόντε έζησε οκτώ χρόνια στη Τζαμάικα. Επέστρεψε στη Νέα Υόρκη για το γυμνάσιο αλλά αντιμετώπιζε πρόβλημα με τη δυσλεξία και εγκατέλειψε το σχολείο στις αρχές της εφηβείας. Σε ηλικία 17 χρονών, τον Μάρτιο του 1944, κι αφού είχε κάνει διάφορες δουλειές, βρέθηκε στο Αμερικανικό Ναυτικό σε μια βάση στο Νιου Τζέρσεϊ.
Μετά το τέλος του πολέμου, εργάστηκε ως βοηθός επιστάτη, αλλά ύστερα από κάποιες παραστάσεις που παρακολούθησε στο American Negro Theatre της Νέας Υόρκης, ήθελε να γίνει ηθοποιός (μαζί με έναν άλλο επίδοξο τότε ηθοποιό, τον σπουδαίο Σίντνεϊ Πουατιέ). Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής -με συμμαθητές τον Μάρλον Μπράντο και τον Γουόλτερ Ματάου -πληρώνοντας τα δίδακτρα με τα χρήματα που κέρδιζε τραγουδώντας φολκ, ποπ και τζαζ σε κλαμπ της Νέας Υόρκης, με μπάντες των οποίων μέλη ήταν μεταξύ άλλων, ο Μάιλς Ντέιβις και ο Τσάρλι Πάρκερ.
Το πρώτο του άλμπουμ, μία συλλογή παραδοσιακών φολκ τραγουδιών, κυκλοφόρησε το 1954. Το δεύτερο άλμπουμ του ήταν το πρώτο Νο 1 στο νέο τότε τσαρτ άλμπουμ του Billboard των ΗΠΑ τον Μάρτιο του 1956, αλλά η μεγάλη επιτυχία ήρθε με το τρίτο άλμπουμ.
Πυροδότησε σχεδόν μόνος του μια «τρέλα» για τη μουσική της Καραϊβικής με τραγούδια όπως το “Day-O (The Banana Boat Song)” και το “Jamaica Farewell”.
Το “Calypso”, το οποίο περιείχε και τα δύο αυτά τραγούδια, έφτασε στην κορυφή του τσαρτ του Billboard λίγο μετά την κυκλοφορία του το 1956 και έμεινε εκεί για 31 εβδομάδες!.
Έχοντας έρθει λίγο πριν την εμφάνιση του Έλβις Πρίσλεϋ, λέγεται ότι ήταν το πρώτο άλμπουμ ενός καλλιτέχνη που πούλησε περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Ήταν εξίσου επιτυχημένος ως πόλος έλξης σε συναυλίες: Όμορφος και χαρισματικός, κράτησε το κοινό μαγεμένο με δραματικές ερμηνείες ενός ρεπερτορίου που περιελάμβανε λαϊκά παραδοσιακά στοιχεία από όλο τον κόσμο - όπως το “Matilda”, το “Lead Man Holler”, αλλά και τρυφερές μπαλάντες όπως το “Scarlet Ribbons”.
Μέχρι το 1959 ήταν ο πιο ακριβοπληρωμένος μαύρος ερμηνευτής στην ιστορία, με πλούσια συμβόλαια για εμφανίσεις στο Λας Βέγκας, στο Greek Theatre στο Λος Άντζελες και στο Pallace της Νέας Υόρκης.
Με πληροφορίες Νew York Times