Στις υποθέσεις των ανθρώπων, το στοιχείο που κυριαρχεί είναι το εφήμερο. Η τυχαιότητα των πραγμάτων και η έλλειψη διάρκειας. Μέσα σε αυτό το χαοτικό περιβάλλον, η σταδιακή ανάδυση μιας αυτοκρατορίας, η φαινομενικά ακαταμάχητη προέλαση των στρατευμάτων της και η κατάληψη της μίας περιοχής πίσω απ′ την άλλη, ενέχουν κάτι από την αίσθηση του αναπόφευκτου.
Μιας βεβαιότητας που ο άνθρωπος έψαχνε πάντοτε να βρει πίσω από τα σχέδια μιας υποθετικής, αθέατης ανώτερης δύναμης που δεν δεσμεύεται από τους φυσικούς νόμους, ή τους ευμετάβλητους “νόμους” που διέπουν τον ρευστό κοινωνικό κόσμο των ανθρώπων.
Δεν είναι ν′ απορεί κανείς που οι περισσότεροι αυτοκράτορες διακήρυτταν με κάθε σοβαρότητα ότι χρωστούσαν τα αξιώματα τους στη θεία πρόνοια, ότι ενσάρκωναν τη θεία βούληση , ή ακόμα ότι ήταν και οι ίδιοι θεοί. Είχαν ενστερνιστεί πλήρως την πεποίθηση ότι υπήρχε κάτι το υπερφυσικό πίσω απ′ τη δημιουργία του υπερεθνικού τους βασιλείου.
Παρ′ όλα αυτά, αν κανείς επιθυμεί να αναζητήσει τις βαθύτερες αιτίες γύρω από την ισχύ των αυτοκρατοριών που μπόρεσαν να αφήσουν το πολιτικό και πολιτισμικό σημάδι τους στην παγκόσμια ιστορία, ή ακόμα να διαγνώσει τους λόγους που λαοί όπως οι Ούννοι, ή οι Μογγόλοι, παρά το γεγονός ότι σπάνια ηττήθηκαν στο πεδίο της μάχης, εντούτοις δεν μπόρεσαν να εδραιώσουν μια κρατική δομή με διάρκεια στο χρόνο, σίγουρα θα πρέπει να στρέψει την προσοχή του/της πέρα από την προπαγάνδα της “θεϊκής προέλευσης”, στα σκληρά δεδομένα και τους ταξικούς συσχετισμούς δύναμης της πολιτικής οικονομίας.
Η αδιαμφισβήτητη ήττα των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν είναι η στιγμή της κατάρρευσης του προτάγματος του “ανθρωπιστικού ιμπεριαλισμού”.i Ενός ιδεολογήματος που εγκαινιάστηκε το 2001 από τις συστημικές δεξαμενές σκέψης στις ΗΠΑ και αποτέλεσε την ιδεολογική κινητήρια δύναμη πίσω απ′ την αυτοκρατορική επέκταση της αμερικανικής ισχύος, η οποία επιδιώχθηκε ενεργά από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ των ΗΠΑ μετά το κτύπημα στους Δίδυμους Πύργους.
Οι ΗΠΑ είχαν προσπαθήσει τότε να διαμορφώσουν το διεθνές περιβάλλον κατά τα πρότυπα που υπαγόρευαν οι ανάγκες της αμερικανικής πολιτικής οικονομίας, επιστρατεύοντας την μονομερή στρατιωτική δράση σαν το κατεξοχήν εργαλείο ώστε ν′ ανατρέψουν εκείνα τα καθεστώτα που εγκυμονούσαν κινδύνους για την παγκόσμια ηγεμονία τους.
Ο νεοσυντηρητικής έμπνευσης, διαβόητος “Άξονας του Κακού”, αυτήν ακριβώς την έννοια είχε. Ήταν η αποκρυστάλλωση των φαντασιώσεων αυτοκρατορικής ισχύος που είχαν συνεπάρει τα μυαλά του αμερικάνικου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου και η μετατροπή τους σε χειροπιαστό γεωστρατηγικό δόγμα.
Είκοσι χρόνια μετά, κι έχοντας κατά νου την έκβαση των αμερικανικών εκστρατειών στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, αλλά και τη Συρία, μπορούμε να πούμε ότι οι ΗΠΑ περισσότερα κοινά έχουν με τους Ούνους και τους Μογγόλους, ως προς τον τρόπο που υποτάσσουν στρατιωτικά αλλά ύστερα χάνουν τον έλεγχο των κατακτήσεων τους.
Αντίθετα, μοιάζουν πολύ λίγο με τους Ρωμαίους ή τους Βρετανούς, οι οποίοι μέσα από έναν συνδυασμό ωμής ισχύος αλλά κι επιδέξιων πολιτικών χειρισμών, που εκμεταλλεύονταν τις έριδες ανάμεσα στους αντιπάλους τους, μπόρεσαν να διασφαλίσουν για αιώνες την αναπαραγωγή της κυριαρχίας τους πάνω στους λαούς που είχαν καταστήσει υποτελείς με στρατιωτικά μέσα. Η ετυμηγορία της ιστορίας σε αυτό το σημείο είναι ξεκάθαρη. Οι αμερικανοί είναι καλοί στο να καταστρέφουν, αλλά δεν γνωρίζουν πώς να οικοδομούν. Οι λόγοι που αυτό συμβαίνει δεν είναι και πολύ δύσκολο να επισημανθούν.
Στο Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ αντί να λειτουργήσουν ως φορέας της πολιτικής αλλαγής και κοινωνικής μεταρρύθμισης που είχαν υποσχεθεί, προσπάθησαν να εδραιώσουν την εξουσία τους και να εξασφαλίσουν την πολιτική “σταθερότητα”, εξαγοράζοντας τα “φιλικά αισθήματα” των σημαντικότερων πολέμαρχων που είχαν καταστήσει όμηρο τον λαό του Αφγανιστάν ακόμη και πριν την εισβολή των αμερικανικών στρατευμάτων το 2001.
Η επιρροή της κατοχικής κυβέρνησης του δυτικοθρεμμένου Ασράφ Γκάνι, και του Χ. Καρζάι πριν απ′ αυτόν, δεν εκτεινόταν πιο μακριά από μερικούς δρόμους στο κέντρο της Καμπούλ.
Εκεί που οι αμερικανοί είχαν στήσει εδώ κι εκεί κακόγουστες απομιμήσεις των εμπορικών δρόμων που συναντά κανείς σε μια δυτική μητρόπολη, την ίδια στιγμή που στο μεγαλύτερο μέρος αυτής της κατά βάση αγροτικής, αχανούς χώρας, η ζωή παρέμενε απαράλλακτη στα μοτίβα που κυριαρχούν και οργανώνουν την κοινωνική αναπαραγωγή στην ύπαιθρο τα τελευταία πενήντα χρόνια.
Δεν μπορεί να ζητήσει κανείς καλύτερη απόδειξη για τον παραπάνω ισχυρισμό από την ταχύτητα με την οποία ο Γκάνι έσπευσε να εξαφανιστεί από τη χώρα όταν έγινε σαφές ότι οι ΗΠΑ είχαν ήδη ξεκινήσει την εκκένωση των στρατευμάτων τους. Ή την ευκολία με την οποία ο πολυσυζητημένος “αφγανικός στρατός” των 300.000 “καλά εξοπλισμένων” και “καλά εκπαιδευμένων” ανδρών, ουσιαστικά εξαϋλώθηκε μπροστά στην προέλαση των Ταλιμπάν , οι οποίοι κατέλαβαν ολόκληρη τη χώρα χωρίς να χρειαστεί να ρίξουν ούτε έναν πυροβολισμό.ii
Επιπλέον, η διαφθορά που ενδημεί στις υποτυπώδεις δομές δημόσιας διοίκησης του Αφγανιστάν, όχι μόνο δεν εξαλείφθηκε κάτω από την επίβλεψη των κατοχικών δυνάμεων , αλλά τουναντίον διογκώθηκε σε πρωτόγνωρη κλίμακα, εφόσον τα δισεκατομμύρια δολάρια που διοχετεύθηκαν για την “ειρήνευση” της χώρας, δεν διατέθηκαν για τον εκσυγχρονισμό της υποδομής της αφγανικής οικονομίας, αλλά μοιράστηκαν σαν λάφυρα στους συνεργάτες της κατοχής για να διασφαλίσουν τη συνεργασία και τη “νομιμοφροσύνη” τους.
Ο μέσος Αφγανός που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και έλλειψης βασικών τεχνικών υποδομών έμεινε έξω απ′ το μεγάλο φαγοπότι και , σε βάθος χρόνου, δεν είχε κανένα πρόβλημα να ενταχτεί στους μαζικούς ένοπλους σχηματισμούς των Ταλιμπάν, οι οποίοι ήταν και οι μοναδικοί που αντιτάχτηκαν με συνέπεια όλα αυτά τα χρόνια στην επέκταση της αμερικανικής επιρροής.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν με νόημα οι ανθρωπολόγοι Lindisfarne και Neale , που έχουν εργαστεί για χρόνια στο Αφγανιστάν, υπήρξαν περιπτώσεις όπου απλοί άνθρωποι που ζουν στα αστικά κέντρα αποφάσισαν να αποτανθούν στους δικαστές των Ταλιμπάν στην επαρχία για να λύσουν τις διαφορές τους με έναν αμερόληπτο και δίκαιο τρόπο, εφόσον η λειτουργία των κρατικών δικαστηρίων στις πόλεις είχε περισσότερο τον χαρακτήρα του πλειστηριασμού μεταξύ των διαδίκων για την έκδοση ευνοϊκής απόφασης υπέρ του ενός ή του άλλου.iii
Ο νεποτισμός, η ακραία διαφθορά και η κτηνώδης βία των δυνάμεων κατοχής ένωσαν τη χώρα σε βαθμό που δεν υπήρχε πριν την εισβολή των αμερικανών το 2001. Η δομική αναγκαιότητα που επιβάλλει την προσκόλληση του πολιτικού κατεστημένου στις ΗΠΑ στις πολιτικές του αρπακτικού διεθνοποιημένου καπιταλισμού, οδήγησε αναπόφευκτα στην οικονομική αφαίμαξη του κατακτημένου Αφγανιστάν.
Έτσι δεν έγινε ποτέ δυνατή η δημιουργία μιας σταθερής και ισχυρής εγχώριας κοινωνικής τάξης με οικονομικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, που θα έδινε μια κάποια επίφαση “νομιμότητας” και κοινωνικής υποστήριξης στο αδύναμο κατοχικό καθεστώς.
Οι Ρωμαίοι διδάχτηκαν με τον πιο επώδυνο τρόπο ότι η λεηλασία των επαρχιών της αυτοκρατορίας τους δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στην εξασθένιση τους και συνακόλουθα στην υπονόμευση της ίδιας της ρωμαϊκής ισχύος. Είτε μέσω της αδυναμίας των επαρχιών να αντισταθούν στις εισβολές των βαρβαρικών λαών που περιτριγύριζαν τα απέραντα ρωμαϊκά σύνορα, ή μέσω της εξέγερσης του υποτελούς πληθυσμού ενάντια στον δυσβάστακτο ρωμαϊκό ζυγό.
Το πλιάτσικο και η κατασπατάληση των πόρων της περιφέρειας δεν είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της ισχύος και του πλούτου του αυτοκρατορικού κέντρου, αλλά αντίθετα, οδήγησε στην απομόνωση και τελικά , στη σταδιακή κατάρρευση του. Έχω την αίσθηση ότι οι ΗΠΑ μόλις έλαβαν το ίδιο οδυνηρό μάθημα στο Αφγανιστάν.
Όσο για τις γυναίκες του Αφγανιστάν, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελούν τα πρωταρχικά θύματα αυτής της νέας κατάστασης πραγμάτων.
Παρ′ όλα αυτά, αν επιθυμούμε να κατανοήσουμε την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα και όχι να σκεφτόμαστε με όρους ιδεολογικών αφαιρέσεων, εφόσον η ιδεολογία πάντοτε εκπορεύεται και είναι συνυφασμένη με συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα, θα πρέπει πρώτα απ′ όλα να τονίσουμε ότι δεν είναι δυνατή η δικαιολόγηση της στρατιωτικής κατοχής μιας χώρας με πρόσχημα τα δικαιώματα της γυναίκας. Λες και οι βόμβες απ′ τα αμερικάνικα βομβαρδιστικά ή οι πύραυλοι από τα φονικά drones στοχεύουν και ανατινάζουν αποκλειστικά τους άνδρες.
Ούτε βέβαια νοείται “απελευθέρωση” των γυναικών μέσω της μαζικής δολοφονίας των συζύγων, των παιδιών και των συγγενών τους.
Εκτός αυτού, ελάχιστα βήματα έγιναν κατά τη διάρκεια της κατοχής για την ουσιαστική βελτίωση της θέσης των γυναικών στην αφγανική κοινωνία. Αντίθετα, οι αμερικανοί συμμάχησαν με τα πιο συντηρητικά τμήματα της αφγανικής κοινωνίας για να κυβερνήσουν, χωρίς την παραμικρή μέριμνα για την κατοχύρωση μιας ουσιαστικής ισότητας ανάμεσα στα φύλα. Όχι μόνο στο επίπεδο των αφηρημένων, και γι′ αυτό ανεφάρμοστων θεωρητικών αρχών, αλλά κυρίως στο επίπεδο των πραγματικών υλικών συνθηκών που διαιωνίζουν την εξάρτηση της γυναίκας στην πατριαρχική αφγανική κοινωνική ιεραρχία.
Έχω εδώ στο μυαλό μου την κωμικοτραγική φιγούρα της Farzana Kochai, μιας αφγανής βουλευτίνας που περιφέρεται στα δυτικά ΜΜΕ δίνοντας συνεντεύξεις και αυτο-προτείνεται σαν το ζωντανό παράδειγμα της “προόδου” που συντελέστηκε τα χρόνια της αμερικάνικης κατοχής ως προς τα δικαιώματα των γυναικών.iv
Η Kochai συνιστά κωμικοτραγική φιγούρα όχι βέβαια επειδή είναι γυναίκα, αλλά διότι συνιστά εκπρόσωπο ενός πολιτικού και κοινωνικού συστήματος που δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια χίμαιρα. Μια συμβολική αναπαράσταση προς τέρψη των δυτικών ΜΜΕ και της ανάγκης τους να δικαιολογήσουν την νατοϊκή ιμπεριαλιστική εκστρατεία.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2018, στις “εθνικές” εκλογές του Αφγανιστάν ψήφισαν 3.296.643 άνθρωποι, σε σύνολο 39.864.082 ψυχών, που αποτελούν τον συνολικό πληθυσμό της πολύπαθης χώρας.v Στις κάλπες προσήλθε δηλαδή για να ψηφίσει το ...8% του αφγανικού λαού, ποσοστό που δεν καλύπτει ούτε το σύνολο των κατοίκων της Καμπούλ και δείχνει την εικονική πραγματικότητα στην οποία αντιστοιχεί το σύστημα που δοκίμασαν να επιβάλλουν οι αμερικανοί στη χώρα.
Σίγουρα, όλοι διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας αναφορικά με τις όψιμες εξαγγελίες των Ταλιμπάν ότι θα σεβαστούν την πρόσβαση των γυναικών στην εργασία και την εκπαίδευση, μέσα στα πλαίσια βέβαια που θέτει ο ισλαμικός νόμος. Ωστόσο, η πρόσφατη έκκληση τους στις γυναίκες που εργάζονται στις υπηρεσίες της υγείας να επιστρέψουν στις θέσεις τους, είναι ίσως μια ένδειξη για τη θρυλούμενη ιδεολογική μεταστροφή που έχουν υποστεί οι Ταλιμπάν προς πιο μετριοπαθείς θέσεις, καθώς και για την πολιτική που πρόκειται να εφαρμόσουν από δω και στο εξής.vi
iN. Chomsky, Humanitarian Imperialism: The New Doctrine of Imperial Right, https://monthlyreview.org/2008/09/01/humanitarian-imperialism-the-new-doctrine-of-imperial-right/.
iiΤις εν λόγω δηλώσεις για τον αφγανικό στατό -φάντασμα έκανε στις 08/07/21 ένας εμφανώς εκτός τόπου και χρόνου Αμερικανός πρόεδρος σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε στα αμερικανικά ΜΜΕ. Για περισσότερα, https://www.youtube.com/watch?v=TA7xwsMfUgE.
iiiAfghanistan: The End of the Occupation, https://annebonnypirate.org/2021/08/17/afghanistan-the-end-of-the-occupation/?fbclid=IwAR04dfzg8Leg8u17fa0rz48GWskmizWLxPh9VtTwfbmqEjJxNguqBNj7rs4#_ftn4.
vihttps://www.reuters.com/world/asia-pacific/taliban-say-afghan-women-health-service-staff-should-go-back-work-2021-08-27/.