Το ρεκόρ του μεγαλύτερου βάρους που σήκωσε ποτέ άνθρωπος κατέχει, σύμφωνα με τα ρεκόρ Guinness, ο Γρεγκ Ερνστ, που στις 28 Ιουλίου 1993, στη Νέα Σκωτία του Καναδά, σήκωσε με την πλάτη του 2.422,18 κιλά (δύο αυτοκίνητα με τους οδηγούς τους σε μία πλατφόρμα). Το 2016, ο Έντι Χολ, σήκωσε 500 κιλά σε άρσεις θανάτου, και το 2020 ο Χάφορ Τζούλιους Μπγιόρνσον (γνωστός για τον ρόλο του ως «Βουνό που Καλπάζει», ή αλλιώς Γκρέγκορ Κλεγκέιν, στο Game of Thrones) σήκωσε 501.
Τα βάρη αυτά φαντάζουν εξωπραγματικά για ανθρώπινα πλάσματα- και μπορούν να οδηγήσουν σε ένα ερώτημα: Ποιο είναι το όριο της ανθρώπινης δύναμης, και ποιο είναι το μέγιστο βάρος που μπορεί να σηκώσει ένας άνθρωπος;
Ειδικοί είπαν στο Live Science πως ακόμα και οι αθλητές δεν χρησιμοποιούν τους μύες τους στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους, και το όριο της ανθρώπινης μυϊκής δύναμης παραμένει άγνωστο, ενώ είναι δύσκολο να μετρηθεί η μέγιστη «χωρητικότητα» (δυνατότητες) των μυών ενός ανθρώπου.
Ο Μπράντλεϊ Σένφελντ, καθηγητής επιστημών άσκησης στο Lehman College, είπε πως η μυϊκή δύναμη μπορεί να μετρηθεί με βάση μηχάνημα EMG (ηλεκτρομυογράφημα). Το EMG μετρά την ηλεκτρική δραστηριότητα σε έναν μυ, τόσο από τα κύτταρα των νεύρων όσο και από τη συστολή των μυϊκών ινών. Τέτοια τεστ μπορούν να γίνονται μόνο σε εργαστήρια, και το EMG παρακολουθεί μόνο ένα τοπικό σετ μυών, οπότε δεν μπορεί να αξιολογήσει την πλήρη «χωρητικότητα» μυών του σώματος κάποιου.
«Είναι δύσκολο να οριστεί αυτό το όριο» είπε ο Τοντ Σρέντερ, καθηγητής κλινικής φυσιοθεραπείας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Ο μόνος τρόπος να διαπιστωθεί πραγματικά η «χωρητικότητα» των μυών κάποιου είναι μέσω συνεχούς εκγύμνασης- κάνοντας νέα προσωπικά ρεκόρ και μετά προσπαθώντας να τα σπάσει, όπως είπε στο Live Science.
«Αν κάποιος πει “μπορώ να σηκώσω 200 κιλά”, του λέω “ωραία, μα ξέρω ότι μπορείς να σηκώσεις περισσότερα...απλά δεν ξέρουμε πόσα περισσότερα» σημειώνει.
Η δυνατότητα κάποιου να σηκώσει βάρος εξαρτάται από την ακτίνη και τη μυοσίνη, τις δύο πρωτεΐνες που κάνουν τους μύες να συστέλλονται. Οι πρωτεΐνες αυτές βρίσκονται σε διαφορετικά είδη μυϊκών ινών. Η μυϊκή μάζα και η αναλογία αυτών των ινών εξαρτώνται από το πρόγραμμα γυμναστικής κάπου, καθώς και από βιολογικούς παράγοντες όπως η γενετική και το φύλο. Γενικότερα, όσο μεγαλύτερη η μυϊκή μάζα κάποιου, τόσο μεγαλύτερη η δύναμή του.
Οι αρσιβαρίστες φτάνουν τα όριά τους αυξάνοντας τη μυϊκή τους μάζα, ωστόσο η απόδοση από άποψης δύναμης μειώνεται καθώς η μυϊκή μάζα μεγαλώνει όλο και περισσότερο, και κάποια στιγμή οι μύες φτάνουν στα όριά τους. Επίσης, κάποιες φορές η συγκέντρωση μάζας δεν επαρκεί, όπως είπε ο Σρέντερ στο Live Science- κάποιες φορές άτομα με μικρότερη σωματική μάζα σηκώνουν πιο πολλά από άτομα με μεγαλύτερη.
Κάτι που οι αρσιβαρίστες πρέπει να αντιμετωπίσουν είναι επίσης η αποκαλούμενη νευρομυϊκή αναστολή, που θέτει όριο στη δύναμη με την οποία μπορεί να συσταλεί ένας μυς, ώστε να αποτραπεί ο τραυματισμός. Έρευνες έχουν δείξει ότι το όριο αυτό μπορεί να αυξηθεί μέσω εκγύμνασης. Επίσης, υπάρχουν και τα ψυχολογικής φύσης εμπόδια που πρέπει να υπερβεί ένας αρσιβαρίστας, ώστε να αξιοποιήσει όλες τις μυϊκές του ίνες. «Αν προσπαθούσα να σηκώσω το μέγιστο που μπορώ, ας πούμε 90 κιλά, και μετά μπω σε μια φάση όπου αφαιρώ τη νευρομυϊκή αναστολή, ίσως είμαι σε θέση να σηκώσω 136 κιλά» είπε ο Σρέντερ.
Αυτό επιδείχθηκε σε έρευνα του 2020 στο Impulse: Οι ερευνητές προσπάθησαν να καθορίσουν εάν μια ψυχολογική τεχνική «πρόβας» για θετικά αποτελέσματα επηρέαζε την εκγύμναση. Όπως προέκυψε, αυτοί που το είχαν κάνει στο πλαίσιο του πειράματος είδαν τη «χωρητικότητά» τους να αυξάνεται κατά 4,5 με 6,8 κιλά, ενώ αυτοί που δεν το είχαν κάνει μόνο κατά 2,2.
«Μέχρι ενός σημείου, μπορείς να σηκώσεις πολύ περισσότερα από ό,τι νομίζεις αν είσαι στην κατάλληλη ψυχολογική κατάσταση» είπε ο Σένφελντ. «Πάντα φαίνεται πως κάποιος μπορεί να είναι λίγο δυνατότερος και να τα καταφέρνει λίγο καλύτερα» πρόσθεσε- παραπέμποντας σε αθλητές που σπάνε τα ίδια τους ρεκόρ κατά τη διάρκεια αγώνων.