
Ένας ολοκληρωτικός εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας φαντάζει πλέον αναπόφευκτος μετά τους δασμούς ύψους αρχικά 104% και στη συνέχεια 125% που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ στα εισαγόμενα προϊόντα του ασιατικού γίγαντα και την απάντηση του Πεκίνου με δασμούς ύψους 84% στα αμερικανικά αγαθά.
Το μέγα ερώτημα είναι, τι σημαίνει αυτή η σύγκρουση δυο οικονομιών τέτοιου μεγέθους, για την παγκόσμια οικονομία την στιγμή μάλιστα που όλες οι χώρες πλήττονται επίσης με δασμούς από τις ΗΠΑ.
To εμπόριο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας
Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα πρέπει να επισημανθεί το εύρος των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Το εμπόριο αγαθών μεταξύ των δύο οικονομικών δυνάμεων ανήλθε σε περίπου 585 δισ. δολάρια πέρυσι με τις ΗΠΑ να εισάγουν πολύ περισσότερα από την Κίνα (440 δισ. δολάρια) από ό,τι η Κίνα από την Αμερική (145 δισ. δολάρια).
Αυτό οδήγησε τις ΗΠΑ σε εμπορικό έλλειμμα με την Κίνα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανέλυσε το BBC, η διαφορά μεταξύ των εισαγωγών και των εξαγωγών ανήλθε στα 295 δισ. δολάρια το 2024. Πρόκειται για ένα σημαντικό μέγεθος που ισοδυναμεί με περίπου 1% της αμερικανικής οικονομίας. Ωστόσο, είναι κατά πολύ μικρότερο του 1 τρισ. δολαρίων που κατ′ επανάληψη έχει αναφέρει ο Τραμπ.
Ο αμερικανός πρόεδρος είχε επιβάλλει σημαντικού ύψους δασμούς στην Κίνα και κατά την πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο και αυτοί διατηρήθηκαν και προστέθηκαν επίσης νέοι από τον τέως πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν.
Έτσι, σταδιακά μειώθηκαν τα αγαθά που εισήγαγαν οι ΗΠΑ από την Κίνα από 21%, επί του συνόλου των εισαγωγών, το 2016 στο 13% πέρυσι.
Η εξάρτηση λοιπόν των ΗΠΑ από την Κίνα έχει μειωθεί την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο, αναλυτές επισημαίνουν ότι ορισμένες εξαγωγές κινεζικών αγαθών στις ΗΠΑ έχουν επαναδρομολογηθεί μέσω χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας.
Για παράδειγμα, η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε δασμούς 30% σε κινεζικά εισαγόμενα ηλιακά πάνελ το 2018. Αλλά το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ παρουσίασε στοιχεία το 2023 ότι οι κινέζοι κατασκευαστές ηλιακών πάνελ είχαν μεταφέρει τις εργασίες συναρμολόγησης τους σε κράτη όπως η Μαλαισία, η Ταϊλάνδη, η Καμπότζη και το Βιετνάμ και στη συνέχεια έστελναν τα τελικά προϊόντα στις ΗΠΑ από αυτές τις χώρες, αποφεύγοντας ουσιαστικά τους δασμούς.
Εξ ου και οι τελευταίοι «αμοιβαίοι»-όπως τους χαρακτηρίζει ο Τραμπ- δασμοί που επιβλήθηκαν σε αυτές τις χώρες που βέβαια θα ωθήσουν προς τα πάνω τις τιμές σε ένα ευρύ φάσμα αγαθών που τελικά προέρχονται από την Κίνα.
Τι προϊόντα εισάγουν η μία από την άλλη
Το 2024, η μεγαλύτερη κατηγορία αγαθών προς εξαγωγή από τις ΗΠΑ στην Κίνα ήταν η σόγια που χρησιμοποιείται κυρίως για τη διατροφή των περίπου 440 εκατ. χοίρων στην ασιατική χώρα. Οι ΗΠΑ εξήγαγαν επίσης φαρμακευτικά προϊόντα και πετρέλαιο.
Η δε Κίνα εξήγαγε στις ΗΠΑ ένα μεγάλο φάσμα ηλεκτρονικών ειδών, υπολογιστών και παιχνιδιών, μεγάλη ποσότητα μπαταριών, ζωτικής σημασίας για τα ηλεκτρικά οχήματα. Η δε μεγαλύτερη κατηγορία εισαγώμενων προϊόντων από την Κίνα είναι τα smartphones, που αντιπροσωπεύουν το 9% του συνόλου.
Ένα μεγάλο μέρος αυτών των smartphones κατασκευάζεται στην Κίνα για την Apple, πολυεθνική με έδρα τις ΗΠΑ. Οι δασμοί των ΗΠΑ στην Κίνα ήταν μάλιστα ένας από τους κύριους παράγοντες που συνέβαλαν στη μείωση της αγοραίας αξίας της Apple τις τελευταίες εβδομάδες, με την τιμή της μετοχής της να υποχωρεί κατά 20% τον περασμένο μήνα.
Όλα αυτά τα εισαγόμενα είδη στις ΗΠΑ από την Κίνα επρόκειτο ήδη να γίνουν σημαντικά πιο ακριβά για τους Αμερικανούς λόγω του αρχικού δασμού 20% που η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλλε στο Πεκίνο. Τώρα ο φόρος έχει αυξηθεί στο 104% και κατά συνέπεια ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι πέντε φορές μεγαλύτερος.
Και οι εισαγωγές των ΗΠΑ στην Κίνα θα αυξηθούν επίσης σε επίπεδο τελικής τιμής για τους καταναλωτές λόγω των δασμών που επέβαλλε το Πεκίνο «απαντώντας» στην Ουάσιγκτον και πλέον φθάνουν το 84%.
Άλλα πεδία μάχης
Αλλά πέρα από τους δασμούς, υπάρχουν και άλλοι τρόποι για αυτά τα δύο κράτη να προσπαθήσουν να βλάψουν το ένα το άλλο μέσω του εμπορίου.
Η Κίνα διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διύλιση πολλών ζωτικών μετάλλων για τη βιομηχανία, από χαλκό και λίθιο έως σπάνιες γαίες. Το Πεκίνο θα μπορούσε να θέσει εμπόδια στο δρόμο αυτών των μετάλλων να φτάσουν στις ΗΠΑ. Αυτό είναι κάτι που έχει ήδη κάνει στην περίπτωση δύο υλικών, το γερμάνιο και το γάλλιο, τα οποία χρησιμοποιούνται από τον στρατό σε θερμική απεικόνιση και ραντάρ.
Οι δε ΗΠΑ, θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να ενισχύσουν τον τεχνολογικό αποκλεισμό στην Κίνα που ξεκίνησε από τον Τζο Μπάιντεν, καθιστώντας δυσκολότερο για την Κίνα να εισάγει το είδος των προηγμένων μικροτσίπ – που είναι ζωτικής σημασίας για εφαρμογές όπως η τεχνητή νοημοσύνη – που δεν μπορεί ακόμη να παράγει μόνη της.
Ο εμπορικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Πίτερ Ναβάρο, πρότεινε αυτή την εβδομάδα ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Καμπότζης, του Μεξικού και του Βιετνάμ, να μην συναλλάσσονται με την Κίνα εάν θέλουν να συνεχίσουν τις εξαγωγές στις ΗΠΑ.
Πώς επηρεάζονται οι υπόλοιπες χώρες
Οι ΗΠΑ και η Κίνα μαζί αντιπροσωπεύουν το 43% της παγκόσμιας οικονομίας, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Μια εμπλοκή τους σε έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο που θα επιβράδυνε την ανάπτυξή τους και μια ώθησή τους σε ύφεση, θα ήταν μια εξέλιξη που πιθανότατα θα έβλαπτε τις οικονομίες άλλων χωρών οδηγώντας σε βραδύτερους ρυθμούς την παγκόσμια ανάπτυξη.
Οι παγκόσμιες επενδύσεις, όπως αναφέρει το BBC είναι επίσης πιθανό να υποφέρουν ενώ υπάρχουν και άλλες πιθανές συνέπειες.
Η Κίνα είναι η μεγαλύτερη κατασκευαστική οικονομία στον κόσμο και παράγει πολύ περισσότερα από όσα καταναλώνει ο πληθυσμός της στην εγχώρια αγορά. Έχει ήδη πλεόνασμα αγαθών σχεδόν 1 τρισ. δολαρίων – που σημαίνει ότι εξάγει περισσότερα αγαθά στον υπόλοιπο κόσμο από όσα εισάγει. Και συχνά παράγει αυτά τα αγαθά σε χαμηλότερο από το πραγματικό κόστος παραγωγής λόγω των εγχώριων επιδοτήσεων και της κρατικής οικονομικής στήριξης (πχ φθηνά δάνεια για επιχειρήσεις).
Ο χάλυβας είναι ένα παράδειγμα αυτού.Υπάρχει λοιπόν ο κίνδυνος εάν τέτοια προϊόντα δεν μπορούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ, οι κινεζικές εταιρείες να επιδιώξουν να τα «στείλουν» σε άλλες χώρες.
Αν και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι επωφελές για ορισμένους καταναλωτές, θα μπορούσε επίσης να πλήξει τους παραγωγούς στις χώρες που θα εισάγουν και να απειληθούν θέσεις εργασίες και μισθοί. Για παράδειγμα η Βρετανία θα μπορούσε να πληγεί σημαντικά από μια πιθανή ανακατεύθυνση της περίσσειας χάλυβα στην αγορά της.
Οι δευτερογενείς επιπτώσεις ενός ολοκληρωτικού εμπορικού πολέμου Κίνας-ΗΠΑ θα γίνουν αισθητές παγκοσμίως και οι περισσότεροι οικονομολόγοι κρίνουν ότι ο αντίκτυπος θα ήταν άκρως αρνητικός.