Και να, λοιπόν, που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα εκρηκτικό μείγμα, στο οποίο επιτόκια και πληθωρισμός αυξάνονται, ενώ ταυτόχρονα ο στασιμοπληθωρισμός εμφανίζεται να εδραιώνεται.
Πληθωρισμός
Μετά από χρόνια αντιπληθωρισμού, δηλαδή, σταδιακής μείωσης του γενικού επιπέδου των τιμών, θυμηθήκαμε την «ξεχασμένη» έννοια του πληθωρισμού. Εκείνη, τη δυσάρεστη κατάσταση, η οποία μας κάνει «φτωχότερους». Και γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι, ενώ το ονομαστικό μας εισόδημα παραμένει σταθερό, το πραγματικό μειώνεται.
Πράγματι, πηγαίνοντας στο Super Market, για παράδειγμα, με 100€, αγοράζουμε λιγότερα προϊόντα ή μακρότερες ποσότητες από αυτά που αγοράζαμε. Και ο λόγος βέβαια είναι ότι αυξήθηκαν οι τιμές των προϊόντων.
Αναμφίβολα, όλοι «βιώνουμε» τις αυξήσεις που έχουν καταγραφεί στο πετρέλαιο, στη βενζίνη, στο φυσικό αέριο, στα τρόφιμα. Κάτι που σημαίνει αύξηση του κόστους ζωής.
Βέβαια, όπως και σε κάθε κατάσταση, δεν υπάρχουν μόνο «χαμένοι». Κάποιοι βγαίνουν ωφελημένοι. Στην περίπτωση ύπαρξης πληθωρισμού, οι «τυχεροί» είναι εκείνοι που έχουν συνάψει δάνειο με σταθερό επιτόκιο. Και αυτό, γιατί τα χρήματα που πληρώνουν για τη δόση του δανείου τους, στην πραγματικότητα, έχουν μικρότερη αξία.
Για παράδειγμα, αν κάποιος δανείστηκε για ένα χρόνο 1.000 € και ο ρυθμός πληθωρισμού στο τέλος του έτους διαμορφώθηκε στο 10%, τότε ο δανειζόμενος θα επιστρέψει ασφαλώς τα 1.000 € (συν τον τόκο), αλλά η πραγματική αξία των 1.000 € θα ισούται με 1.000 / 1,1 = 909 €.
Το παραπάνω βέβαια θα ισχύει - όπως ήδη αναφέραμε - αν τα επιτόκια παραμένουν σταθερά.
Επιτόκια
Η κλασικό όπλο της νομισματικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων, είναι η αύξηση των επιτοκίων. Το οποίο συμβαίνει σε Ευρώπη και ΗΠΑ, εδώ και μήνες.
Πώς λειτουργεί αυτό;
«Η αύξηση των επιτοκίων, θεωρητικά αποτελεί αντικίνητρο για κατανάλωση, δεδομένου ότι τα υψηλά επιτόκια κάνουν «ελκυστική» την αποταμίευση. Και εφόσον, μειώνεται η κατανάλωση (ζήτηση), οι τιμές των αγαθών θα σταματήσουν να αυξάνονται ή/και θα αρχίσουν να μειώνονται (αποπληθωρισμός)».
Στασιμοπληθωρισμός
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, στην παγκόσμια οικονομία, επικρατούσε η άποψη ότι υψηλός πληθωρισμός και υψηλή ανεργία δεν μπορούσαν να συνυπάρχουν. Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τις εμπειρικές παρατηρήσεις του Νεοζηλανδού οικονομολόγου William Phillips (1914 –1975), η αύξηση του πληθωρισμού οδηγούσε σε μείωση της ανεργίας και αντίστροφα.
Η λογική του Phillips βασιζόταν στο γεγονός ότι, όταν η οικονομία βρίσκεται σε άνοδο, οι τιμές αυξάνονται, εμφανίζεται, δηλαδή, πληθωρισμός. Παράλληλα, όμως, η ανοδική πορεία δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, άρα μειώνεται η ανεργία.
Και, πράγματι, για τις προηγούμενες δεκαετίες του ’70, τότε που η παγκοσμιοποίηση δεν είχε εδραιωθεί - επομένως και η αλληλεξάρτηση των οικονομιών - η παραπάνω «λογική» ήταν συμβατή (τουλάχιστον σε βραχυχρόνιο επίπεδο) με τα μέχρι τότε δεδομένα της οικονομικής θεωρίας.
Όμως, η πρώτη πετρελαϊκή κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με την έκρηξη του 4ου Αραβοϊσραηλινού πολέμου, ήρθε για να αναθεωρήσει την προηγούμενη άποψη.
Λίγο μετά την έναρξη του πολέμου (1973), ο Οργανισμός Αραβικών Εξαγωγέων Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών (OAPEC), αύξησε την τιμή του πετρελαίου κατά 70%, ενώ λίγο αργότερα, επέβαλε πλήρες εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου προς τις ΗΠΑ, Καναδά, Ιαπωνία και Ολλανδία (και έμμεσα σε όλη τη Δυτική Ευρώπη).
Το αποτέλεσμα ήταν ο τριπλασιασμός της διεθνούς τιμής του πετρελαίου μέσα σε τέσσερεις μόλις μήνες, παρασύροντας σε αύξηση και τις τιμές των περισσότερων αγαθών.
Τα επόμενα χρόνια, από το 1975 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80, χαρακτηρίστηκαν, ιδιαίτερα για τις χώρες εισαγωγείς πετρελαίου, από χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης με αυξημένη ανεργία αλλά και, ταυτόχρονα, με υψηλό πληθωρισμό.
Η έννοια του στασιμοπληθωρισμού εμφανίστηκε για να προστεθεί στη μέχρι τότε οικονομική γνώση και να «μας μάθει» ότι πληθωρισμό μπορεί να έχουμε ακόμα και στη φάση της στασιμότητας της οικονομίας (ύφεσης) όπου υπάρχει αυξημένη ανεργία. Επομένως, οι δύο έννοιες πληθωρισμός και ανεργία, μπορούσαν να συνυπάρχουν.
Το εκρηκτικό μείγμα
Έχοντας περάσει τις οδυνηρές συνέπειες από τα μνημονιακά χρόνια, 2010 – 2018, και στη συνέχεια, της πανδημίας που προκλήθηκε από τον Covid – 19, εμφανίζονται τώρα - ενώ η οικονομία προσπαθούσε να ανακάμψει – πληθωρισμός. Και όπως αναφέραμε, προηγουμένως, αυξάνονται - για την αντιμετώπισή του - τα επιτόκια.
Αυτή, όμως, η αύξηση των επιτοκίων, δεν «βγάζει ιδιαίτερα» προς τα έξω, ότι αφορά την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, και όχι των επιτοκίων καταθέσεων.
Οι συνέπειες, λοιπόν, για εκείνον που έχει συνάψει δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο, ποιες είναι;
«Η αύξηση των επιτοκίων, να του «αφαιρεί» το όφελος της ύπαρξης πληθωρισμού!».
Ταυτόχρονα δε, οι όποιες, καταθέσεις του να «πριμοδοτούνται» με ένα επιτόκιο, πολύ κοντά, στο μηδέν!
Πρόσθετα, ο ονομαστικός μισθός, παραμένει σταθερός. Όπως, ήδη αναφέραμε, αυτό σημαίνει «λιγότερα χρήματα στην τσέπη μας».
Την ίδια στιγμή, η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, δηλαδή η αύξηση του κόστους του χρήματος, αποθαρρύνει τις νέες επενδύσεις ή γενικότερα, το άνοιγμα νέων επιχειρήσεων. Κάτι που θα ωθούσε την οικονομία στην άνοδο.
Αυτός ο συνδυασμός, οδηγεί σε μια «νέα» φτωχοποίηση, σε συνέχεια αυτής των προηγούμενων ετών.
Μήπως, όπως στα χρόνια της κρίσης, έγιναν τρεις κινήσεις ανακεφαλαιοποίησης του κλάδου των Τραπεζών, στις οποίες συμμετείχαν οι πολίτες, κατ΄ ελάχιστο με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών -, θα πρέπει να γίνουν και αντίστοιχες, για την ανακεφαλαιοποίηση του πολίτη;