Στην πολιτική της έντασης, ενόψει των επικείμενων εκλογών στη γείτονα, έχει εντάξει ο Ερντογάν το ζήτημα της κράτησης των δύο Ελλήνων αξιωματικών, σημείωσε ο αναπληρωτής Εθνικής Άμυνας, Φώτης Κουβέλης, μιλώντας στον ρ/σ «Alpha 989». Διέβλεψε, δε, ότι οι σχέσεις της χώρας με την Τουρκίας δεν θα εξομαλυνθούν άμεσα.
Ειδικότερα, αναφορικά με τις εξελίξεις στο θέμα της κράτησης των Ελλήνων αξιωματικών, ο κ. Κουβέλης σημείωσε: «Εξέλιξη δεν έχουμε, εκτός από τις πυκνωμένες πιέσεις που ασκούνται σε πολλαπλά επίπεδα και με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης. Συνεχώς δραστηριοποιούμαστε προς την κατεύθυνση να πιεστεί η Τουρκία και να αφήσει ελεύθερους τους δύο στρατιωτικούς μας». Δήλωσε πως ο Τούρκος Πρόεδρος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά το ζήτημα των δύο φυλακισμένων Ελλήνων στρατιωτικών ενόψει των τουρκικών εκλογών, εξηγώντας: «Παρακολουθώντας και τις χθεσινές δηλώσεις θα διαπιστώσατε ότι ένα ζήτημα, όπως αυτό της φερόμενης ως παράβασης από την πλευρά των δύο στρατιωτικών μας στελεχών, το έχει εντάξει ο Ερντογάν στην πολιτική της έντασης, με αποτέλεσμα τα δύο στρατιωτικά μας στελέχη να κρατούνται παράνομα. Επιλέγω τη διατύπωση αυτή με έμφαση και ένταση. Λέω ”παράνομα” για τον λόγο ότι στοιχειωδώς δεν έχει ακόμη ασκηθεί ποινική δίωξη με την έννοια του συγκεκριμένου κατηγορητηρίου, διότι η Δικαιοσύνη της Τουρκίας είναι χειραγωγούμενη, είναι ετεροκαθοριζόμενη από μια αυταρχική συμπεριφορά του Ερντογάν και όχι μόνο του Ερντογάν. Το αποτέλεσμα είναι να είμαστε σε αυτό το χρονικό σημείο, να έχει παρέλθει αρκετός χρόνος από τη σύλληψη των δύο στρατιωτικών μας».
Απαντώντας σε ερώτηση περί πρωτοβουλίας της ελληνικής πλευράς να εντάξει τα δύο στρατιωτικά στελέχη στη διπλωματική σύνθεση της ελληνικής πρεσβείας στην Άγκυρα, τόνισε: «Να θυμίσω ότι στις πολλές αιτήσεις άρσης της προφυλάκισης που έχουν κατατεθεί, είχε δηλωθεί, ως κατοικία, στην οποία θα διαμένουν εφόσον απελευθερώνονταν, το ελληνικό προξενείο. Γεγονός, βάσει του οποίου, η ανεξάρτητη ελληνική δικαιοσύνη θεώρησε ότι μπορεί να αποτελεί κατοικία το τουρκικό προξενείο και άφησε ελεύθερους τους δύο Τούρκους πολίτες στην περιοχή της Κυλλήνης».
Ο κ. Κουβέλης υπογράμμισε πως δεν βλέπει άμεση εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, τονίζοντας: «Δεν το βλέπω αν συνδυαστικά εκτιμήσω τα όσα είπε ο ίδιος ο Ερντογάν, αλλά και ο Άκαρ. Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου της Τουρκίας, ο οποίος μίλησε και για την ”άσκηση του καθήκοντος”, αναφορικά με όλους εκείνους -προφανέστατα τους Έλληνες- που θεωρούν ότι το Αιγαίο είναι ελληνικό. Πρόκειται για μια κλιμάκωση της ρητορικής έντασης. Αν ρωτήσετε, γιατί αυτή η ένταση, θα σας πω την εκτίμησή μου: ο Ερντογάν θέλει να κρατάει ανοιχτό το πεδίο των δήθεν διαφορών, διεκδικήσεων και περί ”γκρίζων ζωνών” στο Αιγαίο, στην προσπάθειά του να διαμορφώνει -όπως αφελώς πιστεύει- ένα πλαίσιο για διαπραγμάτευση με στόχευση από τη μεριά της Τουρκίας να βρεθεί παρούσα στην ευρύτερη περιοχή της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό είναι που τους πονάει, αυτό είναι που τους ενδιαφέρει».
Ερωτηθείς για το μέλλον της Ελλάδας, ο αν. υπουργός Άμυνας διατύπωσε αισιοδοξία. Τόνισε: «Nα ξεκινήσουμε από αυτό που πρόκειται να συμβεί: από την έξοδο από τα μνημόνια. Η χώρα θα αποκτήσει αυτονομία πολιτικών κινήσεων. Μπροστά μας βρίσκεται το μεγάλο στάδιο που λέγεται δίκαιη ανάπτυξη, εξισορρόπηση αντιθέσεων, περιορισμός των κοινωνικών αντιθέσεων και μία σειρά άλλων ρυθμίσεων που είναι δυνατόν να αντιρροπήσουν όλα εκείνα, τα οποία κατεγράφησαν ως δυσμενείς ασυνέπειες των μνημονίων στη χώρα. Το κάθε ζήτημα φυσικά έχει τα επιμέρους θέματά του. Με πρώτο και σημαντικότερο την οικονομική, δίκαιη ανάπτυξη». Απαντώντας, δε, σε ερώτηση για το αν η κυβέρνηση θα προλάβει να υλοποιήσει τον συγκεκριμένο σχεδιασμό, επεσήμανε: «Οι εκλογές θα γίνουν μετά από ένα ολόκληρο έτος. Μέσα στη χρονιά αυτή είναι δυνατόν πολλά από αυτά τα ζητήματα να αντιμετωπισθούν».
Σχολιάζοντας τις πολιτικές εξελίξεις και τις δυνατότητες συγκλίσεων, τόνισε: «Υπάρχουν οι δυνατότητες και τούτο ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται κόμματα, τα οποία ανήκουν στην ελάσσονα αντιπολίτευση. Δεν είναι ενιαία η συμπεριφορά ακόμα και στο εσωτερικό αυτών των κομμάτων. Από κει και πέρα υπάρχει ο ελληνικός λαός, υπάρχουν οι πολίτες, οι οποίοι μπορούν και πρέπει να συγκροτήσουν τον προοδευτικό πόλο και όταν ο ελληνικός λαός, όταν τα κοινωνικά στρώματα διαμορφώνουν τέτοιες επιλογές, έχω την εκτίμηση, όσο και τη βεβαιότητα, ότι καθορίζουν και τις πολιτικές συμπεριφορές και επιλογές και στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος. Βεβαίως, οι δυνάμεις που αναφέρονται στο κέντρο, στην κεντροαριστερά, στη σοσιαλδημοκρατία, πρέπει να αποφασίσουν εάν θα αποκοπούν ή δεν θ′ αποκοπούν από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Αυτό είναι και ζητούμενο και διεκδικούμενο».