Πέθανε σε ηλικία 78 χρονών, ο Αμερικανός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Λιντς, ο δημιουργός που μπόλιασε το αμερικανικό σινεμά με το σουρεαλιστικό, συχνά σκοτεινό όραμα του, αφήνοντας παρακαταθήκη σπουδαίες ταινίες.
«Υπάρχει ένα μεγάλο κενό στον κόσμο τώρα που δεν είναι πια μαζί μας», αναφέρει η ανακοίνωση της οικογένειάς του σε ανάρτηση στο Facebook. «Αλλά, όπως θα έλεγε και ο ίδιος, Να κοιτάς το ντόνατ και όχι την τρύπα».
Τον Αύγουστο του 2024, ο Λιντς είχε αποκαλύψει ότι πάσχει από εμφύσημα μετά από χρόνια καπνίσματος και ότι και ότι πιθανότατα δεν θα μπορούσε πλέον να βγει από το σπίτι του για να σκηνοθετήσει.
Ο Ντέιβιντς Λιντς χάραξε ένα ιδιαίτερο μονοπάτι στον αμερικανικό κινηματογράφο, ήδη από το ξεκίνημά του ως φοιτητής με τις πειραματικές ταινίες μικρού μήκους που γύριζε, την επιτυχία της σουρεαλιστικής πρώτης του ταινίας Eraserhead, και στη συνέχεια, με μια σειρά βραβευμένων ταινιών, όπως το Blue Velvet, η Ατίθαση Καρδιά και το Mulholland Drive, καθώς και η τηλεοπτική σειρά-ορόσημο Twin Peaks.
Ήταν τρεις φορές υποψήφιος για Όσκαρ Σκηνοθεσίας με τις ταινίες Blue Velvet, The Elephant Man και Mulholland Drive, ενώ το 2019 του απονεμήθηκε τιμητικό Όσκαρ. Είχε κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες για την ταινία Wild at Heart (Ατίθαση Καρδιά) το 1990.
Γεννημένος στη Μοντάνα το 1946, ο Λιντς έκανε την πρώτη του πειραματική ταινία μικρού μήκους, το Six Men Getting Sick, ενώ ήταν φοιτητής στην Pennsylvania Academy of Fine Arts.
Εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες το 1971 και σπούδασε κινηματογραφική παραγωγή στο AFI Conservatory, όπου άρχισε να γυρίζει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το Eraserhead. Τελικά την ολοκλήρωσε το 1976. Η ασπρόμαυρη ιστορία του έγινε δεκτή ως επί το πλείστον με αμηχανία και απορρίφθηκε από τα περισσότερα κινηματογραφικά φεστιβάλ, αλλά στα τέλη της δεκαετίας του ’70 έγινε κάτι σαν επιτυχία στο κύκλωμα των «μεταμεσονύκτιων ταινιών».
Το Eraserhead οδήγησε ωστόσο, σε μια πρόταση από την εταιρεία παραγωγής του Μελ Μπρουκς: Να σκηνοθετήσει τον Άνθρωπο Ελέφαντα (The Elephant Man), με πρωταγωνιστή τον Βρετανό ηθοποιό Τζον Χερτ, στη βιογραφία του Joseph Merrick. Η ταινία ήταν υποψήφια για οκτώ Όσκαρ και έδωσε στον Λιντς το εισιτήριο για το Χόλιγουντ.
Αφού απέρριψε την πρόταση να σκηνοθετήσει την «Επιστροφή των Τζεντάι», συμφώνησε να γυρίσει τη διασκευή του επικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας «Dune» του Φρανκ Χέρμπερτ, αλλά η ταινία άλλαξε δραματικά στο στάδιο του post-production και αποδείχθηκε εμπορική και καλλιτεχνική καταστροφή. Αντί για τη σχεδιαζόμενη συνέχεια του Dune, ο Λιντς αποφάσισε να γυρίσει μια πιο προσωπική ταινία: το σκοτεινό νουάρ Blue Velvet (Μπλε Βελούδο) που έγινε επιτυχία, επαινέθηκε από κοινό και κριτικούς το 1986 και του χάρισε τη δεύτερη υποψηφιότητα για το Όσκαρ Σκηνοθεσίας.
Στη συνέχεια, καταπιάστηκε με ένα άλλο νουάρ, το διάσημο Twin Peaks, το οποίο, αντίθετα με τους γνωστούς σκηνοθέτες της εποχής, ο Λιντς το οραματίστηκε ως τηλεοπτική σειρά. Το Twin Peaks αψήφησε τις πρώτες προβλέψεις που έκαναν λόγο για αποτυχία στην προβολή του 1990 και αποδείχτηκε το πιο επιδραστικό έργο του. Ένας δεύτερος κύκλος μεταδόθηκε το 1990, μία πρίκουελ ταινία, το Fire Walk With Me, κυκλοφόρησε το 1992 και ένας τρίτος κύκλος ξεκίνησε περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, το 2017.
Την περίοδο που άρχιζε τα γυρίσματα του Twin Peaks, υπέγραψε την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Μπάρι Γκίφορντ Wild at Heart, με τους Νίκολας Κέιτζ και Λόρα Ντερν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ένα βίαιο road movie που έκανε πρεμιέρα στις Κάννες και του χάρισε τον Χρυσό Φοίνικα.
Το 1997 ο Λιντς άρχισε να επιστρέφει στις αβανγκάρντ ρίζες του με το Lost Highway, ένα σουρεαλιστικό θρίλερ με πρωταγωνιστές τον Μπιλ Πούλμαν και την Πατρίσια Αρκέτ, που απέτυχε στο box office. Δύο χρόνια αργότερα, το 1999, κυκλοφόρησε το The Straight Story, μια ιστορία για έναν ηλικιωμένο άνδρα (τον οποίο υποδύεται ο Ρίτσαρντ Φάρνσγουορθ) που διασχίζει 240 μίλια σε όλη τη χώρα με ένα μηχανοκίνητο χλοοκοπτικό.
Κι ύστερα, ήρθε η σειρά του Mulholland Drive. Ο Λιντς το είχε σχεδιάσει ως τηλεοπτική σειρά τύπου Twin Peaks. Ένας πιλότος που γυρίστηκε ακυρώθηκε από το δίκτυο ABC. Όμως το υλικό πήρε η γαλλική εταιρεία StudioCanal, η οποία του έδωσε τα χρήματα για να το κάνει ταινία μεγάλου μήκους. Η ταινία σημείωσε επιτυχία, εξασφάλισε στον Λιντς την τρίτη υποψηφιότητα για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και το 2016 ψηφίστηκε ως η καλύτερη ταινία του 21ου αιώνα. Ακολούθησε το 2006 το Inland Empire, γυρισμένο σε βίντεο και με πρωταγωνίστρια τη Λόρα Ντερν.
Στη συνέχεια, φάνηκε να απομακρύνεται από τις ταινίες μεγάλου μήκους, και μόνο ο τρίτος κύκλος του Twin Peaks το 2017 αποτέλεσε ένα μεγάλο κινηματογραφικό πρότζεκτ, αν και δημοσιεύματα ανέφεραν ότι δούλευε πάνω σε μια σειρά για το Netflix.
Ο Ντέιβιντ Λιντς παντρεύτηκε τέσσερις φορές και είχε μακροχρόνια σχέση με την πρωταγωνίστρια του Blue Velvet, Ιζαμπέλα Ροσελίνι.
Στίβεν Σπίλμπεργκ: «Ο κόσμος έχασε μία αυθεντική και μοναδική φωνή»
Οι σκηνοθέτες Στίβεν Σπίλμπεργκ και Ρον Χάουαρντ απέτιναν φόρο τιμής στον Ντέιβιντ Λιντς.
«Λάτρευα τις ταινίες του Ντέιβιντ. Τα «Blue Velvet», «Mulholland Drive» και «Elephant Man» τον καθιέρωσαν ως έναν μοναδικό, οραματιστή ονειροπόλο που σκηνοθετούσε ταινίες που έμοιαζαν χειροποίητες», ανέφερε ο Σπίλμπεργκ σε δήλωσή του. «Γνώρισα τον Ντέιβιντ όταν έπαιξε τον Τζον Φορντ στο ‘The Fabelmans’, όπου ήταν ένας από τους ήρωές μου -ο Ντέιβιντ Λιντς έπαιζε έναν από τους ήρωές μου. Ήταν σουρεαλιστικό και έμοιαζε σαν σκηνή από τις ταινίες του. Ο κόσμος έχασε μια αυθεντική και μοναδική φωνή. Οι ταινίες του έχουν ήδη αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου και θα συνεχίσουν».
Ο Ρον Χάουαρντ χαρακτήρισε τον Λιντς «έναν ευγενικό άνθρωπο και ατρόμητο καλλιτέχνη που ακολούθησε την καρδιά και την ψυχή του και απέδειξε ότι ο πρωτοποριακός πειραματισμός μπορεί να δημιουργήσει αξέχαστο κινηματογράφο», όπως έγραψε σε ανάρτηση στο X.
Ο Λιντς, ο οποίος είχε εμφανιστεί στο «Twin Peaks» και στο «The Fabelmans» του Σπίλμπεργκ, είχε κυκλοφορήσει και τρία στούντιο άλμπουμ. Εκτός από τα χόμπι του, τη ζωγραφική και τη φωτογραφία, ήταν επίσης μεγάλη μορφή στον κόσμο του υπερβατικού διαλογισμού. Το 2005 ίδρυσε το David Lynch Foundation για την προώθησή του.