Ο Pierre-Antoine Lebrun (Πιερ-Αντουάν Λεμπρέν) γεννήθηκε στο Παρίσι στις 29 Νοεμβρίου 1785 και πέθανε στην γενέτειρά του στις 27 Μάϊου 1873. Ήταν ένας σημαντικός ποιητής και συγγραφέας του 19ου αιώνα της σχολής του ρομαντισμού.
Σπούδασε στο στρατιωτικό κολέγιο του Saint-Cyr. Ξεκίνησε την καριέρα του με την συγγραφή έργων που εξυμνούσαν την πρώτη αυτοκρατορία. Μάλιστα το πρώτο του έργο «Ωδή στην μεγάλη στρατιά» (Ode à la grande armée – 1805), τράβηξε την προσοχή του Μεγάλου Ναπολέοντος που του προσέφερε μία μηνιαία αμοιβή από το δημόσιο. Στη συνέχεια συνέγραψε διάφορα έργα: Ulysse (1814), Marie Stuart (1820), Le Cid d’Andalousie (1825). Μάλιστα το έργο του Marie Stuart (το οποίο εμπνεύσθηκε από την γοητεία και επιρροή που ασκούσαν σε αυτόν τα έργα του Φρήντριχ Σίλλερ) χαρακτηρίσθηκε ένα από τα σημαντικότερα θεατρικά έργα του Ρομαντισμού. Το 1822 δημοσίευσε ένα έργο για τον θάνατο του Ναπολέοντα, που του κόστισε την αμοιβή που ελάμβανε. Ήταν φίλος πολλών προσωπικοτήτων από τον χώρο της διανόησης όπως τον Honore de Balzac, τον Victor Hugo, τον Sainte-Beuve, κλπ.
Ο Lebrun ταξίδευσε στην Ελλάδα πριν από την Ελληνική Επανάσταση, το 1820 με το πλοίο «Θεμιστοκλής». Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του άκουσε για πρώτη φορά τον Θούριο του Ρήγα Φεραίου. Με κυβερνήτη τον Τομπάζη, το πλοίο αυτό κήρυξε το 1821 την Επανάσταση στα περισσότερα ελληνικά νησιά. Στο πλοίο αυτό υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και πολλοί φιλέλληνες, όπως ο Αμερικανός George Jarvis.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα, καταγράφει τις εντυπώσεις του και τις εμπειρίες του. Με το υλικό αυτό ετοιμάζει ένα από σημαντικότερα του έργα, το οποίο εκδίδεται το 1828 στο Παρίσι. Πρόκειται για ένα μεγάλο ποίημα με τίτλο Le voyage de Grèce (Το ταξίδι της Ελλάδας).
Στον πρόλογο του έργου του περιγράφει τρεις κατηγορίες Ελλήνων που γνώρισε στην προεπαναστατική Ελλάδα: τους ορεσίβιους που μέχρι ενός σημείου είχαν διατηρήσει την ανεξαρτησία τους, τους θαλασσινούς που σκέφτονταν να την επανακτήσουν, και τους κατοίκους των κάμπων και των πόλεων που έμοιαζαν να μη μπορούν πλέον να την ονειρευθούν, γιατί είχαν εξοικειωθεί απόλυτα με την ιδέα της σκλαβιάς.
Ο Lebrun παρουσιάζει στον πρόλογό του, που συνέταξε στο τέλος της Επανάστασης, όσα βίωσε και είδε, ενώ αναφέρεται με λεπτομέρειες και στη Ναυμαχία στο Ναβαρίνο.
Για όλη την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ο Lebrun υπήρξε υποστηρικτής των δικαίων της Ελλάδας.
Ο Lebrun, χάρη στο έργο του Le Voyage de Grèce εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1828, και το 1831 ορίσθηκε διευθυντής της Imprimerie Royale στην Γαλλία, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1848. Από το 1839 έως το 1848 ήταν μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας και το 1853 εξελέγη γερουσιαστής.
Η Γαλλία τον τίμησε το 1836 με το παράσημο του Ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής, το 1839 με τίτλο ευγενείας, και το 1861 με το παράσημο του Grand Officier της Λεγεώνος της Τιμής. Το 1844 τιμήθηκε και από την Ακαδημία Επιστημών της Βαυαρίας.
Pierre-Antoine Lebrun, Le Voyage de Grèce, «Το ταξίδι της Ελλάδας»
Η Λητώ Σεϊζάνη έχει μεταφράσει χαρακτηριστικά τμήματα του έργου του Pierre-Antoine Lebrun, «Το ταξίδι της Ελλάδας», και αναφέρεται στον γεμάτο συναίσθημα ποιητή:
«Με την ηρωική Ελλάδα, με την Ελλάδα της Ευρώπης, ανέμιξα συχνά αυτήν που θα μπορούσα ν’ αποκαλέσω δική μου, αυτήν που αποτελείται από τόπους που είδα, από ανθρώπους που γνώρισα, από χαρές που δοκίμασα».
Και η Λητώ Σεϊζάνη αναφέρει: «Όσο για το ποίημα αυτό καθ’ εαυτό; Από τους στίχους του παρελαύνουν όλοι οι ήρωες της Επαναστάσεως, αναρίθμητοι όσοι και οι τόποι των μαχών. Οι στίχοι του Lebrun έχουν ιδιαίτερη σημασία, επαναλαμβάνω, καθώς γράφτηκαν την εποχή που συνέβαιναν τα μεγάλα γεγονότα, αποτελούν ουσιαστικά μια ζωντανή αποτύπωσή τους την ίδια στιγμή, σε λογοτεχνική μορφή.
Εκστασιασμένος ο Lebrun βλέπει για πρώτη φορά την Ελλάδα αληθινή μπροστά του και δεν μπορεί να κρύψει τον ενθουσιασμό του:
«Η Σπάρτη ήταν εκεί, κρυμμένη. Κι εγώ, ψηλά από το κατάρτι
Προς εκείνην, προς τα βουνά της φέρνοντας τα μάτια μου γοργά
Έριχνα βλέμματα προσηλωμένα, τεταμένα, διψασμένα
Την έψαχνα παντού, χαμηλόφωνα έλεγα τ’όνομά της
Γελούσα, έκλαιγα. Η ελευθερία, η δόξα
Ο Λεωνίδας, η Ελένη, κι ο μύθος κι η ιστορία
Η Ελλάδα με τις τέχνες της, με τους σοφούς, τους ήρωές της
Όλη μπροστά μου ανέβαινε στον ορίζοντα των κυμάτων.
Κι έβλεπα την Ελλάδα και δεν τολμούσα να το πιστέψω!
Κι όσο πιο πολύ την ένοιωθα να πλησιάζει…
Σε μια τέτοια στιγμή άλλος θα έχανε τη μνήμη του!
Ω καρδιά μου, πώς χτυπάς στη θύμηση αυτή και μόνο!
Καθώς ετοιμάζεται να πατήσει το πόδι του στη στεριά, σκέφτεται:
Είμαι Έλληνας κι εγώ όπως κι αυτοί
Ναι, είναι η πατρίδα μου
Ναι, σαν κι εκείνους επιστρέφω στην αγαπημένη ακτή,
Ξέρω όλους τους δρόμους, γνωρίζω όλα τα ονόματα.» (μετάφραση Λητώ Σεϊζάνη)
Και όπως τονίζει η Λητώ Σεϊζάνη (litoseizani.com) «Διακόσια χρόνια μετά, οι στίχοι του φαντάζουν σαν να γράφτηκαν σήμερα. Τέτοιες είναι οι δυνάμεις της αληθινής αγάπης, της καρδιάς που πάλλεται στη θέα ενός ανθρώπου ή ενός τόπου. Και τέτοια είναι η αγάπη που μπορεί να γεννήσει η Ελλάδα σε δικούς της και σε ξένους».
Ακολουθεί άλλο ένα απόσπασμα από «το ταξίδι της Ελλάδας» (μετάφραση: Λητώ Σεϊζάνη)
«Νά’τοι οι ήρωες
Νά’τοι οι ήρωες, νά’τοι οι άξιοι γιοί!
Μπότσαρη! Πίστεψαν οι τριακόσιοι πως τον αρχηγό τους ξαναβρήκαν
Γέρο Κολοκοτρώνη, ωραίε Μαυρομιχάλη,
Με το αετίσιο μάτι Οδυσσέα, και με πέταγμα εξίσου γρήγορο
Τζαβέλλα, Νικήτα, Μήτσο, ράτσα ατρόμητη
Έρχεστε σεις γι’αυτό βλέπω τους Οθωμανούς νά’χουν χλομιάσει
Στο Αρχιπέλαγος είδα να τρέπεται τεράστιος στόλος σε φυγή
Νά’ναι άραγε, ω Κανάρη, τα μπουρλότα σου που προχωρούν;
Θρίαμβος! Βιαστείτε κατορθώματα ηρωικά
Βιαστείτε ευτυχισμένοι καιροί να σας υμνήσει η φωνή μου
Κάντε να λάμψει η ώρα που, επιτέλους, η Ελλάδα ελεύθερη
Με τον ήλιο της, χαρούμενο, να μοιράζεται την ευθυμία
Στον ίσκιο του σταυρού θα πάει στεφανωμένη να καθίσει.
…
Λαοί, σώστε έναν λαό που δεν του πρέπει η σκλαβιά
Που με κινδύνους τρομερούς το θάρρος του τα βάζει.
Μόνον θα τον αφήσετε ενάντια σε τόσους δημίους;
Χωρίς, αλλοίμονο, ομοψυχία, αφού δεν έχει ηγέτη
Δεν έχει όπλα, ούτε θησαυρούς. Μην έχει οπλοστάσιο;
Έχει μολύβι, σίδερο, έχει μουσκέτα, έχει μπαρούτι;
Μήπως έχει ψωμί; Ο αγώνας του ίσως να είναι και δικός σας.»
O Pierre-Antoine Lebrun αναφέρει και ένα «ανάθεμα» κοντά στην Πάτρα, έναν τόπο μ’έναν σωρό από πέτρες. Γράφει:
«Εκεί κάθε Έλλην που περνά, από αδυναμία εξοργισμένος,
Ρίχνει και από μια, και υπόσχεται να εκδικηθεί έναν Τούρκο
Κάθε πέτρα είναι μια ευχή, κάθε πέτρα μια κατάρα
Κι αντιπροσωπεύει ένα ξίφος, και σχεδιάζει έναν θάνατο.
Το ανάθεμα μεγαλώνει, και η πεδιάδα γεμίζει».
Για περισσότερα νέα μας επισκεφτείτε το site μας www.eefshp.org ή ακολουθήστε μας στο Facebook και στο Instagram
Pierre-Antoine Lebrun, Γάλλος ποιητής, συγγραφέας και πολιτικός, φλογερός Φιλέλληνας