Η λεγόμενη επιστροφή στην κανονικότητα είναι αναμφισβήτητα μία από τις χιλιοειπωμένες ελπιδοφόρες φράσεις από την αρχή της πανδημικής κρίσης. Βέβαια αυτός ο γενικός όρος της κανονικότητας δημιουργεί πληθώρα χασμωδιών με τον υποκειμενισμό αν κυριαρχεί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μπορούμε να περιοριστούμε στη μετάφραση του όρου κανονικότητα με βάση τις καθημερινές καθολικές συνήθειες που είχαμε πρίν το ξέσπασμα της πανδημίας.
Δηλαδή σε αυτονόητες για τότε ελευθερίες κίνησης, αγκαλιάσματος, επίσκεψης σε μία υπηρεσία ή ένα κατάσταση.
Αν θέλουμε όμως να εμβαθύνουμε στον όρο κανονικότητα και στον τρόπο που μεταφράζεται ή πίο εύστοχα βιώνεται από τον καθένα τότε θα δούμε μία ιδιαίτερη ποικιλία στην κανονικότητα, όπως ερμηνεύονταν από τον καθένα πρίν τη μη κανονικότητα της πανδημίας.
Άλλη κανονικότητα πιθανών να έχει κάποιος που ανήκει σε μία ευάλωτη κοινωνική ομάδα, άλλη κάποιος οικογενειάρχης και άλλη κάποιος νέος.
Και για κάποιους η κανονικότητα που διατυμπανίζεται μπορεί να είναι το αντίστροφο της κανονικότητας.
Με μικρή πιθανότητα σφάλματος μπορούμε να ισχυρισθούμε πως και η κανονικότητα ορισμένη πρίν από την καραντίνα πόσο μάλλον τώρα είναι αβίωτη για κάποιους σε αντίθεση με άλλους.
Μία κανονικότητα που μπορεί να απαιτεί υπερδιπλάσια προσπάθεια από κάποιον για να ευθυγραμμιστεί με αυτή σε σχέση με κάποιον άλλο.
Μια κανονικότητα που όπως είπαμε και πριν μπορεί να μοιάζει με μη κανονικότητα.
Από τα παραπάνω αναδύεται η ανάγκη της οριοθέτησης μίας συλλογικής κανονικότητας που θα γίνει αποδεχτή και θα λογίζεται ως τέτοια από την πλειοψηφία του συνόλου.
Τότε μπορούμε μόνο να επικαλεστούμε την ύπαρξή της. Μίας κανονικότητας που θα λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες και θα προσπαθεί να μειώσει τις διαφωνίες για την ύπαρξή της.
Φυσικά το παραπάνω είναι μία θεωρητική ευχή.
Στην πράξη πάντα θα υπάρχουν ασύγχρονες πραγματικότητες και επικύρωση ή όχι του χαρακτηρισμού μίας περιόδους ως κανονική.
Το στοίχημα είναι η άμβλυνση του χάσματος. Και αυτό μπορεί να γίνει με θεσμικές και μη πρωτοβουλίες, δράσεις, νομοθεσίες που θα αναδύονται από τα καλέσματα και τις ανάγκες της πλειοψηφίας.
Συνεπώς ναι, να επιστρέψουμε στην κανονικότητα όσον αφορά την πανδημία και προφανώς αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος.
Αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε και το κάλεσμα για αναμόρφωση της κανονικότητας σε ολιστικό επίπεδο.
Μίας κανονικότητας που για να βελτιωθεί και να δίνει αξία αναβαθμίζοντας τον καθένα θα αποτελέσει το υπέδαφος στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί ατομικά ο καθένας και συλλογικά η κοινωνία.
Ας είναι η ανάγκη για επιστροφή στην κανονικότητα στο πλαίσιο της πανδημίας, έναυσμα για τον επανορισμό του όρου με βελτιωμένα χαρακτηριστικά.