Η Ευρώπη είναι έτοιμη για το μέλλον. Ή τουλάχιστον έτοιμη να πραγματοποιήσει ένα συνέδριο για αυτό - σχεδόν, σύμφωνα με το Politico.
Οι πρεσβευτές που εκπροσωπούν τις χώρες - μέλη της Ε.Ε. είναι έτοιμοι να συμφωνήσουν σε μια κοινή θέση στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, με σκοπό την ανανέωση του μπλοκ και την επαναπροσέγγιση των πολιτών του.
Ωστόσο, το κείμενο επιδιώκει επίσης να μετριάσει πιο φιλόδοξες ιδέες, όπως ότι το συνέδριο θα έπρεπε να οδηγήσει σε αλλαγές στις θεμελιώδεις συνθήκες του μπλοκ. Και αφήνει ένα βασικό ερώτημα ανοιχτό: ποιος πρέπει να είναι επικεφαλής.
Το κείμενο, το οποίο συζητήθηκε από τους πρεσβευτές τη Δευτέρα και ανακτήθηκε από το Politico, βλέπει το συνέδριο ως «πλατφόρμα χωρίς αποκλεισμούς, που φέρνει κοντά διαφορετικές φωνές, οι οποίες συμμετέχουν σε μια ευρεία συζήτηση και συλλογισμό σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη».
Οι πρεσβευτές, που συνέρχονται στην επιτροπή Coreper II, η οποία αποτελεί μέρος του Συμβουλίου της ΕΕ, πρόκειται να εγκρίνουν επίσημα το έγγραφο αυτή την εβδομάδα, ανέφεραν αξιωματούχοι. Οπως είπαν, μόνο λίγες χώρες απομένουν να το υπογράψουν.
Το κείμενο αναφέρει ότι η διάσκεψη θα πρέπει να ξεκινήσει «μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες υπό το πρίσμα της πανδημίας COVID-19» και τα συμπεράσματά της «θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται σε έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2022».
Ωστόσο, αυτό που πρόκειται να συμβεί στο μεταξύ εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο πολλών συζητήσεων και θα πρέπει να επιλυθεί μεταξύ των κρατών - μελών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν είχε την ιδέα για τη διάσκεψη το 2019, υποστηρίζοντας ότι «θα πρέπει να προτείνει όλες τις απαραίτητες αλλαγές στο πολιτικό μας σχέδιο, χωρίς ταμπού, ακόμη και στην αναθεώρηση της Συνθήκης».
Εκτοτε υιοθετήθηκε από διάφορες κυβερνήσεις και θεσμούς με ποικίλους βαθμούς ενθουσιασμού.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του πρότζεκτ. Το νομοθετικό σώμα εξέφρασε την άποψή του ήδη από τον Ιανουάριο και ενέκρινε ένα άλλο ψήφισμα την περασμένη εβδομάδα, δηλώνοντας ότι «είναι ώρα για επανεκτίμηση της Ενωσης» ενώ ζητά την έναρξη της διάσκεψης «το συντομότερο δυνατό το φθινόπωρο του 2020».
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει καταστήσει τη διάσκεψη μία από τις προτεραιότητές της, τονίζοντας ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε «νομοθετική δράση και προτάσεις για αλλαγή συνθήκης, εφόσον χρειάζεται».
Την ίδια ώρα, όμως, ένας διπλωμάτης της Ε.Ε. συνόψισε την απαθή άποψη ορισμένων κυβερνήσεων: «Δεν έχουμε ούτε αρνητική ούτε θετική απάντηση σε αυτή τη διάσκεψη», δήλωσε ο διπλωμάτης. «Είναι ουσιαστικά κάτι που θέλει η Γαλλία».
Το Παρίσι και το Βερολίνο, εν τω μεταξύ, δεν ήταν πάντα στην ίδια σελίδα. Ενας ευρωβουλευτής μίλησε για τη «Γερμανία και τη Γαλλία που κουνούν το δάκτυλο ο ένας στον άλλο, αντί να εργάζονται για μια κοινή λύση».
Ωστόσο, η Γερμανίδα καγκελάριος, Ανγκελα Μέρκελ, φαίνεται να βλέπει με θετικό μάτι το συνέδριο, αρκεί αυτόνα ακολουθήσει ορισμένα βασικά θέματα. Η ίδια υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα ότι θα μπορούσε να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη μιας ζώνης Σένγκεν χωρίς σύνορα, στον εκσυγχρονισμό του δικαίου για τον ανταγωνισμό, στην ψηφιοποίηση και την παγκοσμιοποίηση, στις πανευρωπαϊκες προετοιμασίες για πανδημίες και τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ασφαλείας.
Το ζήτημα για το ποιος πρέπει να προεδρεύσει της διάσκεψης μένει να διευθετηθεί. Ορισμένοι διπλωμάτες εξέφρασαν την ανησυχία τους για την πρόθεση του Κοινοβουλίου να αναθέσει αυτή τη δουλειά στον Γκι Φερχόφστατ, τον φιλελεύθερο ευρωβουλευτή και πρώην πρωθυπουργό του Βελγίου, λόγω των φεντεραλιστικών του απόψεων. Το έγγραφο που πρόκειται να εγκριθεί από πρεσβευτές αναφέρει ότι το συνέδριο πρέπει να διευθύνεται από μια «εξέχουσα ευρωπαϊκή προσωπικότητα ως ανεξάρτητη και μονή προεδρία».
Το κείμενο καθιστά, επίσης, σαφές ότι το συνέδριο από μόνο του δεν θα πρέπει να μπορεί να προκαλέσει αλλαγή της Διεθνούς Συνθήκης. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η διάσκεψη δεν «εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής» του άρθρου 48 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση, το οποίο διέπει τις τροποποιήσεις των βασικών συνθηκών της Ε.Ε.
Ωστόσο, η Γκάμπριελ Μπίσοφ, μια Γερμανίδα σοσιαλδημοκράτης ευρωβουλευτής που συμμετείχε στενά στις εργασίες της διάσκεψης, δήλωσε ότι ακόμη και αν το Συμβούλιο θέλει από τη διάσκεψη μόνο να συντάξει μια έκθεση, το έγγραφο αυτό θα μπορούσε ακόμη κι έτσι να αποτελέσει τη βάση για διαπραγματεύσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ για σημαντικές αλλαγές. Οπως είπε, το συνέδριο πρέπει να είναι «ένας ουσιαστικός διάλογος με συγκεκριμένες πολιτικές συστάσεις, χωρίς να αποκλείονται προτάσεις για αλλαγές στη Διεθνή Συνθήκη».
Πηγή: Politico