Στις 16 Αυγούστου 1888 γεννήθηκε ο Τ.Ε. Λόρενς, γνωστός ως Λόρενς της Αραβίας. Ο Τ. Ε. Λόρενς, που σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους μεγαλύτερους θεωρητικούς του ανταρτοπόλεμου, συνόψισε την εμπειρία του στο έργο του «Οι 7 πυλώνες της σοφίας»» με τη χαρακτηριστική φράση: «Το να πολεμήσεις ενάντια σε μια εξέγερση είναι επίπονο και χρειάζεται χρόνο, όπως το να τρως σούπα με ένα μαχαίρι».
Σύμφωνα με τον Λόρενς, οι βάσεις της επιτυχίας των Ταλιμπάν θα ήταν δεδομένες. «Η εξέγερση πρέπει να έχει μια ακατάλυτη βάση στο μυαλό των ανθρώπων που πιστεύουν στις διακηρύξεις της.
Πρέπει να έχει έναν σύγχρονο εξωτερικό εχθρό με τη μορφή ενός πειθαρχημένου στρατού κατοχής τόσο μικρού για να υλοποιήσει το δόγμα της εδαφικής κατοχής – τόσο λίγου για να προσαρμόσει τους αριθμούς στο χώρο, έτσι ώστε να μπορέσει να κυριαρχήσει αποτελεσματικά σε ολόκληρη την περιοχή μέσα από οχυρωμένα φυλάκια.
Πρέπει να διαθέτει έναν φιλικό πληθυσμό, όχι ενεργά φιλικό αλλά συμπαθούντα μέχρι του σημείου να μην προδίδει τις κινήσεις των επαναστατών στον εχθρό.
Οι εξεγέρσεις μπορούν να γίνουν από το 2% που είναι ενεργό μέσα σε μια δύναμη κρούσης και από το 98% ως παθητικούς συμπαθούντες. Διαθέτοντας κινητικότητα, ασφάλεια, χρόνο και δόγμα, η νίκη θα καταλήξει στους αντάρτες, γιατί τελικά οι αλγεβρικοί παράγοντες είναι αποφασιστικοί, και απέναντι σε αυτούς διορθώσεις στα μέσα και στον ιδεολογικό αγώνα πέφτουν στο κενό».
Το μάθημα του Βιετνάμ
Ο Κλαούζεβιτς είχε προειδοποιήσει, «ο πόλεμος είναι ένας χαμαιλέων», αλλάζει συνεχώς μορφές με απροσδόκητους τρόπους και οι στρατηγοί εμπλέκονται σε νέες μορφές συγκρούσεων, έχοντας μόνο την εμπειρία του παρελθόντος.
Αλλά για να κερδηθεί ένας πόλεμος η στρατιωτική ηγεσία πρέπει να γνωρίζει το γιατί πολεμάει. Δηλαδή να έχει πλήρη κατανόηση των πολιτικών στόχων που πρέπει να επιτευχθούν και των στρατιωτικών μέσων που χρειάζονται για να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι.
Η ιστορία έχει δείξει ότι μόνο σε αυτούς που ο Κλαούζεβιτς ονόμαζε ολοκληρωτικούς πολέμους, όπως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, συμπίπτουν απόλυτα οι πολιτικοί και στρατιωτικοί στόχοι, όταν δηλαδή η στρατιωτική καταστροφή του εχθρού οδηγεί στην παράδοση άνευ όρων, που είναι ο υπέρτατος στόχος ενός πολέμου.
Στον πόλεμο του Βιετνάμ, ο στρατηγός Βο Νγκουγέν, γνωστότερος με το πολεμικό όνομα Γκιάπ, νίκησε πρώτα τους Γάλλους και μετά τους Αμερικανούς χρησιμοποιώντας τον χρόνο. Τον Γκιάπ δεν τον απασχολούσαν τα πεδία της μάχης, οι καιρικές συνθήκες ή οι απώλειες. Οι Βιετναμέζοι πολεμούσαν στα δικά τους εδάφη, για την πατρίδα τους και θα χρειάζονταν πολλά χρόνια για να διώξουν τους Αμερικανούς. Αλλά είχαν το πλεονέκτημα του χρόνου.
Αυτό που έπρεπε να κάνουν οι Βιετναμέζοι ήταν να περιμένουν. Να περιμένουν να κουραστούν οι Αμερικανοί από τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες, από τους θανάτους των στρατιωτών και από τις εσωτερικές αντιδράσεις της αμερικανικής κοινωνίας η οποία δεν κατανοούσε στην πλειοψηφία της, τους στόχους αυτού του πολέμου.
Οι Βιετκόνγκ δεν χρειάζονταν να νικήσουν στα πεδία των μαχών. Αυτό που χρειάζονταν ήταν να μην χάσουν.
Το μάθημα του Αφγανιστάν
Ο πόλεμος στο Βιετνάμ, όπως και στο Αφγανιστάν ήταν ένας ασύμμετρος πόλεμος.
Σε πολιτικό επίπεδο αφορούσε από την μία πλευρά οργανωμένα κράτη της Δύσης με επικεφαλής τις ΗΠΑ και από την άλλη, μια πολιτική δύναμη, τους Ταλιμπάν, οι οποίοι είχαν διωχτεί από την εξουσία.
Σε οργανωτικό επίπεδο, από την μια πλευρά υπήρχε ένας καλά εξοπλισμένος και οργανωμένος τακτικός στρατός και από την άλλη, αντάρτες, τοπικοί ένοπλοι, τρομοκράτες, φανατικοί μουσουλμάνοι κλπ, δηλαδή μια άτακτη στρατιωτική δύναμη χωρίς βαρύ εξοπλισμό. Αυτοί οι άτακτοι είχαν το πλεονέκτημα να κρύβονται και να αναμειγνύονται με τους ντόπιους πληθυσμούς.
Σε στρατιωτικό επίπεδο, αυτή η ασυμμετρία γίνονταν μεγαλύτερη σε ότι αφορούσε την ισχύ του πυρός. Αυτό φάνηκε όταν στην αρχή του πολέμου, τον Δεκέμβριο 2001 στην Τόρα Μπόρα οι Ταλιμπάν και η Αλ Κάιντα προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τις αμερικανικές δυνάμεις σε τακτική αναμέτρηση και διαλύθηκαν.
Στους ανταρτοπόλεμους η στρατιωτική συνιστώσα είναι σημαντική, αλλά όχι καθοριστική. Ο καθοριστικός παράγοντας είναι ο έλεγχος του πληθυσμού, η επιβίωση και η ασφάλεια του.
Αυτός ο στόχος θα πρέπει να επιτευχθεί από τις τοπικές στρατιωτικές δυνάμεις, όπως ο στρατός του Αφγανιστάν, ή παλιότερα του Νοτίου Βιετνάμ. Ο στρατός των ΗΠΑ και της Συμμαχίας δεν θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο γιατί τότε θα είχαμε μετατροπή του πολέμου σε πόλεμο κατοχής, μια κατάσταση που απαιτεί άλλη στρατηγική και άλλους κανόνες.
Ο ανταρτοπόλεμος συνεπάγεται ότι η αδύναμη πλευρά θα κάνει ότι μπορεί, θα χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο νόμιμο ή παράνομο, ηθικό ή ανήθικο για να πλήξει τον ισχυρό αντίπαλο στο τρωτό του σημείο.
Η ηθική και οι διεθνείς συμβάσεις για τους πολέμους έχουν ελάχιστη σημασία, ειδικότερα στην περίπτωση των Ταλιμπάν, οι οποίοι ενσωμάτωναν στις επιχειρήσεις τους και το θρησκευτικό στοιχείο: πολεμούσαν εναντίον απίστων.
Αυτό σημαίνει ότι η χρησιμοποίηση της τρομοκρατίας ενάντια στους ξένους εισβολείς, αλλά και ενάντια στον τοπικό πληθυσμό, αποτελούσαν για τους Ταλιμπάν το αναγκαίο τίμημα για τη νίκη. Για τους Ταλιμπάν, η αιματοχυσία έδειχνε την αδυναμία των εισβολέων να προστατεύσουν τον τοπικό πληθυσμό.
Το Βιετνάμ είχε δείξει ότι απέναντι σε αυτή την λογική, οι Αμερικανοί δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά πράγματα. Οι βομβαρδισμοί-χαλί που εφάρμοσαν εκεί αποδείχθηκαν αποτυχημένοι. Δεν βομβαρδίζεις έναν πληθυσμό που θέλεις να σώσεις.
Πολιτικές παράμετροι
Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν δήλωσε ότι, οι ΗΠΑ είχαν επιτύχει τους στόχους τους στο Αφγανιστάν από τον Μάϊο του 2001, όταν σκότωσαν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η αναγκαιότητα αυτού του πολέμου, ο βασικός στόχος, είχε εκπληρωθεί. Επομένως, η συνέχιση του πολέμου αποτελούσε πλέον επιλογή της ηγεσίας των ΗΠΑ.
Αυτή η επιλογή είχε να κάνει με στόχους που ήταν δύσκολο να επιτευχθούν. Από την μία πλευρά, ήταν ο πόλεμος απέναντι στην διεθνή τρομοκρατία, ο οποίος ήταν περισσότερο ιδεολογικός και προπαγανδιστικός, παρά στρατιωτικός. Από την άλλη ήταν η προσπάθεια οικοδόμησης της δημοκρατίας στο Αφγανιστάν, ένας ανέφικτος στόχος.
Έτσι πέρασαν άλλα δέκα χρόνια. Υπήρξαν και άλλοι θάνατοι, συσσωρεύτηκαν και άλλες στρατιωτικές δαπάνες και αυξήθηκε η εσωτερική δυσαρέσκεια στις ΗΠΑ για την συνέχιση ενός πολέμου χωρίς να υπάρχει λόγος.
Αποδείχτηκε επίσης ότι ο τακτικός στρατός που δημιούργησαν οι Αμερικανοί στο Αφγανιστάν, άντεξε μόνο λίγες εβδομάδες, χωρίς να υπάρξει κάποια σημαντική μάχη. Τα πήγε καλύτερα από τον τακτικό στρατό που δημιούργησαν οι Αμερικανοί στο Ιράκ, ο οποίος άντεξε απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, μόνο λίγες ημέρες.
Έτσι οι Ταλιμπάν ελέγχοντας τον χρόνο, νίκησαν.
Και για να επανέλθουμε στον Λόρενς της Αραβίας: «…ας υποθέσουμε ότι είναι μια επιρροή, κάτι άτρωτο, κάτι άπιαστο, χωρίς μπροστά ή πίσω, κάτι που παρασύρεται όπως ένα αέριο. Οι στρατοί μοιάζουν με τις φυτείες, είναι συνολικά ακίνητες, βαθιά ριζωμένες που τρέφονται μέσα από μακριούς μίσχους μέχρι το κεφάλι. Οι [αντάρτες]ίσως είναι ένας ατμός».