
Μετά την επιστροφή του Ντόναλντ τραμπ στο Λευκό Οίκο, οι πετρελαϊκές εταιρείες - κι όχι μόνο οι αμερικανικές- αναθάρρησαν, καθώς τα σχέδια για παγκόσμια μετάβαση στην πράσινη ενέργεια άρχισαν να «παγώνουν».
Κι ενώ πετρελαϊκοί κολοσσοί όπως οι βρετανικές BP και Shell και η νορβηγική Equinor ανακοίνωσαν πρόσφατα ότι προχωρούν σε περικοπή των δαπανών για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και αυξάνουν την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, o Αυστραλός μεγιστάνας των ορυχείων Andrew Forrest διαφοροποιείται.
Μιλώντας στο CNBC, ο ιδρυτής και εκτελεστικός πρόεδρος της Fortescue, υποστηρίζει ότι οι «πετρελαιάδες» θα κάνουν μεγάλο λάθος αν απομακρυνθούν από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη στιγμή που οι ευρωπαϊκές μεγάλες εταιρείες ενέργειας προσπαθούν να αντικαταστήσουν τον βρώμικο άνθρακα με καθαρή ενέργεια.
Ενέργεια με κάθε κόστος;
Ωστόσο, όπως αναφέρει: «οι πελάτες δεν θέλουν πλέον την ενέργεια, χωρίς να νοιάζονται για το περιβαντολλογικό κόστος. Θέλουν πράσινη ενέργεια αλλά στην ίδια τιμή με του άνθρακα».
Και όπως υποστηρίζει ο Andrew Forrest, είναι διατεθειμένος να την παρέχει σε αντίθεση με άλλες μεγάλες εταιρείες πετρελαίου όπως η Exxon Mobil, η Total Energies και η Chevron , που έχουν ξεπεράσει τους ευρωπαίους αντιπάλους τους τα τελευταία χρόνια, και στράφηκαν στη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα και υδρογόνου, αντί για την αιολική και ηλιακή ενέργεια.
Πέρυσι, η Exxon Mobil δήλωσε ότι αναμένει τα ορυκτά καύσιμα να αποτελούν περισσότερο από το ήμισυ του ενεργειακού μείγματος παγκοσμίως το 2050, παρά τις προσπάθειες για μετάβαση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Η Total Energies από την πλευρά της, προτίμησε να επενδύσει σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα καθώς επιδιώκει μια προσφορά «πολλαπλής ενέργειας».
Η Fortescue, η οποία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης σιδηρομεταλλεύματος στον κόσμο, έχει ανακοινώσει τα σχέδια της να σταματήσει την καύση ορυκτών καυσίμων σε όλες τις δραστηριότητές της στην Αυστραλία μέχρι το τέλος της δεκαετίας, προτρέποντας κι άλλες εταιρείες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
Η Lindsey Stewart, διευθύντρια έρευνας και διαχείρισης στη Morningstar Sustainalytics, υποστήριξε ότι η πλειοψηφία των μετόχων των ενεργειακών κολοσσών «επιμένουν να αρέσκονται στα δισ. δολάρια που βγάζουν από τον άνθρακα ακόμη και αν ξέρουν ότι είναι βραχυπρόθεσμα».
«Έχουν συνηθίσει σε μια σταθερή ροή μετρητών με τη μορφή μερισμάτων και επαναγορών μετοχών τα τελευταία χρόνια και φαίνεται ότι θέλουν τα Δ.Σ να συνεχίσουν αυτή την πολιτική με βραχυπρόθεσμα οφέλη έναντι των μακροπρόθεσμων στόχων ενεργειακής μετάβασης», είπε η Stewart στο CNBC.
Ο Έσπεν Έρλινγκσεν, επικεφαλής έρευνας της Rystad Energy, εκτιμά ότι η πράσινη μετάβαση, δεν μπορεί να καθοδηγηθεί από τους ευρωπαϊκούς και Αμερικανικούς πετρελαϊκούς γίγαντες όπως η Shell, η BP και η Equinor, αλλά από μικρές περιφερειακές εταιρείες που πρωτοστατούν.
«Βραχυπρόθεσμη σκέψη»
Ερωτηθείς για το πώς αισθάνεται για την πολιτική υπέρ του άνθρακα που έχει ανακονώσει ο Τραμπ, ο Forrest υποστηρίζει ότι αυτές οι αποφάσεις αντικατοπτρίζουν την τάση να δοθεί προτεραιότητα στους τριμηνιαίους στόχους κερδών και τα μπόνους των στελεχών κι όχι στην μελλοντική κερδοφορία.
Κι ενώ οι πετρελαϊκές εταιρείες προσπαθούν με τις ευλογίες του Τραμπ να διατηρήσουν, όσο μπορούν τα υψηλά τους κέρδη από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, ο Forrest υπερασπίζεται τις απόψεις του λέγοντας ότι «το ίδιο το κλίμα είναι πολύ πιο ισχυρό από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και από οποιονδήποτε μπορεί να κατοικεί στον Λευκό Οίκο».
Οι επιστήμονες έχουν επανειλημμένα πιέσει για γρήγορες μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για να σταματήσει η παγκόσμια μέση άνοδος της θερμοκρασίας. Αυτές οι κλήσεις συνεχίστηκαν μέσω μιας ανησυχητικής σειράς ρεκόρ θερμοκρασίας, με τον πλανήτη να καταγράφει το 2020, το πιο ζεστό έτος στην ιστορία.
Απόψεις, που όμως ο Ντόναλντ Τραμπ χλευάζει, παρότι κάθε χρόνο οι ΗΠΑ πληρώνουν ακριβά τις ακραίες θερμοκρασίες που τροφοδοτούνται από την κλιματική κρίση, η κινητήρια δύναμη της οποίας είναι η καύση ορυκτών καυσίμων.