Η επιβολή του πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο από την ΕΕ, που ξεκινά στις 5 Δεκεμβρίου, θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου και να «χτυπήσει» πραγματικά την ρωσική οικονομία.
Όμως, αυτή η πρόθεση των ΗΠΑ και της Κομισιόν, φαίνεται οτι θα έχει τελικά μικρή επίδραση, καθώς οι 27 παραμένουν διχασμένοι στο όριο του πλαφόν, ενώ Κίνα και Ινδία αρνούνται και να συζητήσουν το ενδεχόμενο επιβολής περιοριστικών μέτρων στο ρωσικό πετρέλαιο.
Η αδυναμία της ΕΕ
Οι 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφώνησαν τον Ιούνιο να θέσουν πλαφόν στις θαλάσσιες αποστολές ρωσικού αργού πετρελαίου από τις 5 Δεκεμβρίου. Στην πράξη, η ΕΕ — μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία, τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο — θέλουν με αυτό τον τρόπο να μειώσουν δραστικά τα έσοδα της Ρωσίας από το πετρέλαιο, τα οποία θεωρούν οτι χρηματοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ωστόσο, η ΕΕ εξακολουθεί να παραμένει διχασμένη ως προς το ύψος του πλαφόν με το Bloomberg,να αναφέρει οτι η Κομισιόν πρότεινε σήμερα τα 60 δολάρια το βαρέλι, σε μια προσπάθεια μα γεφυρώσει τις διαφορές.
Η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής ήταν αντίθετες ακόμη και στα 62 δολάρια το βαρέλι και ζητούσαν ακόμη χαμηλότερη τιμή, ενώ η Ελλάδα και οι υπόλοιπες χώρες με ισχυρή ναυτιλία, δεν θέλουν ένα πλαφόν κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι. Σήμερα, το ρωσικό πετρέλαιο διαπραγματεύεται περίπου στα 66 δολάρια το βαρέλι.
Οι ανησυχίες ότι μια πλήρης απαγόρευση του ρωσικού πετρελαίου από την Ευρώπη, θα εκτινάξει τις τιμές του αργού στα ύψη, οδήγησε και τους G-7 να εξετάσουν το ενδεχόμενο να θέσουν ανώτατο όριο στο ποσό που θα πληρώνουν για το ρωσικό πετρέλαιο.
Ο Χένινγκ Γκλόιστειν, διευθυντής ενέργειας, κλίματος και πόρων στην Eurasia Group, μιλώντας στο CNBC, υποστηρίζει οτι «μια οριστική απαγόρευση των ρωσικών εισαγωγών θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στις αγορές» υποστηρίζοντας ότι «η πιθανότητα αύξησης των τιμών του πετρελαίου θα μπορούσε να προκληθεί από τις ισχυρές πιέσεις των ΗΠΑ».
Σε αυτή την περίπτωση, οι G-7 θα αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο σε χαμηλότερη τιμή, σε μια προσπάθεια να μειώσουν τα εισοδήματα της Ρωσίας από το πετρέλαιο χωρίς να αυξήσουν τις τιμές του αργού σε όλο τον κόσμο.
Μιλώντας στο CNBC, ο Ολλανδός υπουργός Ενέργειας είπε ότι το ανώτατο όριο στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου είναι «ένα πολύ σημαντικό επόμενο βήμα».
«Αν θέλετε αποτελεσματικές κυρώσεις που μπορούν να βλάψουν πραγματικά το ρωσικό καθεστώς, τότε χρειαζόμαστε αυτόν τον μηχανισμό στο πετρέλαιο. Ελπίζουμε λοιπόν να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε σε αυτό, το συντομότερο δυνατό», είπε ο Ρόμπ Γέτεν.
Αξιωματούχοι του Κρεμλίνου έχουν ωστόσο επανειλημμένα δηλώσει, ότι η επιβολή πλαφόν είναι ένα εχθρικό για τη Μόσχα μέτρο και δεν θα πουλήσουν το πετρέλαιο τους σε χώρες που έχουν εφαρμόσει το ανώτατο όριο.
Ελπίζουν ωστόσο, οτι μεγάλοι αγοραστές και «σύμμαχοι» τους όπως η Ινδία και η Κίνα, δεν θα συμφωνήσουν στο όριο και θα συνεχίσουν να αγοράζουν το πετρέλαιο τους.
Κίνα και Ινδία
Αν και τα κράτη της G-7 συμφώνησαν στην επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο τον Σεπτέμβριο, σε μια νέα συζήτηση ζήτησαν να υπάρξει ένας μηχανισμός επανεξέτασης του πλαφόν .
Στο μεταξύ, Κίνα και η Ινδία, αύξησαν από τότε τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, επωφελούμενοι από τις πολύ μειωμένες τιμές μετά το «κλείσιμο» της Ευρωπαϊκής αγοράς.Κι όλα αυτό, όταν η συμμετοχή τους θεωρείται απαραίτητη για να λειτουργήσουν οι περιορισμοί στο ρωσικό πετρέλαιο.
«Η Κίνα και η Ινδία είναι ζωτικής σημασίας καθώς αγοράζουν το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πετρελαίου», δήλωσε στο CNBC ο Τζέικομπ Κίρκεγκάαρντ, ανώτερος συνεργάτης στο Peterson Institute for International Economics.
«Δεν θα δεσμευτούν, ωστόσο, για πολιτικούς λόγους, καθώς το ανώτατο όριο είναι μια πολιτική απόφαση στην οποία πρωτοστατούν οι ΗΠΑ για δικούς τους εμπορικούς λόγους, καθώς παίρνουν ήδη πολύ φθηνό πετρέλαιο από τη Ρωσία, οπότε γιατί να το θέσουμε σε κίνδυνο; Το να πιστεύουν οι υπόλοιποι στους G7 ότι οι δύο αυτές χώρες, θα ενταχθούν οικειοθελώς ήταν πάντα αφελές καθώς η Ουκρανία δεν είναι τόσο σημαντική για αυτούς».
Ο υπουργός Πετρελαίου της Ινδίας έχει άλλωστε ξεκαθαρίσει από τον Σεπτέμβριο ότι έχει «ηθικό καθήκον» μόνο απέναντι στους καταναλωτές της χώρας του γι αυτό «θα αγοράσουμε πετρέλαιο από τη Ρωσία όπως θα αγοράσουμε και από οποιονδήποτε άλλο».
Ως εκ τούτου, υπάρχουν σημαντικές αμφιβολίες σχετικά με τον πραγματικό αντίκτυπο των περιορισμών στη Ρωσία.
«Οι ενεργειακές κυρώσεις κατά της Ρωσίας ήρθαν πολύ αργά και πολύ δειλά», δήλωσε ο Γκούντραμ Γούλφ, διευθυντής του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων.
«Αυτό είναι απλώς μια συνέχεια μιας ατυχούς σειράς δειλών αποφάσεων. Όσο περισσότερο και αργότερα έρχονται οι κυρώσεις, τόσο πιο εύκολο θα είναι για τη Ρωσία να τις παρακάμψει».
Πληροφορίες από CNBC, Bloomberg