Ο Λευκός Οίκος αύξησε την περασμένη Παρασκευή υφιστάμενους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα 200 δισ. δολαρίων από το 10% στο 25%, διότι, όπως ισχυρίστηκε, το Πεκίνο αθέτησε τις δεσμεύσεις του λίγο πριν από τη σύναψη της εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ. Το Πεκίνο απάντησε τη Δευτέρα με δασμούς έως και 25%, που θα επιβληθούν αρχές Ιουνίου σε εισαγωγές 60 δισ. δολαρίων από τις ΗΠΑ, παρά τις προειδοποιήσεις του Τραμπ να μην προχωρήσει σε αντίποινα.
Την Τρίτη, το γραφείο του εκπροσώπου Εμπορίου των ΗΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα τη λίστα των προϊόντων αξίας 300 δισ. δολαρίων από την Κίνα που θα επιβαρυνθούν με νέους δασμούς, συμπεριλαμβανομένων παιδικών ρούχων, κινητών τηλεφώνων, φορητών συσκευών και παιχνιδιών. Για παράδειγμα, υπάρχει η πρόβλεψη, ότι στις ΗΠΑ τo κάθε iphone θα αυξηθεί κατά 160 ευρώ, γιατί τα περισσότερα εξαρτήματά του κατασκευάζονται στην Κίνα.
Πώς όλα αυτές οι εξελίξεις μπορούν να επηρεάσουν τόσο την ευρωπαϊκή οικονομία όσο και την ελληνική; Ο Βασίλης Ανδρέου, asset manager και οικονομολόγος (MSc Finance & Banking) με ειδίκευση στις διεθνείς αγορές, απαντά στη HuffPost για τις πιθανές αλλαγές που μπορούν να φέρουν οι συγκεκριμένες εξελίξεις σε δάνεια (κόκκινα και μη), εισαγωγές-εξαγωγές και στον τουρισμό.
Τη στιγμή που επικοινωνήσαμε με τον Κύριο Ανδρέου, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει την αναβολή δασμών στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, μια κίνηση που σύμφωνα με τον ίδιο, θα επηρεάσει τα διεθνή χρηματιστήρια, αλλά και το λιμάνι του Πειραιά, ως ενδιάμεσος σταθμός διακίνησης ευρωπαϊκών αυτοκινήτων, όπως και κάθε επιχείρηση που σχετίζεται άμεσα με την αγοραπωλησία ευρωπαϊκών αυτοκινήτων.
«Υπάρχει μία έκφραση που λέει ότι ’όταν κουνιούνται τα βουβάλια τα βατράχια κρύβονται”- κάτι το οποίο, στην περίπτωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, φαίνεται να ταιριάζει απόλυτα», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κύριος Ανδρέου. «Μετά τον 3μηνο μήνα του μέλιτος αρκούσε ένα απλό τιτίβισμα του Ντόναλντ στο Twitter για να ηχήσουν οι σειρήνες του πολέμου πάλι. Στο 25% οι ταρίφες για 250 δις $ από τον Τραμπ, στο 25% και από τον Xi για 60δις $. Το μόνο που απομένει είναι να δούμε ποιος θα … ανοιγοκλείσει τα μάτια του πρώτος», συμπληρώνει.
Όσον αφορά τα δάνεια, αυτή τη στιγμή υπάρχουν προσφορές για το πρώτο δανειακό χαρτοφυλάκιο στα Στεγαστικά της Eurobank. Αυτά έρχονται από funds που δεν δραστηριοποιούνται μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Άρα, αν το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα ζοριστεί με τις εξελίξεις στον πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, οι τράπεζες θα δυσκολευτούν στην διαδικασία πώλησης των συγκεκριμένων δανειακών χαρτοφυλακίων, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, με πιθανό αποτέλεσμα η πώληση των κόκκινων δανείων να μπει στον πάγο για κάποιο διάστημα.
Ακόμη, αν ο Τραμπ βάλει ταρίφες και στα 300 δις των προϊόντων, αυτό θα πλήξει και τη δική μας τσέπη, σύμφωνα με τον κύριο Ανδρέου. Μπορεί το iphone να μην αποτελεί πρωταρχικό αγαθό για ένα νοικοκυριό, αλλά θα αυξηθούν αρκετά προϊόντα της καθημερινότητας.
Ακόμη και ο τουρισμός μπορεί να πληγεί. Είναι κοινός τόπος, άλλωστε, ότι ένα μεγάλο ποσοστό των τουριστών έρχεται από την Κίνα, είτε για επενδύσεις, είτε για διακοπές. Αν εκείνοι ζοριστούν, θα ζοριστούμε κι εμείς.
Το σίγουρο είναι ότι στην σημερινή παγκοσμιοποίηση είναι εξαιρετικά πολύπλοκο να αποτυπώσει κάποιος πλήρως τις παράπλευρες απώλειες από τον πόλεμο αυτό. Η κάθε πλευρά χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να γύρει την ζυγαριά υπέρ της. Ήδη έχει γραφτεί ότι η κεντρική τράπεζα της Κίνας σκέφτεται να ρίξει λεφτά στην οικονομία της αφού τα νούμερα του Απρίλιου, πριν καν αυξήσει το 10% στο 25% η Αμερική, σε λιανικές πωλήσεις και βιομηχανική παραγωγή έχουν πάρει την κάτω βόλτα. Κάτι που βέβαια θα προκαλέσει κινήσεις στα συγκοινωνούντα δοχεία.
Πιθανές αντίστοιχες κινήσεις από τις άλλες κεντρικές τράπεζες με τον Τραμπ να έχει κάνει ήδη συστάσεις στην FED. Πτώση στις διεθνής τιμές του πετρελαίου αλλά ακόμη και σημαντική άνοδο του Bitcoin από τους Κινέζους που προσπαθούν να hedgαριστούν στην καθοδηγούμενη υποτίμηση του Γουάν σε νέα χαμηλά έτους έναντι του δολαρίου (6,91).
Ο δεκάμηνος εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη έχει κοστίσει δισεκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες των δύο χωρών.