Πριν από έναν αιώνα, οι Βρετανίδες αποκτούσαν το δικαίωμα ψήφου, έπειτα από χρόνια αγώνων κυρίως από τις σουφραζέτες, των οποίων η εντυπωσιακή δράση είχε συγκλονίσει τη χώρα αλλά άλλαξε τον κόσμο.
Στις 6 Φεβρουαρίου του 1916, το βρετανικό κοινοβούλιο υιοθετούσε το «Νόμο του 1918 για τη λαϊκή εκπροσώπηση»: 8 εκατομμύρια γυναίκες -ηλικίας άνω των 30 ετών- εγγράφηκαν στους εκλογικούς καταλόγους. Χρειάστηκε να περάσουν ακόμη δέκα χρόνια για να μπορούν οι γυναίκες να ψηφίζουν από την ηλικία των 21 ετών, όπως οι άνδρες.
Ανάμεσα στις ακτιβίστριες που αγωνίστηκαν για το δικαίωμα αυτό, οι σουφραζέτες σημάδεψαν με τις πρωτοφανώς βίαιες για την εποχή εκείνη ενέργειές τους, παρότι η επιρροή τους αποτελεί σήμερα θέμα συζήτησης.
Ο ρόλος τους ήταν καθοριστικός στην απόκτηση του δικαιώματος ψήφου των γυναικών, σε μια εποχή που οι όμοιες τους είχαν λίγα δικαιώματα και δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στα πολιτικά δρώμενα.
Σουφραζέτες
Η λέξη σουφραζέτα προήλθε από ένα χλευαστικό σχόλιο της εφημερίδας Daily Mail το 1906 για τις ακτιβίστριες της οργάνωσης «Women’ s social and political union» (Κοινωνική και Πολιτική Ένωση Γυναικών), που συγκροτήθηκε το 1903 από την Emmeline Pankhurst στο Μάντσεστερ στη βόρεια Αγγλία.
Οργανώσεις που αγωνίζονταν υπέρ αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος από τη δεκαετία του 1870 ονομάζονταν τότε «suffragists» («υπέρμαχες της γυναικείας ψήφου»).
Οι σουφραζέτες, που οικειοποιούνται το υποκοριστικό αυτό, θεωρούνται πολεμίστριες που καθοδηγούνται από το σύνθημα: «πράξεις, όχι λόγια».
Άλλες οργανώσεις, πιο φιλειρηνικές, επέλεγαν για παράδειγμα την άσκηση πίεσης, ως τρόπο να αγωνίζονται.
Οι μέθοδοι τους
Οι σουφραζέτες σπάζουν βιτρίνες, βάζουν βόμβες και κάνουν δολιοφθορές στα δίκτυα ηλεκτροδότησης. Η ριζοσπαστικότητα των ενεργειών τους συγκλόνισε τη Βρετανία που δεν ήταν συνηθισμένη σε αυτές τις ριζοσπαστικές μεθόδους.
Η πιο θεαματική δράση τους είναι η βομβιστική επίθεση στην κατοικία του πρωθυπουργού David Lloyd George το 1913.
Την ίδια χρονιά, η Emily Davison γίνεται η πρώτη ακτιβίστρια που χάνει τη ζωή της ως «μάρτυρας». Αυτοκτόνησε πέφτοντας κάτω από τις οπλές του αλόγου που έτρεχε για τον βασιλιά Γεώργιο Ε’ σε κούρσα στο ιπποδρόμιο Epsom Derby, κοντά στο Σάρεϊ.
Εκατοντάδες ακτιβίστριες ρίχθηκαν στη φυλακή και άρχισαν απεργία πείνας, πριν τελικά λάβουν τροφή δια της βίας.
Πολλές ταΐστηκαν με το ζόρι, βάσει μιας πρακτικής που απαγορεύτηκε το 1913 με νόμο που ανάγκασε τι αρχές να απελευθερώσουν τις φυλακισμένες ε που ήταν υπερβολικά αδύνατες. Οι γυναίκες αυτές, ωστόσο, οδηγούνταν εκ νέου στη φυλακή όταν η κατάσταση της υγείας τους το επέτρεπε. Η Pankhurst είχε φυλακιστεί και αφεθεί ελεύθερη 11 φορές.
Οι ακτιβίστριες
Αν και προέρχονταν από την αστική τάξη-όπως οι περισσότερες γυναίκες που ηγούντο των φεμινιστικών κινημάτων-η Emmeline Pankhurst ήξερε να κινητοποιεί δυνάμεις που προέρχονταν από την εργατική τάξη στα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας στο βόρειο τμήμα της χώρας ή στη συνοικία East End στο Λονδίνο.
Δεν είναι γνωστό πόσες σουφραζέτες είχαν επιστρατευτεί στον αγώνα αυτό, αλλά η οργάνωση αυτή δεν είχε σχεδόν καθόλου την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Οι σουφραζέτες συχνά επικρίνονταν από γυναίκες που πίστευαν ότι οι ακτιβίστριες αυτές προδίδουν τον ρόλο της μητέρας και της συζύγου.
Η συμβολή τους
Στις αρχές του Α′ Παγκοσμίου Πολέμου η Pankhurst καλεί τις συναγωνίστριές της να αναστείλουν τη δράση τους για να μετάσχουν στον αγώνα του πολέμου.
Ιστορικοί εκτιμούν ότι ο ρόλος γενικά των γυναικών κατά τη διάρκεια του πολέμου συνέβαλε πολύ περισσότερο στην υιοθέτηση του νόμου του 1918 παρά η δράση που ανέπτυσσαν οι σουφραζέτες. Στους αγρούς, στα εργοστάσια, στα γραφεία και στα καταστήματα, οι γυναίκες εργάστηκαν στις θέσεις των ανδρών, οι οποίοι είχαν επιστρατευτεί.
Πράγματι, στο τέλος του πολέμου, υιοθετήθηκαν οι πρώτες μεταρρυθμίσεις για ίσα δικαιώματα. «Αυτό σηματοδοτεί μια πραγματική αρχή», εκτιμά ο ιστορικός Joshua Goldstein, ειδικός για την ταινία «Οι Σουφραζέτες» που προβλήθηκε το 2015.
Οι γυναίκες αποκτούν δικαίωμα ψήφου στις 6 Φεβρουαρίου 1918 και δέκα χρόνια μετά, κι ενώ η Pankhurst είχε πεθάνει, έχουν ακριβώς ίδια δικαιώματα ψήφου με τους άνδρες.
Τη δεκαετία του 1920 ψηφίστηκε σειρά νόμων στη Βρετανία για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των γυναικών, όπως το διαζύγιο και η ισότητα στην πρόσβαση σε ορισμένα επαγγέλματα.
Οι σουφραζέτες ενέπνευσαν φεμινίστριες σε άλλες χώρες, κυρίως στη Γαλλία όπου συμμετείχαν στην απόκτηση του δικαιώματος ψήφου για τις γυναίκες το 1944. Οι Γαλλίδες ψήφισαν πρώτη φορά στις 29 Απριλίου του 1945.
Η Νέα Ζηλανδία υπήρξε η πρωτοπόρος στο θέμα αυτό από το 1893, ακολούθησαν η Αυστραλία το 1902, η Φινλανδία το 1906, η Νορβηγία το 1913.
Τριάντα χώρες ακολούθησαν: η Σοβιετική Ένωση (1917), η Γερμανία (1918), οι ΗΠΑ (1920), η Βραζιλία και η Ταϊλάνδη (1934)... η Ελβετία (1971) και το δικαίωμα αυτό παραμένει ακόμη περιορισμένο στις χώρες του Κόλπου.
Όσο για το σπίτι στο Μάντσεστερ όπου η Pankhurst ξεκίνησε το κίνημά της, είναι σήμερα μουσείο. Το 1999, το αμερικανικό Time ενέταξε τη γυναίκα αυτή στον κατάλογο των προσωπικοτήτων με τη μεγαλύτερη επιρροή στον 20 αιώνα. «Διαμόρφωσε μια κάποια αντίληψη της σύγχρονης γυναίκας: ανέτρεψε την κοινωνική τάξη σε σημείο μη επιστροφής», έγραφε το περιοδικό.
(Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ)