Η πρώτη Ημέρα της Γης γιορτάστηκε στις 22 Απριλίου 1970. Ήταν απότοκο της αγανάκτησης που προκάλεσε πετρελαιοκηλίδα του 1969 στα ανοιχτά της Σάντα Μπάρμπαρα, από διαρροή σε πλατφόρμα άντλησης της Unocal.
Η Οικολογία όμως είναι αρκετά παλαιότερη υπόθεση. Χρονολογείται από τότε που οι άνθρωποι κατανόησαν την εξάρτησή τους από τους φυσικούς πόρους, καθώς και το πεπερασμένο αυτών.
Ο Ησίοδος στο «Έργα και ημέραι» [757-758] συμβούλευε για την διατήρηση της καθαρότητας των υδάτων: «μηδέ ποτ′ ἐν προχοῇς ποταμῶν ἅλαδε προρεόντων μηδ′ ἐπὶ κρηνάων οὐρεῖν, μάλα δ′ ἐξαλέασθαι· μηδ′ ἐναποψύχειν· τὸ γὰρ οὔ τοι λώιόν ἐστιν». Στον «Κριτία» ο Πλάτων θρηνεί την αποψίλωση του Υμηττού και την διάβρωση των εδαφών της Αττικής, ενώ στην «Πολιτεία» [Β’, 372-373] συζητά με τον Γλαύκωνα την αυτάρκεια και την υπερκατανάλωση, δηλαδή την βιωσιμότητα.
Τον 17ο αιώνα ο Άγγλος John Evelyn προβληματίστηκε για την βιωσιμότητα της υλοτομίας (Sylva, 1662) και τον 19ο αιώνα ο Αμερικανός Theodore Roosevelt για την βιωσιμότητα του κυνηγιού. Σημείωσε μάλιστα ένα ορόσημο στο αμερικανικό Conservation movement, με την ίδρυση του «Boone and Crockett Club» (1887). Ο Θορώ με τον «Walden» (1854) θα ενέπνεε την ίδρυση του Sierra Club (1892), ενώ όλον τον 19ο αιώνα το ρομαντικό κίνημα θα εξέταζε την σχέση ανθρώπου-φύσης.
Μια ανατροπή όμως έγινε την δεκαετία του 1970.
Πρώτα με την διαπίστωση του φαινομένου του θερμοκηπίου λόγω του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα (J. S. Sawyer, Nature, 1972, 239, 23-26). Κατόπιν με την υπόθεση ότι οι χλωροφθοράνθρακες μπορούσαν να καταστρέφουν το στρώμα του όζοντος (Molina & Rowland, Nature, 1974, 249, 810-812), η οποία επιβεβαιώθηκε από μετρήσεις στην Ανταρκτική δέκα χρόνια αργότερα (Farman et al., Nature, 1985, 315, 207-210).
Αμφότεροι ήταν παγκόσμιοι ρύποι που απαιτούσαν παγκόσμιες πρωτοβουλίες. Πλέον δεν μιλούσαμε για τις αρκούδες της Πίνδου και τους γορίλες της Ρουάντας· την τοπικότητα των οικοσυστημάτων αντικατέστησε η παγκοσμιότητα αερίων ρύπων που τυλίγουν τον πλανήτη.
Ήταν δε τέτοιος ο φόβος από την τρύπα του όζοντος, που το 1975 η SC Johnson απέσυρε τους χλωροφθοράνθρακες από προωθητικά των σπρέι της πριν η αμερικανική κυβέρνηση τους απαγορεύσει το 1978. Οικοκαπιταλισμός εν δράσει... Η Σύμβαση της Βιέννης (1985) και το Πρωτόκολλο του Μοντρεάλ (1987) που τελικώς τους απαγόρευαν, ήταν διεθνείς δράσεις που υπέγραψε σύσσωμη η ΓΣ του ΟΗΕ, πριν καν η παγκοσμιοποίηση της δεκαετίας του 1990 αρχίσει. Και ήταν μια βροντερή επιτυχία.
Η αντικατάσταση των χλωροφθορανθράκων (προωθητικών για σπρέι, ψυκτικών, καθαριστικών βιομηχανίας ηλεκτρονικών) ήταν πρόταση με καθαρούς στόχους, πρακτικές εναλλακτικές, συγκριτικώς μικρές θυσίες και απτό όφελος. Και τελικώς υλοποιήθηκε αποδίδοντας τα υπεσχημένα: από τις αρχές του 21ου αιώνα το στρώμα του όζοντος εισήλθε σε μια βραδεία ανάρρωση.
Η εμπειρία δίδαξε πόσο αποτελεσματική ήταν η παγκοσμιοποίηση των ζητημάτων, όχι όμως «από τα κάτω», αλλά από υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως ο ΟΗΕ, που θα μπορούσαν να παράγουν οιονεί νόμους. Αρκεί το ζήτημα να ετίθετο με όρους αρκετά παγκόσμιους.
Έτσι, αν στην πρώτη Ημέρα της Γης εχθρός ήταν η «μόλυνση» (Εικόνα 1), το 1988 με την ίδρυση του IPCC ήδη μιλούσαμε για «κλιματική αλλαγή». Και, συν τω χρόνω, αντικαταστήσαμε το «περιβάλλον» με το «κλίμα», το «conservation» με το «carbon neutrality» και τα απορρίμματα με το «carbon footprint» – όρο που εισήγαγαν οι διαφημιστές Ogilvy & Maher σε διαφήμιση της... BP!
Ενώ η παλαιότερη συζήτηση ήταν ολιστική και είχε να κάνει με το πώς θα ζήσουμε με πεπερασμένους πόρους, και με το πώς θα διαφυλάξουμε τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ οικοσυστημάτων, τώρα έγινε λογιστική γύρω από δύο αριθμούς: τα ppm CO2 και την μέση θερμοκρασία.
Με την εμμονή σε αυτήν την ποσοτικοποίηση, η Οικολογία μετετράπη σε μια τεχνοκρατική άσκηση. Βασιζόμενη δε και στις διεθνείς συνθήκες που ακολούθησαν (Ρίο, Κυότο, Ντόχα, Παρίσι), και οι οποίες αναγορεύθηκαν σε οιονεί νόμους, μετεξελίχθηκε σε μια νομικίστικη πρακτική που θυμίζει την προτεσταντική ή την ισλαμική προσήλωση στις Γραφές. Μόνο που αντί για συγχωροχάρτια μοιράζει πιστώσεις άνθρακα. Κι αν κάποια οικοσυστήματα ζημιώνονται από τις ΑΠΕ, ο ισολογισμός άνθρακα δεν είναι φτιαγμένος για να το μετράει.
Παράλληλα η εμπειρία δίδαξε ότι η επιτυχία είναι ο χειρότερος εχθρός ενός κινήματος. Ποιος μνημονεύει σήμερα την τρύπα του όζοντος; Η επιβίωση του κινήματος, και οι καριέρες των στελεχών του, εξαρτώνται από την παρατεταμένη παραγωγή ανησυχίας, αρκεί αυτή να μη προκαλεί παραλυσία· έτσι παθαίνουμε «climate anxiety». Και από την επιλογή στόχων αρκετά εφικτών ώστε να μην αποκαρδιώνουν, αλλά αρκετά ανέφικτων ώστε να τοποθετούνται σε έναν μακρινό ορίζοντα δεκαετιών.
Πράγματι, τα στελέχη του μεν κινήματος μεταπήδησαν στο δε, παίρνοντας μαζί τους αυτές τις εμπειρίες.
Τελικά, ποιον προστατεύει η Οικολογία;
Η Γη περιφερόταν γύρω από τον Ήλιο δισεκατομμύρια χρόνια προτού εμφανιστεί ο άνθρωπος, στα οποία το κλίμα της υπέστη αμέτρητες μεταβολές, Μόνο τα τελευταία 50 εκατομμύρια χρόνια, οι μέσες θερμοκρασίες ήταν από 14°C θερμότερες έως 4°C ψυχρότερες σε σχέση με την σημερινή.
Και αν η πιο πρόσφατη έκδοση της βιόσφαιρας είναι κατάλληλη για την ανθρώπινη ζωή, δεν ήταν πάντα έτσι. Όταν τα φωτοσυνθετικά βακτήρια άρχισαν να εκλύουν οξυγόνο πριν 2,3 δισεκατομμύρια χρόνια, αυτό ήταν ένα τοξικό αέριο που εξολόθρευσε τις προϋπάρχουσες μορφές ζωής (Great Oxidation Event). Οι δε εκρήξεις ηφαιστείων εκπέμπουν οξείδιο του βρωμίου (BrO) που καταστρέφει το στρώμα του όζοντος. Τα οικοσυστήματα θα συνεχίσουν να εναλλάσσονται, με ή χωρίς την παρέμβασή μας. Η ζωή θα συνεχιστεί, με ή χωρίς εμάς.
Η «φύση» λοιπόν είναι καλά, μας χαιρετάει και δεν έχει από μας την παραμικρή ανάγκη σωτηρίας. Και αν καμιά φορά μας παρασέρνει η αλαζονεία, ας αναρωτηθούμε πόσο απειλητικοί έναντι της φύσης ένιωθαν οι ευρισκόμενοι στην Πομπηία το 79 π.Χ., στο Πουκέτ κατά το τσουνάμι του 2004, ή στην Νέα Ορλεάνη κατά τον τυφώνα Κατρίνα το 2005.
Άρα ποιο το διακύβευμα της Οικολογίας;
Η Οικολογία ως επιστήμη, είναι αναλυτική: επιχειρεί να κατανοήσει πώς διαμορφώνονται τα γήινα οικοσυστήματα.
Η Οικολογία ως πολιτική είναι ωφελιμιστική: επιχειρεί να διατηρήσει τα οικοσυστήματα αυτά σε ισορροπίες που εξυπηρετούν τον άνθρωπο.
Οι μέδουσες Νομούρα δεν συνιστούν κάποιο σατανικό είδος, εξοβελιστέο από τον γαλαζοπράσινο πλανήτη μας. Τις θεωρούμε όμως οικολογικό πρόβλημα διότι καταστρέφουν την ιαπωνική βιομηχανία ψαρέματος. Ο δάκος, η βλέννα του Μαρμαρά, οι τοξικές μέδουσες της Χαλκιδικής, οι λιθόκεροι, είναι όλα φυσικοί οργανισμοί, που όμως δημιουργούν οικοσυστήματα ακατάλληλα για τον άνθρωπο.
Οποιαδήποτε έκδοση «βιοποικιλότητας» κι αν οραματίζεται η Οικολογία, αυτή είναι προσδιορισμένη με γνώμονα τον άνθρωπο, και όχι κάποια πανάρχαια θειοβακτήρια που επιβιώνουν γύρω από υποθαλάσσιους κρατήρες ηφαιστείων αναπνέοντας υδρόθειο.
Σημείωση: Ένας ενδιαφέρων πολιτικός παραλληλισμός είναι ότι η Οικολογία δεν είναι απλώς βαθιά συντηρητική, προσπαθώντας να διατηρήσει το περιβάλλον στην παρούσα του κατάσταση. Είναι και βαθιά αντιδραστική, προσπαθώντας να το επαναφέρει στην «παρθένα» κατάσταση στην οποία βρισκόταν όταν η ανθρωπότητα πρωτάνοιξε τα μάτια της, επαναφέροντας μάλιστα μορφές ενέργειας που χρησιμοποιούσαμε εδώ και χιλιετίες. Είναι λοιπόν πολιτικό παράδοξο, αν όχι ειρωνικό, το ότι το πράσινο κίνημα έχουν καταλάβει σήμερα δυνάμεις αυτοπροσδιοριζόμενες ως «προοδευτικές».
Oρθολογική Οικολογία
Συνεπώς, η Οικολογία θα ήταν αντιφατικό να προτείνει μέτρα καταστροφικά για την ανθρωπότητα. Η ταχύτερη οδός για το carbon neutral θα ήταν μια μαζική γενοκτονία που θα εξαφάνιζε την ανθρωπότητα. Μπορεί να «έσωζε την φύση», αλλά για χάρη τίνος; Των δελφινιών του Douglas Adams;
Λιγότερο ριζοσπαστική θα ήταν η άμεση διακοπή της χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Αύριο. Μαχαίρι.
Αν όμως οι χλωροφθοράνθρακες αποτελούσαν ένα σχετικώς βατό πρόβλημα, η εγκατάλειψη των υδρογονανθράκων είναι μια απείρως δυσκολότερη υπόθεση, αφού η χρήση τους σχετίζεται κυριολεκτικώς με την ίδια μας την επιβίωση. Χωρίς βιομηχανική γεωργία, ηλεκτροπαραγωγή, θέρμανση, λιπάσματα και μεταφορές, το 90% της ανθρωπότητας θα έβρισκε έναν αργό και βασανιστικό θάνατο από πείνα, δίψα και κρύο, ενώ το υπόλοιπο 10% θα επέστρεφε σε μια προβιομηχανική οικονομία. Και ποιος θα ήθελε να ζει χωρίς Netflix;
Άρα το ζητούμενο από την πολιτική Οικολογία είναι, μέσω ορθολογικής ανάλυσης κόστους-οφέλους, να προτείνει μεθόδους παραγωγής και κατανάλωσης που θα εγγυώνται την καταλληλότητα των οικοσυστημάτων για ανθρώπινη χρήση–και απόλαυση–χωρίς να θέτουν την ευημερία του ανθρώπου σε κίνδυνο.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτή η ορθολογική Οικολογία είναι η ίδια είδος υπό εξαφάνιση.
Θρησκευτική Οικολογία, ή αλλιώς «Πράσινο Κίνημα»
Είχα σχολιάσει παλαιότερα (βλ. «Ορθολογιστάν») ότι το οικολογικό κίνημα διαπίστωσε την χρησιμότητα των θρησκευτικών τύπων. Δυστυχώς όμως τελικώς παγιδεύθηκε σε αυτούς.
Για την θρησκευτική Οικολογία, Θείο Βρέφος και Προφήτης είναι η Αγία Γκρέτα, προπατορικό αμάρτημα είναι το carbon footprint, πράξη μετάνοιας είναι η υιοθέτηση ΑΠΕ. Η νέα θρησκεία μας προτείνει την δική της σωτηριολογία και εσχατολογία: την κόλαση της κλιματικής αλλαγής, το καθαρτήριο της ενεργειακής μετάβασης και την Δευτέρα Παρουσία ενός carbon neutral ποδηλατικού βεγκανισμού. Με σταυροφόρους-μάρτυρες (Greenpeace) και την Αγία Γκρέτα να ξεσηκώνει τους μαθητές στις «Παρασκευές για το Μέλλον» όπως ο Νικόλαος της Κολωνίας είχε ξεσηκώσει χιλιάδες παιδιά στην Σταυροφορία των Παιδιών του 1212.
Έχει όμως τελείως άδικο;
Οι ανθρωπογενείς εκπομπές CO2 όντως εντείνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου αλλάζοντας τις περίπλοκες κλιματικές ισορροπίες, και πρέπει να περιορισθούν αφού οι σχετικές αλλαγές μπορεί να μας είναι εξαιρετικά δυσάρεστες.
Και αφού κάποτε τα ορυκτά καύσιμα θα τελειώσουν, γιατί να χρονοτριβούμε;
Αλλά σε ποια έκταση, με τι ρυθμό και προς ποια κατεύθυνση πρέπει να γίνει αυτή μετάβαση; Με ποιο ενδεχόμενο τίμημα, και με ποιο ενδεχόμενο όφελος;
Ο δογματισμός ευνοεί χονδροειδείς αναλύσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τρόπος με τον οποίο το Πράσινο Κίνημα παραβλέπει το ότι οι υδρογονάνθρακες δεν παράγουν μόνον ενέργεια: χάρη στο πετρέλαιο σταματήσαμε να κυνηγάμε φάλαινες για μπαλένες και ελέφαντες για χαυλιόδοντες.
Από ένα βαρέλι αργού πετρελαίου, περίπου το μισό μας δίνει πετροχημικά από τα οποία παράγουμε, φάρμακα, χρώματα και είδη μιας χρήσης–από ιατρικές σύριγγες έως γυναικείες σερβιέτες. Συνολικά περί τις 6000 προϊόντα. Από την αποθείωση ορυκτών καυσίμων και της στάχτης από καύση άνθρακα παράγεται το 75% του θείου παγκοσμίως. Μισό από αυτό χρησιμοποιείται για την παρασκευή θειούχων λιπασμάτων. Τα δε λιπάσματα αζώτου παράγονται από το μεθάνιο του φυσικού αερίου.
Η ειρωνεία είναι ότι ακόμη κι αν σταματούσαμε να καίμε τους υδρογονάνθρακες, θα χρειαζόταν να συνεχίσουμε την εξόρυξή τους για τα προϊόντα και παραπροϊόντα τους.
Ακόμα και η πράσινη μετάβαση είναι δέσμια των υδρογονανθράκων. Από αυτούς προέρχονται η άσφαλτος και τα ελαστικά για να κυλούν τα carbon neutral ποδήλατα και τα ηλεκτρικά μας αυτοκίνητα. Από αυτούς και τα ανθρακονήματα για την υπερελαφριά καροσερί του Tesla Model S, για τις δεξαμενές υδρογόνου του Toyota Mirai, ή για τις πτέρυγες των ανεμογεννητριών. Από αυτούς παρασκευάζονται οι πολυμερικές κόλλες που συγκρατούν τα φωτοβολταϊκά πάνελ, καθώς και τα μονωτικά των καλωδίων που μεταφέρουν την «πράσινη» ηλεκτρική ενέργεια.
Και φυσικά, όσο οι ΑΠΕ επεκτείνονται, τόσο πιο εξαρτημένοι είμαστε από το φυσικό αέριο για την ισοστάθμιση των φορτίων αιχμής.
Πού πάμε και πόσο γρήγορα;
Όπως ανέφερα, μπορούμε να κόψουμε θερμοκηπικά αέρια κατά βούληση, πληρώνοντας όμως το αντίστοιχο τίμημα. Ποιο είναι αυτό;
Μια ιδέα μας δίνει το «Big Freeze», η μεγάλη παγωνιά που χτύπησε το Τέξας την 14η Φεβρουαρίου 2021. Το ψύχος έβγαλε πρώτα εκτός μάχης τα περισσότερα αιολικά πάρκα, και κατόπιν το 18% ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου, όταν πολλές εγκαταστάσεις πάγωσαν. Οι διακοπές ρεύματος οδήγησαν τελικά σε 246 θανάτους λόγω ψύχους.
Η μερική απώλεια μιας αξιόπιστης πηγής ενέργειας, σκόρπισε κυριολεκτικώς τον θάνατο, καθώς οι ΑΠΕ ήταν εκτός μάχης και οι μονάδες βάσης (πυρηνικές και άνθρακα) στα όριά τους. Τι να περιμένουμε όταν η «πράσινη μετάβαση» εντείνει το φαινόμενο, αποσύροντας προβλέψιμες πηγές ενέργειας και φορτώνοντας το δίκτυο με εγγενώς απρόβλεπτες ΑΠΕ;
Η αξιόπιστη αποθήκευση της «πράσινης» ηλεκτρικής ενέργειας είναι πιθανότατα μια χίμαιρα («Οι «πράσινες» ενέργειες έχουν μια Αχίλλειο πτέρνα») και εμείς ήδη σχεδιάζουμε την απόσυρση των ορυκτών καυσίμων, προωθούμε επιθετικά την αύξηση του στόλου των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων, η Γερμανία ολοκληρώνει το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων της και η Σουηδία το σκέπτεται.
Τι περιμένουμε άραγε να συμβεί όταν αυτές οι πολιτικές αρχίσουν να δίνουν καρπούς ταυτόχρονα;
Ακόμα απέχουμε από αυτήν την κατάσταση, και φυσικές ελλείψεις όπως εκείνη του Big Freeze, είναι – ακόμα – εξαιρετικά σπάνια περιστατικά. Όμως και χωρίς αυτές, η επιθυμία ενίσχυσης των ΑΠΕ εντός μιας απελευθερωμένης αγοράς ενέργειας δημιουργεί ένα θεσμικό περιβάλλον εξαιρετικά ακριβής ενέργειας.
Εδώ, έχουμε την συνάντηση των στόχων απορρύθμισης (Οδηγία 96/92/EC) και σύζευξης («target model») των ευρωπαϊκών αγορών ενέργειας μέσω Χρηματιστηρίων Ενέργειας, με τους στόχους του Πρωτοκόλλου του Κυότο (Οδηγία 2001/77/EC).
Ένα από τα δομικά συστατικά των αγορών ήταν η υιοθέτηση της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ, 2003/54/EC, ΦΕΚ Β’ 655, 17/5/2005): η τελευταία, και ακριβότερη, ηλεκτροπαραγωγός μονάδα που εισέρχεται στο μείγμα θέτει την τιμή όλων των υπολοίπων. Με τις ολοένα αυξανόμενες ΑΠΕ, ακόμη κι αυτές έχουν καταστεί φθηνές (Lazard, 2018, σελ. 7), το φυσικό αέριο θα είναι απαραίτητο για την ισοστάθμιση του διαλείποντος χαρακτήρα τους. Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα EU-Sysflex υπολόγισε ηυξημένες ανάγκες σε για μονάδες φυσικού αερίου ανοιχτού κύκλου με την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ, οι οποίες μάλιστα θα εκπέμπουν και περισσότερο CO2 απ’ ό,τι οι κλειστού τύπου που θα αποσύρονται (εδώ, σελ. 44).
Και καθώς το φυσικό αέριο είναι η πιο ακριβή μορφή ενέργειας, θα ορίζει την ΟΤΣ οποτεδήποτε έχει συννεφιά ή νηνεμία. Η συσχέτιση της ελληνικής Μεσοσταθμικής Τιμής Αγοράς (ΑΔΜΗΕ) και της τιμής φυσικού αερίου (Dutch TTF) την τελευταία δεκαετία δεν θα μπορούσε να είναι πιο εύγλωττη (Εικόνα 3), τάση που ο ACER διαπίστωσε και στην γερμανική αγορά ενέργειας.
Έτσι, ακόμα και αν επιβραδυνθεί η απολιγνιτοποίηση, στην συννεφιά ή νηνεμία ο λιγνίτης θα τείνει να μας κοστίζει όσο και το φυσικό αέριο («Γιατί αυξάνεται η τιμή του ρεύματος – Η «Κ» απαντά σε 12 κρίσιμα ερωτήματα», 26/3/2022).
Παρεμπιπτόντως, η δομή των αγορών ενδεχομένως επιτρέπει στους συμμετέχοντες να δρέπουν υπερκέρδη μέσω χειραγώγησης του περίπλοκου συστήματος δημοπρασιών («Ποιος φταίει για την ενεργειακή ακρίβεια στην Ελλάδα;», 27/1/2022), οδηγώντας την Ελλάδα από ένα καθεστώς κρατικού συνδικαλιστικού μονοπωλίου με κακές υπηρεσίες, σε ένα καθεστώς ιδιωτικού χρηματιστηριακού ολιγοπωλίου με υψηλές τιμές.
Σε κάθε περίπτωση η πράσινη μετάβαση χρησιμοποιείται ως ιδεολογικό προκάλυμμα που δικαιολογεί ένα βαρύ κοινωνικό κόστος. Προτιμούμε να πεθαίνουν σήμερα παιδιά σε νοικοκυριά με κομμένο ρεύμα, λόγω δηλητηριάσεων από μαγκάλι ή πυρκαγιών από κεριά, για να αποφύγουμε πλημμύρες τον επόμενο αιώνα; Στην Ελλάδα μόνον, η ακριβή ενέργεια σκότωσε 14 ανθρώπους τον Δεκέμβριο και 75 όλο το 2021. Ανθρώπους, βεβαίως, που δεν είχαν τα λεφτά να αγοράσουν Tesla.
Χώρια οι έμμεσοι θάνατοι από οικονομικό μαρασμό: αν η ακριβή ενέργεια διαλύσει ακόμα περισσότερο το ΕΣΥ, και αν η ασφαλιστική κάλυψη καταρρεύσει λόγω ανεργίας, πόσες ζωές θα χαθούν από διαγνώσεις και ιατρικές πράξεις που καθυστέρησαν ή δεν έγιναν;
Αυτά είχαμε στο μυαλό μας ως «πράσινες θυσίες»;
Εδώ, η αναλογία Οικολογίας και θρησκείας αρχίζει να γίνεται ανησυχητική. Αν θρησκευτικές σέκτες όπως η Solar Temple και η Heaven’s Gate οργάνωσαν μαζικές αυτοκτονίες των μελών τους, πόσοι θάνατοι είναι αποδεκτοί για το Πράσινο Κίνημα;
«Αξίζει τον κόπο» ίσως πει κάποιος πιστός, όπως «άξιζαν» και οι θάνατοι από τους πειραματισμούς της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο και της κολεκτιβοποίησης του Στάλιν. Είναι άραγε τυχαίος ο νεόκοπος όρος του «πράσινου Χμερ»;
Αποστολή της πολιτικής δεν είναι μόνον να σχεδιάζει την επιθυμητή νέα κατάσταση, αλλά και να εξασφαλίσει την επιβίωσή μας κατά την μετάβαση. Είτε μέσω ταξικής ανάλυσης επιλέξουμε την προστασία των φτωχών, είτε μέσω εθνικής ανάλυσης την σωτηρία της πατρίδας, το συμπέρασμα είναι κοινό: η πράσινη μετάβαση θέτει εν κινδύνω αμφότερα τα υποκείμενα.
Μια δόση ορθολογισμού
Αυτήν την διαλεκτική κόστους-οφέλους έχουν υπογραμμίσει αναλυτές όπως ο Bjorn Lomborg, ο οποίος καταλήγει ότι ακόμη και οι πιο αιματηρές πράσινες θυσίες θα προκαλούσαν τεράστια οικονομική δυστυχία με απειροελάχιστο περιβαλλοντικό όφελος. Π.χ., τα λοκντάουν του κορωνοϊού ούτε καν φαίνονται στις συγκέντρωσεις του ατμοσφαιρικού CO2 (Εικόνα 4), παρά τα εκατομμύρια κατεστραμμένων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και νοικοκυριών από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας.
Ακόμη και πρώην πράσινοι ακτιβιστές, όπως ο Michael Schallenberger, κατανοούν το ότι οι ΑΠΕ δεν είναι ούτε τόσο «πράσινες» ούτε τόσο ασφαλείς: για να σώσουν το κλίμα καταστρέφουν το περιβάλλον με τον χώρο και τα υλικά που απαιτούν.
Κατανοούν ότι η πυρηνική ενέργεια είναι πολύ πιο αξιόπιστη, με πολύ μικρότερο γεωγραφικό αποτύπωμα, και με ευκολότερα διαχειρίσιμα απόβλητα, έστω κι αν αυτά είναι ραδιενεργά. Ότι είναι ασφαλέστερη, συνυπολογίζοντας ακόμα και τα θύματα του Τσερνομπίλ και της Φουκουσίμα: με 90 νεκρούς ανά τρισεκατομμύριο kWh, την στιγμή που η αιολική έχει 150 και η ηλιακή 440. Στις ΗΠΑ, που δεν είχαν θανατηφόρα πυρηνικά ατυχήματα, είναι μακράν η ασφαλέστερη μορφή ενέργειας, με 0.1 νεκρούς ανά τρισεκατομμύριο kWh (How Deadly Is Your Kilowatt?, Forbes, 10/1/2012).
Κάποια από τα παραπάνω αδιέξοδα αρχίζουν να γίνονται κατανοητά ακόμα και από τους ακραιφνέστερους ιδεολόγους, καθώς οι επιλογές των περασμένων ετών αρχίζουν να μας φέρνουν με την πλάτη στον τοίχο. Στις 2 Φεβρουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμπεριέλαβε την πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο στην «ταξινομία» των μορφών ενέργειας που συμβάλλουν στην μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα. Αρκεί αυτό το ημίμετρο;
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως αν η «σωτηρία του πλανήτη» παρέχει μια ηθική ικανοποίηση, αυτή αφορά όσους επιβιώσουν για να απολαύσουν τόσο τον πλανήτη όσο και την ηθική ικανοποίηση. Όσοι κινδυνεύουν να πεθάνουν από μετάβαση μάλλον θα παραμείνουν απαθείς, αν όχι εχθρικοί.