Κιότο: Γκέισες, ναοί και σαμουράι

Οι γκέισες του Κιότο ζουν και εργάζονται κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου σε πέντε παραδοσιακές συνοικίες που λέγονται «χαναμάτσι», συνοικίες των λουλουδιών. Οι συνοικίες είναι προσβάσιμες και στίφη τουριστών μαζεύονται για να φωτογραφίσουν μια γκέισα που περπατά στο δρόμο προς κάποιο ραντεβού, κατά κανόνα σε παραδοσιακό τεϊοποτείο. Η εκπαίδευση της γκέισας σήμερα ξεκινά γύρω στην ηλικία των 15 και διαρκεί 5 με 6 χρόνια: τους πρώτους μήνες περιλαμβάνει παρατήρηση των «αδελφών» της, εκπαίδευση στις τέχνες και χαμαλοδουλειές στον οίκο διαμονής, όπου ζει εσώκλειστη. Αργότερα και μετά από εξετάσεις, η κοπέλα λαμβάνει τον τίτλο της μάικο (μαθητευόμενη γκέισα) και ξεκινά 5ετή πρακτική στο πλάι της «μεγάλης αδελφής» της.
Sura Ark via Getty Images

Το Κιότο είναι η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, το κέντρο της παραδοσιακής ιαπωνικής κουλτούρας. Η ίδια η λέξη Κιότο σημαίνει πρωτεύουσα στα ιαπωνικά και η πόλη ήταν η πραγματική πρωτεύουσα της χώρας για πολλούς αιώνες, μέχρι η σκυτάλη να περάσει το 1868 στο Έντο, το οποίο μετονομάστηκε σε Τόκυο («ανατολική πρωτεύουσα»).

Το Κιότο είναι στις μέρες μας η πόλη όπου το παλιό συναντά το νέο και το μοντέρνο αναμειγνύεται με το παραδοσιακό. Εκ πρώτης όψεως φαντάζει άσχημη και μουντή μεγαλούπολη, μιας και τα περισσότερα παραδοσιακά σπίτια έχουν κατεδαφιστεί. Όμως είναι οι μικρές γωνιές της πόλης με τους ξύλινους ναούς και τους ιαπωνικούς κήπους, οι αρκετές παραδοσιακές συνοικίες της που υπάρχουν ακόμα, καθώς και οι γύρω δασοσκεπείς λόφοι και τα βουνά που της προσδίδουν ένα μοναδικό χαρακτήρα που μαγεύει τους ταξιδιώτες, οι οποίοι συρρέουν κατά εκατομμύρια κάθε χρόνο για να πάρουν μία γεύση από παραδοσιακή Ιαπωνία. Με άλλα λόγια, να δουν από κοντά γκέισες, ναούς και σαμουράι. Και ενώ οι αληθινοί σαμουράι μας τελείωσαν απ' το 19ο αιώνα, οι ναοί εξακολουθούν να στέκουν αγέρωχοι και οι γκέισες ζουν και βασιλεύουν.

Πανοραμική άποψη του Κιότο. Η μαϊμού είναι άγρια και ζει μαζί με την ομάδα της στα δάση του Αρασιγιάμα («το βουνό της καταιγίδας»).

Ναοί

Στο Κιότο υπάρχουν 2.000 παραδοσιακοί, ξύλινοι ναοί, άλλοι μικροί και άλλοι μεγάλοι, άλλοι διάσημοι και άλλοι πιο οικογενειακοί ή συνοικιακοί. Η πόλη δε βομβαρδίστηκε στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και αφαιρέθηκε από τη λίστα με τους στόχους για τη ρίψη της ατομικής βόμβας, με αποτέλεσμα να διασωθεί η αρχιτεκτονική ομορφιά της (μέχρι να την γκρεμίσουν οι ίδιοι οι Ιάπωνες). Δεκαπέντε ναοί του Κιότο και ένα κάστρο αποτελούν μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Όλοι μαζί οι ναοί της πόλης συναπαρτίζουν την υλική έκφραση της ιαπωνικής θρησκευτικής παράδοσης, ήτοι της εγχώριας, ανιμιστικής θρησκείας σίντο και της εισηγμένης βουδιστικής φιλοσοφίας. Σιντοϊσμός και Βουδισμός συνυπάρχουν αρμονικά στη χώρα, αποτελώντας περισσότερο μεταφυσικές/φιλοσοφικές εκφάνσεις της ιαπωνικής ταυτότητας, παρά θρησκείες με τη Δυτική έννοια.

Το χρυσό περίπτερο του ναού Kinkakuji, ένα από τα πιο διάσημα κτίσματα της Ιαπωνίας.

Η παγόδα του ναού Toji. O κήπος δεν είναι απλώς διακοσμητικό, αλλά οργανικό στοιχείο κάθε ναού.

Ένας από τους πιο διάσημους «κήπους» της Ιαπωνίας, στο ναό Ryouanji. Credit: www.japan-guide.com.

Παραδοσιακή ιαπωνική τοξοβολία για τη γιορτή της ενηλικίωσης, στο ναό Sanjusangendo.

Η άνθιση των κερασιών αποτελεί το γεγονός της χρονιάς στην Ιαπωνία.

Σαμουράι

Οι σαμουράι ήταν επαγγελματίες πολεμιστές, πολύ χρήσιμοι την εποχή που οι Ιάπωνες αντέγραφαν τους Έλληνες και σκοτώνονταν μεταξύ τους. Σταδιακά συγκέντρωσαν μεγάλη δύναμη και έφτασαν να αποτελούν την ανώτατη τάξη της φεουδαρχικής Ιαπωνίας. Πάνω από τους ανώτερους τη τάξει σαμουράι ήταν μόνο ο Αυτοκράτορας και η Αυλή του, αλλά ο τίτλος του Αυτοκράτορα μετά την επικράτηση των σαμουράι δε συνεπαγόταν καμία ουσιαστική εξουσία, κάτι σαν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, και όλη η πραγματική δύναμη ήταν στα χέρια των πολέμαρχων. Η λέξη σαμουράι προέρχεται από το ρήμα υπηρετώ και καθήκον τους ήταν να υπηρετούν τον σαμουράι άρχοντά τους, θεωρητικά μέχρι θανάτου. Η τάξη τους έκανε την εμφάνισή της το 12ο αιώνα και κυβέρνησε την Ιαπωνία μέχρι το 1868 και την επανάσταση που έμεινε στην Ιστορία ως η Αποκατάσταση Μέιτζι (Meiji Restoration). Ο Αυτοκράτορας Μέιτζι διέλυσε τους σαμουράι το 1873. Όσοι...«τρομοκράτες» δεν είδαν με καλό μάτι αυτή την εξέλιξη, δέχθηκαν το τελειωτικό χτύπημα το 1877, στη μάχη του Σιρογιάμα - αυτή που έλαβε μέρος ο Τομ Κρουζ.

Η ετήσια παρέλαση των σαμουράι στο Κιότο, στα πλαίσια του φεστιβάλ Jidai (22 Οκτωβρίου). Credit: www.japan-guide.com.

Στο Κιότο, πέρα από το παλιό αυτοκρατορικό παλάτι στέκει ακόμα το υπέροχο κάστρο Nijo, τοπική έδρα του σογκούν που κυβερνούσε από το Έντο στο όνομα, υποτίθεται, του Αυτοκράτορα. Πρόκειται για εξαίσιο δείγμα κάστρου των σαμουράι και είναι ανοικτό στο κοινό, το οποίο μπορεί να περιηγηθεί στους εσωτερικούς χώρους του.

Κι αν όμως οι αληθινοί σαμουράι δεν υπάρχουν πια, στα δυτικά της πόλης έχει ανοίξει θεματικό πάρκο για τους σαμουράι και τη ζωή στην Ιαπωνία του παρελθόντος, το οποίο χρησιμοποιείται και για το γύρισμα ταινιών εποχής. Σε αυτό μπορεί κανείς να κάνει μια βουτιά στο παρελθόν, να περπατήσει σε δρόμους και σοκάκια που αναπαριστούν την Ιαπωνία όπως ήταν 400 χρόνια πριν και να λάβει μέρος σε μονομαχίες με ηθοποιούς ντυμένους σαμουράι, κραδαίνοντας (πλαστικά) κατάνα.

Ταξίδι στο χρόνο στο θεματικό πάρκο Τοέι του Κιότο. Credit: www.japan-guide.com.

Ηθοποιοί που εργάζονται στο θεματικό πάρκο και διδάσκουν στους επισκέπτες πώς να μονομαχούν σαν σαμουράι.

Γκέισες

Τόνοι μελάνης έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν και να αναλύσουν το θεσμό της γκέισας στην Ιαπωνία. Γκέισα σημαίνει καλλιτέχνης στα ιαπωνικά και οι γκέισες είναι ακριβώς αυτό, καλλιτέχνιδες που έχουν εκπαιδευθεί για χρόνια σε παραδοσιακές μορφές τέχνης και μέρος της δουλειάς τους είναι να ψυχαγωγούν τους πελάτες τους χορεύοντας, παίζοντας μουσική κτλ.

Δύο μαθητευόμενες γκέισες. Credit: www.japan-guide.com.

Οι γκέισες ως καλλιτέχνες και ψυχαγωγοί «γεννήθηκαν» το 18ο αιώνα και αρχικά ήταν...άντρες. Στην πορεία, ο θεσμός πέρασε σε γυναικεία χέρια, εξελίχθηκε, έφτασε στο απόγειό του και παρήκμασε μεταπολεμικά, με αποτέλεσμα σήμερα, από τις 80.000 γκέισες που υπήρχαν το 1930 να απομένουν μόνο γύρω στις 2.000-3.000 περίπου. Στις μέρες μας, η γκέισα αποτελεί το θεματοφύλακα της ιαπωνικής παράδοσης, εκφράζει έναν αυθεντικό, άρρηκτο δεσμό της σύγχρονης Ιαπωνίας με το παρελθόν της. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που οι γκέισες επιβίωσαν ως επάγγελμα στη σύγχρονη εποχή, σε συνδυασμό φυσικά με το γεγονός ότι η συντροφιά τους κοστίζει π-α-ν-ά-κ-ρ-ι-β-α (τουλάχιστον 300-400 ευρώ την ώρα) και αποτελεί ένδειξη κύρους να μπορεί κανείς να βγει μαζί τους.

Μία μάικο και μία γκέισα χορεύουν και μία ακόμη γκέισα παίζει μουσική για τους πελάτες. Ο λογαριασμός στο τέλος αυτής της βραδιάς εύκολα μπορεί να ξεπεράσει τα 2.000 ευρώ. Credit: www.japan-guide.com.

Οι γκέισες του Κιότο ζουν και εργάζονται κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου σε πέντε παραδοσιακές συνοικίες που λέγονται «χαναμάτσι», συνοικίες των λουλουδιών. Οι συνοικίες είναι προσβάσιμες και στίφη τουριστών μαζεύονται για να φωτογραφίσουν μια γκέισα που περπατά στο δρόμο προς κάποιο ραντεβού, κατά κανόνα σε παραδοσιακό τεϊοποτείο. Η εκπαίδευση της γκέισας σήμερα ξεκινά γύρω στην ηλικία των 15 και διαρκεί 5 με 6 χρόνια: τους πρώτους μήνες περιλαμβάνει παρατήρηση των «αδελφών» της, εκπαίδευση στις τέχνες και χαμαλοδουλειές στον οίκο διαμονής, όπου ζει εσώκλειστη. Αργότερα και μετά από εξετάσεις, η κοπέλα λαμβάνει τον τίτλο της μάικο (μαθητευόμενη γκέισα) και ξεκινά 5ετή πρακτική στο πλάι της «μεγάλης αδελφής» της, δηλαδή μιας μεγαλύτερης μάικο ή επαγγελματία γκέισας του ίδιου οίκου, με την οποία αναπτύσσει ισχυρό και δια βίου δεσμό φιλίας και σεβασμού. Είναι μια σκληρή και επίπονη εκπαίδευση, αλλά το όφελος στο τέλος είναι μεγάλο: το νυχτοκάματο μιας δημοφιλούς γκέισας εύκολα φτάνει ή και ξεπερνάει τα 1.000 ευρώ, με ένα ετήσιο εισόδημα της τάξης των 250.000 ευρώ. Αρχικά, βέβαια, όσο η κοπέλα είναι ακόμη μάικο, πηγαίνει σχεδόν όλο για να ξεπληρώσει το χρέος της εκπαίδευσης και της διαμονής της, αφού η ίδια δεν έχει πληρώσει τίποτα. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, όταν μόνο τα κιμόνο τους μπορεί να κοστίζουν και 20.000 ευρώ το ένα και έχουν από καμιά εικοσαριά η καθεμία. Με σωστή διαχείριση και λίγη τύχη, όμως, οι γκέισες μπορούν να γίνουν πάμπλουτες, σαν τους άντρες που συντροφεύουν. Εξάλλου, σε αντίθεση με τις εταίρες των ιαπωνικών καμπαρέ, η ηλικία δεν αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για το επάγγελμά τους.

Δρόμος στη συνοικία Gion, με παραδοσιακά σπίτια όπου κατοικούν γκέισες.

Κλείνουμε με την ερώτηση του ενός εκατομμυρίου, που είναι, φυσικά, αν οι γκέισες προσφέρουν ερωτικές υπηρεσίες. Η απάντηση είναι όχι, σήμερα δεν επιτρέπεται ούτε να τις ακουμπήσεις. Οι γκέισες πληρώνονται για τη συντροφιά τους, όχι για σεξ, και το αν θα συνάψουν σχέση με κάποιο πελάτη τους είναι καθαρά δικό τους θέμα. Αρκετά παλιότερα, όμως, πολλές κοπέλες πράγματι «πήγαιναν» με τους πελάτες τους, παρότι αυτό απαγορευόταν, για να προστατευτεί η δουλειά των αδειούχων ιερόδουλων που ήταν νόμιμη και φορολογήσιμη.

Δείτε:

The secret life of Geisha, ντοκιμαντέρ του Clive Maltby για τις γκέισες, σε αφήγηση Susan Sarandon.

Samurai Sword, ντοκιμαντέρ του National Geographic για το πώς φτιάχνεται ένα αληθινό κατάνα.