Οι αμερικανοτουρκικές σαφώς επιδεινώθηκαν πρόσφατα εξαιτίας της φυλάκισης του Αμερικανού πάστορα στην Τουρκία. Το πρόβλημα ξεκίνησε από τότε που ανέλαβε την ηγεσία του Λευκού Οίκου ο Ντόναλντ Τραμπ, όταν ζήτησε την απελευθέρωση του πάστορα στην πρώτη συνάντησή του με τον Ερντογάν στην Ουάσιγκτον. Ο Ερντογάν ξέφυγε από το αίτημα αυτό συνδέοντάς το με την παράδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν. Με τον καιρό το θέμα ήρθε πάλι στην επιφάνεια στις επόμενες συναντήσεις μεταξύ των δύο προέδρων. Στην πρόσφατη συνάντησή τους στο ΝΑΤΟ, ο Τραμπ ήταν αυστηρότερος με τον Ερντογάν για το θέμα του πάστορα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Είναι γεγονός ότι οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν κατά των Τούρκων Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών επηρέασαν την οικονομία της Τουρκίας και οδήγησαν σε περαιτέρω πτώση της τιμής του τουρκικού νομίσματος που υποφέρει από την αστάθεια ενός έτους. Η ατμόσφαιρα αυτή μεταξύ των δύο χωρών διαμορφώθηκε την ίδια στιγμή που η Ουάσιγκτον προσφέρει το σύστημα Patriot στην Άγκυρα, και την ίδια στιγμή που οι Τούρκοι πιλότοι εκπαιδεύονται στα F-35. Θα είναι ένα καλοκαιρινό σύννεφο ή θα έχει μεγαλύτερες επιπτώσεις;
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις άρχισαν να επιδεινώνονται και να εισέρχονται σε ένα σκοτεινό τούνελ από το καλοκαίρι του 2016 και συγκεκριμένα με την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του καθεστώτος της Άγκυρας. Η τουρκική διοίκηση είδε καθαρά τα δακτυλικά αποτυπώματα του ΝΑΤΟ πίσω από αυτό και ειδικότερα των ΗΠΑ. Διπλωματική πηγή επιβεβαιώνει ότι οι τουρκικές αρχές έχουν αποδείξεις για τον ρόλο του πάστορα, που επισκεπτόταν την Σμύρνη λίγες ημέρες πριν το πραξικόπημα, σε αυτή την απόπειρα και ότι η Τουρκία είναι σίγουρη ότι είναι πράκτορας της CIA. Ο τότε Αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα παρέκαμψε την υπόθεση του πάστορα. Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν η Ουάσιγκτον ενθάρρυνε τις κουρδικές πολιτοφυλακές στην ανατολική Συρία να περάσουν τον ποταμό Ευφράτη και να επεκταθούν προς τη συριακή πόλη Μάνμπιτζ. Αυτή η κίνηση, εν μέσω της έντασης μεταξύ των δύο χωρών, πίεσε την Άγκυρα να αναδιατυπώσει τις προτεραιότητες των διεθνών της σχέσεων και να ανοίξει μια νέα σελίδα με τη Μόσχα δημιουργώντας μια στρατηγική συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών.
Όταν ο Πρόεδρος Τραμπ ανέλαβε τα ηνία του Λευκού Οίκου ο Ερντογάν έσπευσε να τον συναντήσει προσπαθώντας να αποκαταστήσει την ισορροπία των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Ωστόσο, αυτή η συνάντηση διεξήχθη σε κακή ατμόσφαιρα. Παρά το ότι ο Τραμπ ήταν ανοιχτός στις προσπάθειες μείωσης της έντασης, τα πράγματα παραμένουν σε ένα ασταθές μοτίβο. Η Τουρκία επέμεινε στην συμφωνία για την αγορά του ρωσικού συστήματος S-400, κάτι που δεν είναι ενθαρρυντικό για την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Τίλερσον προσπάθησε να εξομαλύνει τα πράγματα μέσω της συμφωνίας για την πόλη του Μάνμπιτζ και το Πεντάγωνο πρόσφερε στην Άγκυρα το σύστημα Patriot σε αντάλλαγμα για τη μη ολοκλήρωση της συμφωνίας για τους S-400. Η τουρκική κυβέρνηση θεωρεί ότι τα βήματα αυτά είναι ανεπαρκή καθ’όσον η Ουάσιγκτον υποστηρίζει τις κουρδικές πολιτοφυλακές στα ανατολικά της Συρίας αφενός και συνεχίζει να αρνείται να παραδώσει τον Φετουλάχ Γκουλέν, τον οποίο η Άγκυρα θεωρεί υπεύθυνο για την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος αφετέρου.
Τους τελευταίους δύο μήνες, τα πράγματα επιδεινώθηκαν εξαιτίας της άρνησης της τουρκικής κυβέρνησης να εφαρμόσει τις οικονομικές και πετρελαϊκές κυρώσεις κατά του Ιράν. Η Τουρκία έχει συνάψει εμπορικές συμφωνίες τα τελευταία δύο χρόνια και υπογράψει έργα ευρείας κλίμακας με την ιρανική κυβέρνηση. Το αέριο του Ιράν αποτελεί σημαντική πηγή για την Άγκυρα. Επιπλέον, ήταν έντονη η τουρκική απόρριψη της πολιτικής του Ισραήλ σχετικά με τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Μετά από όλα αυτά, η Ουάσιγκτον θεώρησε τις τουρκικές ενέργειες αθέμιτες και ότι πρέπει να απαντηθούν. Αν και η Τουρκία είναι μια οικονομικά ισχυρή χώρα με σημαντικό ρόλο στην περιοχή μέσω της επιρροής της στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ και της σημασίας της στρατηγικής θέσης της, εκτός του ότι είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ μετά από τις ΗΠΑ, οι αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις θα έχουν σαφή αντίκτυπο στην εξουσία της Άγκυρας.
Είναι σημαντικό, πριν καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα ως προς το σε ποιο βαθμό οι δύο χώρες θα κλιμακώσουν, να σταθούμε σε ένα σημαντικό σημείο που είναι ότι χρειάζονται η μία την άλλη. Η Ουάσιγκτον δεν είναι σε θέση να καταλήξει σε οριστική λύση στη Συρία χωρίς την υποστήριξη της Άγκυρας. Κάθε τουρκική οικονομική στήριξη στο Ιράν σημαίνει ότι οι αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις στο ιρανικό καθεστώς δεν θα έχουν επιπτώσεις. Η Άγκυρα είναι σε θέση να κάνει την ανατολική Συρία, όπου βρίσκονται οι Αμερικανοί στρατιώτες, κόλαση σπρώχνοντας την ένοπλη συριακή αντιπολίτευση στην περιοχή της ”Ασπίδας του Ευφράτη” να ανοίξει πόλεμο εναντίον των κουρδικών πολιτοφυλακών. Επιπροσθέτως, η έξοδος της Άγκυρας από το ΝΑΤΟ και η ένταξή της στην ομάδα BRICS σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ θα χάσει έναν σημαντικό εταίρο και ότι η Ρωσία θα αυξήσει τις κινήσεις της στην Ουκρανία και την Ανατολική Ευρώπη με μεγαλύτερη ένταση.
Επομένως, η σημερινή κρίση, κατά την γνώμη μου, δεν είναι επεκτάσιμη. Διπλωματικές πηγές επιβεβαιώνουν ότι οι διπλωματικές συνομιλίες έχουν ήδη ξεκινήσει μεταξύ των αξιωματούχων των δύο χωρών. Όμως, τα πράγματα μπορεί να μην αποκατασταθούν, ειδικά με την ασταθή προσωπικότητα που ηγείται του Λευκού Οίκου.