Μετά τον θάνατο κάποιου η περιουσία του που αποτελείται από το ενεργητικό και το παθητικό, δηλαδή τα περιουσιακά στοιχεία και τα χρέη του αντίστοιχα, επάγεται στους κληρονόμους του. Οι κληρονόμοι έχουν το δικαίωμα να την αποδεχθούν ή να την αποποιηθούν.
Ο νόμος ορίζει γενικά ότι ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, και είναι άκυρη, αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής, ενώ, αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή σιωπηρά. Συνεπώς το δικαίωμα αποποίησης της κληρονομίας υπόκειται σε τετράμηνη προθεσμία, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας η άσκηση του δικαιώματος αποποίησης είναι άκυρη, η ακυρότητα, δε, επέρχεται αυτοδικαίως και θεωρείται ότι ο μη αποποιηθείς είναι και ο κληρονόμος της κληρονομιάς.
Όμως μπορεί να γίνει δεκτό, -μέσω πάντα της δικαστικής οδού-, ότι η αποδοχή της κληρονομιάς οφείλεται σε πλάνη. Πλάνη δε, μπορεί να θεωρηθεί ακόμα και η παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση. Έτσι η αποδοχή της κληρονομίας μπορεί να προσβληθεί με αγωγή στο δικαστήριο, από τον κληρονόμο που δεν αποποιήθηκε, λόγω πλάνης, όταν η αποδοχή, που συνάγεται ότι έγινε αφού δεν έχει προηγηθεί αποποίηση, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, δηλαδή αν π.χ. πληροφορηθεί το μέγεθος των χρεών, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση, ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη, δε, γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ της βούλησης και δήλωσης διάσταση και η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς.
Υπάρχει, δε, πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν η άγνοια του κληρονόμου ανάγεται α) στο σύστημα της κατά τον Αστικό Κώδικα κτήσης της κληρονομίας, που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και β) στην ύπαρξη της προβλεπόμενης προθεσμίας προς αποποίηση ή της νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης.
Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας και η αντίστοιχη ένσταση στρέφεται, κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού που ακυρωσίμως αποδέχθηκε και που, στη συνέχεια, θα αποποιηθεί, δηλαδή κατ’ εκείνου, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του ενάγοντος στην περί ακυρώσεως δίκη, καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομίας. Τέλος, μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, ο κληρονόμος πρέπει να προβεί εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομίας.
Με βάση τα ανωτέρω μπορεί κάποιος να αποποιηθεί την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομιά εκπρόθεσμα μεν αλλά σε εύλογο χρόνο από τότε που ενημερώθηκε ότι απέκτησε την ιδιότητα του κληρονόμου.
Αυτό μπορεί να γίνει όταν π.χ. ειδοποιείται κάποιος ότι είναι πλέον οφειλέτης χρεών του κληρονομούμενου, ενώ μέχρι τότε είχε άγνοια του θανάτου του κληρονομούμενου, των οφειλών του και της αποποίησης των προηγούμενων σε σειρά κληρονόμων του.
Συνήθως αυτό συμβαίνει είτε λαμβάνοντας ειδοποίηση χρεών από το Δημόσιο είτε διαταγή πληρωμής από κάποια τράπεζα.
Η αγωγή όμως προκειμένου να αναγνωρισθεί ως εμπρόθεσμη και επομένης έγκυρη η αποποίηση πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας έξι μηνών από την γνώση στον ενάγοντα-κληρονόμο ότι έγινε κληρονόμος και πρέπει να αποποιηθεί.