Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί,
μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος.
Γιώργος Σεφέρης, Δήλωση (1969)
Όπως και προηγούμενες φορές, αποφάσισα να αρχίσω αυτό το άρθρο με μια συγκεκριμένη αφορμή. Όμως σας προειδοποιώ ότι μετά θα επεκταθώ σε αυτό που δηλώνει ο τίτλος. Αφορμή για το σημερινό θέμα μου είναι η έκρυθμη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί από την εισροή προσφύγων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Η κατάσταση συνεχίζει να υφίσταται, οι εισροές δεν σταματούν, παρόλο που το αυξομειούμενο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον για το θέμα μπορεί να παραπλανά τον πολίτη σχετικά με τη σοβαρότητα του προβλήματος.
Αρχικά, λοιπόν, είχα σκεφτεί να γράψω κάτι σε σχέση με τις προσφυγικές ή μεταναστευτικές κινήσεις σε άλλα χρόνια, αιώνες και καιρούς, π.χ. σχετικά με την κάθοδο των Δωριέων (που πολλοί, εξάλλου, την αρνούνται) στο τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. Ή να σχολιάσω τα διατάγματα των μοναρχών για επιστροφή των εξορίστων στις πατρίδες τους, με πρωτοστάτη τον Μ. Αλέξανδρο, που εξέδωσε ένα τέτοιο διάταγμα το 324 π.Χ. (παρόμοιο και αυτό του «διαδόχου»1 Πολυπέρχοντα το 319 π.Χ.). Θα μπορούσα να προβάλω την επιμονή των ελληνιστικών μοναρχών να μετακινούν κατοίκους, είτε για να γεμίζουν πόλεις είτε για να ξανα-φτιάχνουν μια μεγαλύτερη πόλη από συνένωση δύο μικρότερων: χαρακτηριστικές είναι εδώ δύο επιστολές που έχουν σωθεί επιγραφικά και χρονολογούνται περί το 303 π.Χ. Η πρώτη είναι μία επιστολή από τον βασιλιά Αντίγονο προς τη μικρασιατική πόλη της Τέω και η δεύτερη από την πόλη της Τέω προς αυτόν: ο Αντίγονος θέλησε να ενσωματώσει στην Τέω τους κατοίκους της γειτονικής Λεβέδου, κάτι που είχε προγραμματιστεί να γίνει σε 4 φάσεις, με οικονομική επιβάρυνση των κατοίκων της Τέω (oh, yes!). Θα μπορούσα, ακόμα, να μιλήσω για τις επιδρομές των Σλάβων στην Πελοπόννησο τον 6ο αι. μ.Χ.: έχοντας εμπνεύσει τον Γερμανό Φαλλμεράυερ να μιλήσει το 1830 για γενετική καταστροφή του ελληνικού έθνους, αυτές οι σλαβικές εισροές πυροδοτούν μέχρι σήμερα έρευνες (ακόμα και βάσει του DNA), προκειμένου να δειχθεί αν οι Έλληνες έχουν σλαβικό αίμα ή όχι... Και, φτάνοντας στον 20ό αι., θα μπορούσα να μιλήσω για τις τεράστιες δυσκολίες που δημιουργήθηκαν, όταν οι πρόσφυγες της Μ. Ασίας είχαν στήσει αντίσκηνα στην (αραιοχτισμένη τότε) Αττική (εξού και οι προσδιορισμοί «Νέα» για πολλούς οικισμούς του λεκανοπεδίου).
Και, εφόσον (υποτίθεται) ζούμε σε εποχή όπου δεν φοβόμαστε να αντικρίσουμε «τον άλλο», ποιος θα με κάκιζε, επίσης, αν αναφερόμουν στις χιλιάδες προσφύγων Τούτσι, που, κατά τη δεκαετία του ’90, έφευγαν μαζικώς από την αφρικανική Ρουάντα θέλοντας να αποφύγουν την εξολόθρευση του γένους τους από την φυλή των Χούτου;
Ωραία, θα πει κανείς... «και γιατί δεν αναλύεις τα παραπάνω; ιστορικός είσαι, αυτά πρέπει να μας λες!» Well, η αλήθεια είναι ότι, στο «επικοινωνιακό πλαίσιο» ενός blog, η ανάλυση για παλαιότερες εποχές μπορεί να αποβεί βαρετή. Από την άλλη, όμως, η απευθείας διατύπωση κάποιων συγκριτικών παρατηρήσεων ίσως μας ενθαρρύνει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι πρωτοφανή.
Δυσκολίες υπάρχουν πάντα, όταν «ο ξένος» μπαίνει στην «τι-καλά-που-ήμασταν-πριν» κοινότητά μας. Αλλά το ποιες είναι αυτές και πώς αντιμετωπίζονται, μόνο με συγκριτική εποπτεία των περιπτώσεων μπορούμε να το μάθουμε. Καταρχήν, οι αιτίες για τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών ποικίλλουν:
— είναι εξάντληση των φυσικών πόρων σε μια περιοχή που νεμόταν ένας νομαδικός (=περιοδεύων και μη αγροτικός) πληθυσμός;
— είναι η απόφαση ενός μονάρχη να μετακινήσει ο ίδιος πληθυσμούς, ώστε να έχει μεγαλύτερη ομοιομορφία στην επικράτειά του;
— είναι η θέληση του ανθρώπου να ζήσει, όταν συντελείται συστηματική εξόντωση της εθνοτικής ομάδας του από μέλη μιας άλλης εθνοτικής ομάδας, που έχουν την εξουσία;
— ή η ίδια θέληση για επιβίωση, όταν η εμπόλεμη κατάσταση, που καταστρέφει πλουτοπαραγωγικές πηγές και οικισμούς μιας περιοχής, καθιστά αδύνατη τη διαβίωση σε αυτήν;
— και μήπως, τελικά, απώτερη αιτία είναι η θέληση κάποιων επιχειρηματιών να προωθήσουν τις «μπίζνες» τους (παροχή όπλων ή ενέργειας), με «παράπλευρη» —αλλά υποκινούμενη από τους ίδιους— απώλεια τη σφαγή των γηγενών πληθυσμών;
Το πότε συνέβησαν μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών είναι επίσης σημαντικό για τις συνέπειες της μετακίνησης:
— μιλάμε για την αρχαιότητα και την προ-νεωτερική εποχή, όπου η επαφή ανθρώπου και φυσικού τοπίου ήταν πιο άμεση;
— και όπου, από την άλλη, δεν υπήρχε η έννοια «ανθρώπινα δικαιώματα»;
— μιλάμε για τη νεότερη εποχή, όπου η επιστημονική πρόοδος έχει βελτιώσει το βιοτικό μας επίπεδο;
— για τη νεότερη εποχή, όπου οι πόλεμοι συχνά σκηνοθετούνται και δημιουργούνται, ώστε να επιτευχθούν οικονομικοί στόχοι;
— ή, όπου, η υπαρξη διεθνών οργανισμών (υποτίθεται) καθιστά προβλέψιμη ή αντιμετωπίσιμη μια μαζική πληθυσμιακή μετακίνηση;
Ανάλογα με τις απαντήσεις στα ερωτήματα της προηγούμενης παραγράφου, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι επιπτώσεις μιας πληθυσμιακής μετακίνησης διαφέρουν λόγω των διαφορετικών συνθηκών:
— Στα (προϊστορικά και) αρχαία χρόνια, ο χώρος έξω από τα αστικά κέντρα, από την άποψη του τότε διεθνούς δικαίου, ήταν σε ένα πιο χαλαρό «νομικό» πλαίσιο, «παρθένος» και έτοιμος για οικιστική ή αγροτική εκμετάλλευση, χωρίς γραφειοκρατικούς μηχανισμούς αδειοδότησης κτλ. Λόγω και αυτής της πραγματικότητας είναι που οι άνθρωποι είχαν αναπτύξει επιπλέον μια πιο στενή και άμεση σχέση με το φυσικό τοπίο (βλ. προηγούμενο άρθρο μου), και συνακόλουθα τις πρωτογενείς ικανότητες να χτίσουν (σπίτια), οχυρώσουν (οικισμούς), συλλέξουν (καρπούς), καλλιεργήσουν (γη), εκθρέψουν (ζώα), χωρίς να εξαρτώνται από μεσάζοντες τύπου «οικοδομικαί εργασίαι» ή «super market».
— Βέβαια, όταν οι μετακινήσεις πληθυσμών γίνονταν με κρατική πρωτοβουλία (=διαταγή) του μονάρχη, ο τελευταίος ήταν αυτός που έδινε σαφείς κατευθύνσεις και οδηγίες για τον αναδασμό της γης και τη μέριμνα που όφειλε να αναλάβει η πόλη για την ενσωμάτωση των νέων κατοίκων (ή των επιστρεψάντων εξορίστων). Ένας ικανός μυθιστοριογράφος δεν θα δυσκολευόταν να περιγράψει τις ενδο-κοινοτικές επιπλοκές που θα προέκυπταν από τέτοιες... «διευθετήσεις»!!! Ανεξαρτήτως, πάντως, από τον βαθμό εφαρμογής των κρατικών μέτρων, το βέβαιο είναι ότι λαμβανόταν μια στοιχειώδης μέριμνα για την αξιοπρεπή διαβίωση των νεοελθόντων. Και αυτό όχι από κάποια ανθρωπιστική επιταγή, αλλά για καθαρά πρακτικούς λόγους: μια «ταχτοποιημένη» επικράτεια είναι πάντα καλύτερα ελεγχόμενη. Κανένας, με στοιχειώδη έστω γνώση Διοίκησης Επιχειρήσεων, δεν θα ήθελε ένας όροφος της εταιρείας του να καταλαμβάνεται από άγνωστους εισβολείς, που θα διεκδικούσαν με το ζόρι δικό τους χώρο στα γραφεία των μόνιμων υπαλλήλων!
— Η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στη νεότερη εποχή θεωρείται και είναι, φυσικά, κάτι θετικό, ακόμα και αν πρόοδοι σχετικές με την υιοθέτηση της υγιεινής, της επιστημονικής ιατρικής και της σωστής γεωργικής καλλιέργειας, συνέβησαν λόγω της σύνδεσής τους με την αποικιοκρατία. Όμως, αναπόφευκτα, η βιοτική βελτίωση γεννά ανισότητες, όταν δεν υιοθετείται ισοδύναμα σε όλον τον πλανήτη˙ τότε το αποτέλεσμα είναι η ανισορροπία πληθυσμού και κατοικήσιμου γεωφυσικού χώρου: π.χ. μια πόλη στην ηπειρωτική Ελλάδα είναι πυκνοκατοικημένη, αλλά ολοσχερώς εξαρτημένη για τη διατροφή της από την αραιοκατοικημένη και ανεφοδίαστη τεχνολογικά ύπαιθρο, που την περιβάλλει. Ένα ορεινό χωριό στην τουρκική ενδοχώρα, αν και πολύ εύφορο, και με μεγάλες προοπτικές κατοίκησής του, είναι δύσκολα προσβάσιμο και μη προτιμήσιμο από πιθανούς κατοίκους, όταν υστερεί σε συγκοινωνίες, ύδρευση, ηλεκτροδότηση ή ιατρική περίθαλψη.
— Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις που εδρεύουν σε ΗΠΑ και Ευρώπη έχουν μεγάλο όφελος από τη δημιουργία τοπικών πολέμων: είτε πρόκειται για κατασκευαστές όπλων είτε για απαραίτητους επενδυτές σε μη αναπτυγμένες χώρες, η συνεννόηση/συνενοχή με τους τοπικούς ηγεμόνες είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία πολέμου. Τέτοιες περιπτώσεις απεικονίζονται στο καθηλωτικό βιβλίο του πρώην βρετανού κατασκόπου Τζον λε Καρέ The Mission Song (=Το τραγούδι της Ιεραποστολής), 2006.
— Η δημιουργία διεθνών οργανισμών, που έχουν στόχο τη διαφύλαξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην ειρήνη, υγεία και αξιοπρέπεια, αποτελεί επίσης μια σημαντική πρόοδο και είναι πολλοί (και αδρά αμειβόμενοι) οι αξιωματούχοι που υπηρετούν σε αυτούς. Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε ότι πρώτο (θεωρητικά) μέλημα των οργανισμών αυτών είναι να προλαμβάνουν τις κρίσεις και δεύτερο να τις αντιμετωπίζουν. Επανειλημμένα, όμως, τόσο ο ΟΗΕ όσο και η προκάτοχός του ΚΤΕ (=Κοινωνία των Εθνών) έχουν αποδειχθεί σκανδαλωδώς αναποτελεσματικοί θεσμοί. Το 1935 η ΚΤΕ δεν μπόρεσε να αποτρέψει την εισβολή του Μουσολίνι στην Αιθιοπία (Αβησσυνία). Όσο για πιο πρόσφατα παραδείγματα, νομίζω ότι το βιβλίο του Kαναδού αντιστράτηγου Ρομέο Αντόνιους Νταλέρ,2 γραμμένο ύστερα από την ανατριχιαστική εμπειρία του στη Ρουάντα, είναι ο καλύτερος εκ των έσω μάρτυρας της, τολμώ να πω, θεσμικής απανθρωπίας.
Αν και τα ψηφίσματα των συμβουλίων και επιτροπών που απαρτίζουν τον ΟΗΕ είναι άφθαστα στη δομή τους, άμεσα συγγενή με τη δομή των ψηφισμάτων της αρχαίας Αθήνας, ωστόσο στον μέσο πολίτη αυτές οι νομικές πράξεις φαντάζουν ως μια συσσώρευση άκρως τεχνοκρατικών όρων και «νομικίστικου» λεξιλογίου. Αρκεί να μελετήσει κανείς πρακτικά συνόδων του ΟΗΕ, για να καταλάβει τι θα πει «δυσκινησία της γραφειοκρατίας»: είναι ή δεν είναι «γενοκτονία» αυτό που γίνεται τώρα, ώστε να δικαιολογείται η επέμβασή μας, και πώς θα ορίζαμε την παρούσα κατάσταση; αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο καλούνται να απαντήσουν με συγκεκριμένα ψηφίσματα οι αξιωματούχοι, μετά από άπειρες συσκέψεις και ενόσω οι σφαγές ανά τον πλανήτη συνεχίζονται.3
Βασικότατο, επίσης, πρόβλημα που προστίθεται σήμερα σε όλα τα παραπάνω είναι η πολλαπλά διαφορετική εθνική ταυτότητα των προσφύγων. Οι καταφυγόντες σε ξένες χώρες δεν είναι αλλόγλωσσοι μόνο για τους τόπους που τους δέχονται, αλλά και μεταξύ τους. Η επικοινωνία έτσι είναι στοιχειώδης, συνήθως σε συλλαβιστά αγγλικά, και η πλήρης συνεννόηση, είτε μέσα στους πληθυσμούς μεταναστών είτε με «τους απ’ έξω», καθίσταται αδύνατη.
Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η κατάσταση μετά τον πόλεμο στη Συρία; ακούω συχνά σε συζητήσεις τη φράση «μα, ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ να αντιμετωπιστεί»... Να και πάλι, στη συζήτηση ορθολογιστικά σκεπτόμενων πολιτών, κάποιο αόρατο «χέρι», που μπορεί να πάρει άπειρα ονόματα («οι ισχυροί», «οι ΗΠΑ», «η Ευρώπη», «μεγάλα συμφέροντα», «κινούντα νήματα» κτλ.) και που ποτέ κανείς δεν έμαθε ποιο ακριβώς είναι. Δυστυχώς, αυτή η αόριστη διαπίστωση φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι αληθής: συνεχώς η ανώνυμη μάζα των «προσφύγων από τη Συρία» (ΚΑΙ από αλλού, καθώς οι εξ ανάγκης μετακινούμενοι πληθυσμοί πάντα προσελκύουν και ομάδες τυχοδιωκτών, κακά τα ψέματα...) χρησιμοποιείται ως φόβητρο από διάφορες ηγεσίες: φόβητρο αταξίας, χάους, απειλητικής μάστιγας, που θα διαλύσει τα πάντα στο πέρασμά της...
Ανεξαρτήτως όμως από αόρατες δυνάμεις που μας παρακολουθούν και μας ελέγχουν, θα μπορούσαμε εμείς, οι πολίτες, που δεν κατέχουμε πολιτικό θώκο, και που λεγόμαστε υπεύθυνοι άνθρωποι, να κάνουμε κάτι; Εδώ το ερώτημα «εγώ θα σώσω τον κόσμο;» αλλάζει ριζικά, όταν διατυπωθεί από τον Καζαντζάκη ως κατάφαση: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο.» Σεβόμενη τον Καζαντζάκη, χωρίς να είμαι λάτρης του, χρησιμοποιώ συχνά αυτή την πρόταση ως ένα θαυμάσιο μάθημα για τη συγκλονιστική αξία της στίξης! Και ναι, η αλήθεια είναι ότι φοβόμαστε την ευθύνη. Και ο φόβος της ευθύνης είναι ο περίφημος «φόβος μπροστά στην ελευθερία», όπως ορθά διατύπωσε ο Γερμανός στοχαστής Έριχ Φρομ το 1941 (τυχαίο;) στο ομώνυμο βιβλίο του. Πρόκειται για τον φόβο μας να αυτενεργήσουμε, μήπως τυχόν και διαφοροποιηθούμε από τους άλλους. Διότι η διαφοροποίηση συνήθως μας κάνει να μένουμε μόνοι μας. Οπότε, λέει ο Φρομ, αντί για τη μοναξιά, προτιμάμε εναλλακτικές λύσεις, που είναι είτε η καταστροφή μας είτε η συναίνεσή μας να υποταχτούμε σε μια κονφορμιστική ανώτερη εξουσία, που μας παρέχει αίσθημα ασφάλειας. Εύκολα διακρίνει κανείς ομοιότητες με το 2019, όπου συχνά ακούμε «και γιατί να κάνουμε παιδιά, έτσι που είναι ο κόσμος;» (=αυτοκαταστροφή) ή «και γιατί να δράσω εγώ; το κράτος τι κάνει;» (μετάθεση ευθύνης). Κατά τον Φρομ, αντιθέτως, η γνήσια υπεύθυνη δράση δεν οδηγεί στη μοναξιά, αλλά στο αίσθημα πληρότητας που αποκομίζουμε πράττοντας δημιουργικά για τους άλλους, χωρίς να θυσιάζουμε την προσωπική μας ελευθερία.
Και για να μην απομακρύνομαι από τα καθ’ ημάς: είναι όντως εφικτό, όση καλή θέληση και να υπάρχει, να αφομοιωθούν οι τόσο μεγάλοι αριθμοί προσφύγων, που στοιβάζονται όπως-όπως στις παρυφές των ελληνικών οικισμών; Παραθέτω τις σχετικές αλήθειες, με αντίστροφη αριθμητική σειρά:
Αλήθεια 3η: Χρειάζεται συλλογική δράση. Όση καλή θέληση και να έχω π.χ. εγώ μόνη μου, αν δεν με βοηθήσει κάποια ομάδα νοσοκόμων, υδραυλικών, οικοδόμων, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Αλήθεια 2η: Χρειάζεται χρήμα. Για την κατασκευή χώρων υγιεινής, κοιτώνων, μαγειρείων, αλλά και για την πληρωμή, ή έστω διατροφή, όσων πραγματοποιήσουν τις κατασκευές. Αλήθεια 1η: Χρειάζεται συνειδησιακή στροφή του καθενός ξεχωριστά. Ναι, το ξέρω, ο μέσος Έλληνας παλεύει να φέρει εις πέρας τα έξοδα της οικογενείας, φυσικά και δεν του περισσεύουν για άλλους, αυτό αληθεύει! Και όμως, μόνο αν ο καθένας μας ξεχωριστά αποφασίσει ότι θέλει να βοηθήσει στην επίλυση του προσφυγικού, τότε θα γεννηθεί η συλλογική δράση! Αν 400 άτομα καταβάλουν από ένα μικρό ποσό και άλλα 400 προσφέρουν στοιχειώδη εθελοντική εργασία για κατασκευή λουτρών και κοιτώνων, δημιουργείται ένα σύνολο. Και αν λίγοι πιστοί, από διαφορετικά θρησκευτικά δόγματα, από όλον τον κόσμο, χριστιανικά και μουσουλμανικά, συνεννοούνταν μέσω διαδικτύου, θα μπορούσε να συντονιστεί μια διεθνής συνδρομή σε τόπους που έχουν ανάγκη. Η ατομική επιλογή οδηγεί σε ένα συλλογικό αποτέλεσμα. Προτού καν δράσει η κρατική εξουσία και προτού δημιουργηθούν συγκρούσεις των «ντόπιων» με τους «ξένους», μπορούμε μόνοι μας, χωρίς να κατέχουμε κάποια πολιτική θέση, να λύσουμε μεγάλο μέρος των προβλημάτων. Ακόμα και όταν κρατική παρέμβαση υπάρξει, οποιαδήποτε αυτόκλητη συλλογική συνδρομή δεν καταργείται, ίσα-ίσα που είναι απαραίτητη για την ταχύτερη μείωση των δυσκολιών.
Και έρχομαι στο βασικό ερώτημα του άρθρου μου: θέλουμε να αλλάξει η κατάσταση; δεν μιλώ μόνο για Έλληνες, αλλά για όλους τους κατοίκους του σύγχρονου κόσμου. Μιλώ, κυρίως, για τους ηγέτες που προωθούν με πόλεμο, φόνους και βασανιστήρια τα συμφέροντα της εξουσίας τους. Αλλά και για πληροφοριοδότες ή στρατιώτες οργανώσεων ή εταιρειών, οι οποίοι δέχονται να προκαλέσουν τον όλεθρο έναντι αμοιβής. Μιλώ για αυτούς που δεν παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια σε εμπολέμους ή διωκόμενους, επειδή έτσι τους διέταξε ο ΟΗΕ (ανατριχιαστική η ομοιότητα με τα προσαραγμένα πλοία των Ευρωπαίων έξω από τα μικρασιατικά παράλια το 1922!). Μιλώ για τα νέα παιδιά που σκοτώνουν συνανθρώπους τους (βλέπε περίπτωση Τέξας). Μιλώ, ακόμα, και για τους κατοίκους της ελληνικής υπαίθρου που δέχονται να γίνουν εμπρηστές του τόπου τους.4
Αιτία, λοιπόν, όλων των δεινών είναι η πωρωμένη συνείδηση. Και ρωτώ: υπάρχει αντίδοτο; το 1962 η Γερμανίδα φιλόσοφος Χάνα Άρεντ κάλυψε για το New Yorker τη δίκη του ναζιστή Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ. Η εμπειρία της Άρεντ να ακούει να μιλούν τόσο τα θύματα ενός από τους κύριους πρωταγωνιστές του Ολοκαυτώματος όσο και ο ίδιος ο Άιχμαν, την ενέπνευσε να μιλήσει για την «κοινοτοπία του κακού». «Σε συνθήκες τρομοκρατίας, οι περισσότεροι θα υποταχθούν, κάποιοι άλλοι όμως όχι... δεν απαιτείται κάτι περισσότερο, και δεν υπάρχει πιο λογική έκκληση, αν θέλουμε αυτός ο πλανήτης να παραμείνει κατοικήσιμος από ανθρώπους», έγραψε στο βιβλίο της Eichmann in Jerusalem: a report on the Banality of Evil (= Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ: αναφορά σχετικά με την κοινοτοπία του κακού), 1963.
Το Κακό δεν είναι «οι πολυεθνικές», «οι έμποροι όπλων», «οι δικτάτορες», αλλά η προσωπική μας συμφωνία και εμπλοκή σε κάτι που είναι αντίθετο με την ανθρώπινη συνείδησή μας. Είναι η επιλογή που κάνουμε όταν ξέρουμε ότι η πράξη μας δεν ωφελεί τους άλλους. Και παραθέτω μία σοκαριστική συζήτηση με 16χρονη μαθήτριά μου, σε μία από τις περιπτώσεις που ανέφερα στην τάξη την Άρεντ και τη θεωρία της.5
(εγώ) — Φαντάσου πως είσαι άνεργη και άστεγη, χωρίς τροφή για δυο μέρες, και περιπλανάσαι στην Ομόνοια. Σε πλησιάζει κάποιος και σε ρωτά: «Σου δίνω ένα κιλό χασίς. Αν το πουλήσεις μέχρι τα μεσάνυχτα, σου δίνω τα 3πλάσια από όσα θα μου φέρεις.» Τι θα έκανες;
(η μαθήτρια) — (παύση) Αν δεν είχα να φάω, νομίζω πως ναι, θα δεχόμουν την προσφορά...
(εγώ) — Και δεν θα είχες συνειδησιακό πρόβλημα να δώσεις ναρκωτικά σε συνανθρώπους σου, προκειμένου να φας εσύ;
(η μαθήτρια) — Όχι, γιατί, στο κάτω κάτω, αν δεν το έκανα εγώ, κάποιος άλλος θα βρισκόταν να το κάνει...
(εγώ) — Ναι, αλλά δική σου είναι η συνείδηση, και η ασυμφωνία σου με αυτήν εσένα κάνει δυστυχισμένη, όταν κοιμάσαι το βράδυ...
Νομίζω πως, και να είχα επινοήσει τη συζήτηση, δεν θα είχα βρει αντιπροσωπευτικότερη επιβεβαίωση της θεωρίας του Φρομ. Στην παραπάνω συζήτηση, η μαθήτρια νόμισε ότι θα διατηρούσε την ακεραιότητά της, επειδή θα κατόρθωνε να επιβιώσει πουλώντας ναρκωτικά. Στην πραγματικότητα όμως θα υποδουλωνόταν σε έναν έμπορο ναρκωτικών και θα αποξενωνόταν από τον πραγματικό εαυτό της. Διότι, ενώ θα ήξερε ότι το να προωθήσει το εμπόριο ναρκωτικών είναι κάτι αρνητικό (πάλι καλά!..), θα καθησύχαζε τις ανομολόγητες τύψεις της με τη μετάθεση της ευθύνης σε άλλα μέλη της κοινωνίας, τους «κάποιους άλλους» επίδοξους προωθητές. Συνεπώς, η επιβίωσή της θα ήταν μια ψεύτικη μορφή ελευθερίας, μια έλλειψη πίστης στην πνευματική της ακεραιότητα, που τελικά θα έκανε την ίδια δυστυχή.
Βέβαια, ο αναγνώστης σε ρόλο «δικηγόρου του διαβόλου» εύκολα διακρίνει ότι θεωρώ δεδομένη την έμφυτη τάση του ανθρώπου να μη βλάπτει τους άλλους. «Και αν αυτή η τάση, τελικά, δεν είναι ούτε έμφυτη ούτε δεδομένη»; θα με ρωτούσε ο advocatus diaboli. «Αν υπάρχουν κάποιοι, που δεν θεωρούν ότι βλάπτοντας ή αφανίζοντας τους άλλους κάνουν κάτι άσχημο;» Απαντώ ότι αυτό εννοώ, όταν μιλώ για πώρωση συνείδησης.
Πέρα από οποιαδήποτε πολιτική προσήλωση, ως εκπαιδευτικός αναρωτιέμαι: πώς θεραπεύεται μια συνείδηση, που ήδη έχει πωρωθεί από την τάση της να σκέφτεται μόνο τον εαυτό της; πώς εμφυσάς τη λογική του ότι, πέρα από θρησκείες και έθνη, όταν όλοι είναι ευτυχισμένοι, είσαι και εσύ; πώς αποδεικνύεις ότι, αν κάποιος καίει δάση, μικραίνει το προσδόκιμο ζωής των παιδιών του; πώς διδάσκεις ότι, αν κινδυνεύεις να πεθάνεις από την πείνα, αλλά φας με τίμημα την καταστροφή του άλλου, δεν θα ευχαριστηθείς το φαγητό σου; πώς πείθεις τον θερμοκέφαλο, που θα σου επιτεθεί με το δυνατότερο σώμα του ή με όπλο, ότι είναι σε μειονεκτικότερη θέση από σένα; ομολογώ ότι έχω απελπιστεί από την αδυναμία μου να βρω απάντηση και απευθύνω δημόσια έκκληση να προταθούν τρόποι διαπαιδαγώγησης των πωρωμένων συνειδήσεων.6
1 Με τον όρο διάδοχος αναφερόμαστε στους στρατιωτικούς αξιωματούχους του Μ. Αλεξάνδρου, οι οποίοι, μετά τον θάνατό του, διεκδικούσαν την εξουσία.
2 Shake Hands with the Devil: The Failure of Humanity in Rwanda (Χειραψία με τον Διάβολο: η αποτυχία της ανθρωπιστικής παρέμβασης στη Ρουάντα), 2003. Το βιβλίο έχει μεταφερθεί σε ομότιτλη ταινία το 2007 (με ανατριχιαστική σκηνοθεσία !).
3 Για μια εύληπτη ανάλυση της αναποτελεσματικότητας των μηχανισμών του ΟΗΕ, δες https://www.independent.co.uk/news/world/politics/un-genocide-convention-fail-70-years-stop-rwanda-bosnia-pol-pot-yazidi-rohingya-a8690131.html
4 https://www.newsit.gr/ellada/fotia-ayto-einai-to-profil-tou-empristi-stin-ellada-stoixeia-sok/2853643/
5 Για τον εκπαιδευτικό, εκτός από το ίδιο το βιβλίο της Άρεντ, θα πρότεινα και 10λεπτα αποσπάσματα από το φιλμ Hannah Arendt, του 2013, επιλεγμένα κατά προτίμηση, ώστε να χρησιμοποιηθούν ως αφόρμηση για συζήτηση.
6 Kατά μία συμπαν-τική σύμπτωση, την επομένη της μέρας που έστειλα το παρόν άρθρο για δημοσίευση, βρήκα στο διαδίκτυο ένα λιτό αφιέρωμα στον Αυστραλό στρατηγό George Treloar. Εκτιμάται ότι ο Treloar, ως επίτροπος για τους Πρόσφυγες της Κοινωνίας των Εθνών στη Θράκη και τη Μακεδονία στις αρχές της δεκαετίας του ’20, βοήθησε περίπου 108.000 Χριστιανούς πρόσφυγες. Πρωτοστάτησε στη δημιουργία πάνω από δέκα χωριών στη Θράκη, ενώ το 1926, οργισμένος τόσο με το Ελληνικό Κράτος όσο και με την έλλειψη υλικής υποστήριξης από την Κοινωνία των Εθνών, ο Treloar παραιτήθηκε και επέστρεψε στην Αυστραλία. Βλ.: https://www.news247.gr/afieromata/george-treloar-aystralos-esose-108-000-ellines-chorio-thraki.7498275.htmlΈνας για τόσο πολλούς!!! Μπορούμε, άραγε, σήμερα να φανούμε αντάξιοι τέτοιων προτύπων; Ζητείται απάντηση...