Όταν πριν από πέντε χρόνια χιλιάδες πρόσφυγες άρχισαν να καταφθάνουν στα ελληνικά νησιά, τα σύνορα της Ευρώπης προς τον βορρά ήταν ανοιχτά. Η Ελλάδα μια χώρα transit. Οι αρχές έσωζαν όσους κινδύνευαν στη θάλασσα, ΜΚΟ και πολίτες φρόντιζαν όσους έφταναν μέχρι την ακτή και τους έβλεπαν να τραβούν το δρόμο για την Ειδομένη. Αυτή ήταν η πρώτη φάση του προσφυγικού.
Φάση δεύτερη. Τα σύνορα κλείνουν και χιλιάδες «εγκλωβίζονται» επί μακρόν στα νησιά, όπως στη ζούγκλα της Μόριας στη Λέσβο. Άλλοι μεταφέρονται σε δομές στην ενδοχώρα. Το Πεδίον του Άρεως ή το λιμάνι του Πειραιά δεν έχει πια κατατρεγμένους. Πέραν των τοπικών εντάσεων που προκαλεί η δημιουργία δομών σε περιοχές της επαρχίας ή οι εκκενώσεις κτιρίων στα Εξάρχεια, οι πρόσφυγες γίνονται αόρατοι στους πολλούς.
Οι άνθρωποι βέβαια δεν εξαφανίστηκαν. Απλά πολλοί τους ξεχάσαμε. Και ξαφνικά είδαμε εκατοντάδες στην Πλατεία Βικτωρίας.
Μόνο που τώρα υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά. Οι άνθρωποι αυτοί, όπως και πολλοί ακόμη που ίσως να δούμε το επόμενο διάστημα σε ανάλογη κατάσταση, δεν είναι ούτε «παράνομοι», ούτε «παράτυποι», ούτε «λαθραίοι» ή όπως αλλιώς μπορεί να τους έχουμε βολικά βαφτίσει αυτά τα χρόνια. Παρά τις καθ΄ όλα ψευδείς, ρατσιστικές κορώνες που ακούστηκαν μιλάμε πλέον για ανθρώπους με διαφορετικό προφίλ. Για ανθρώπους που έχουν λάβει άσυλο, που βρίσκονται νόμιμα στη χώρα και εκτός από δικαιώματα όπως π.χ. η ψήφος ή η απασχόληση στο δημόσιο, πρέπει να απολαμβάνουν τα ίδια με όλους εμάς.
Το πρώτο και βασικότερό όμως, που είναι το δικαίωμα στη στέγαση, δεν εξασφαλίστηκε για όλους με αποτέλεσμα πολλοί να κοιμούνται στο δρόμο. Ούτε καν σε παγκάκια.
Μια σειρά εξελίξεων οδήγησαν στην μαζική έξοδό τους από δομές φιλοξενίας, Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, διαμερίσματα του προγράμματος ESTIA II της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ενώ βαθύτερα, δομικά προβλήματος στον πυρήνα της δημόσιας διοίκησης και όχι μόνο, τους οδήγησαν στην Πλατείας Βικτωρίας.
Και είναι αυτές οι εικόνες, που πρέπει να μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε πως πλέον έχουμε μπει σε μια νέα, τρίτη φάση στην διαχείριση το προσφυγικού που συνιστά μείζονα πρόκληση για την ελληνική κοινωνία και τις αρχές: αυτή της ένταξης και της ενσωμάτωσή των προσφύγων στο «σύστημα».
Πώς αδειάζουν ξαφνικά οι δομές;
Μια πρώτη απάντηση στο γιατί ξαφνικά είδαμε πρόσφυγες στην Πλατεία Βικτωρίας, απαιτεί να δούμε κάποιες εξελίξεις των τελευταίων μηνών.
Μια πρόσφατη αλλαγή στη νομοθεσία ορίζει πλέον πως από την στιγμή που γίνεται η επίδοση της απόφασης βάσει της οποίας ένας πρόσφυγας έχει αναγνωριστεί ως άτομο που χρίζει διεθνούς προστασίας και μπαίνει στη διαδικασία «exti» έχει ένα μήνα για να αποχωρήσει από του χώρο διαμένει. Μέχρι τον Απρίλιο, δινόταν περιθώριο έξι μηνών.
Αυτομάτως λοιπόν αυτό σημαίνει πως πρακτικά σε ένα εξάμηνο-όπως ήταν πριν- θα πρέπει να αποχωρήσει μεγαλύτερος αριθμός προσφύγων.
Παράλληλα, όμως από τα τέλη Μαρτίου, λόγω πανδημίας, η διαδικασία exit πάγωσε ενώ την ίδια περίοδο εκδίδονταν ταχύτητα αποφάσεις επί των αιτήσεων ασύλου αυξάνοντας ακόμη περισσότερο των αριθμό των προσφύγων που έπρεπε να μπουν σε διαδικασία αποχώρησης.
«Εκδόθηκαν περίπου 40.000 αποφάσεις και 15.000 από αυτές ήταν θετικές άρα οι πρόσφυγες πρέπει να μπουν σε διαδικασία exit και σε διάστημα ενός μηνός να αποχωρήσουν. Το σύστημα όμως δεν αντέχει και επίσης επειδή δεν θέλουμε να υπάρξουν προβλήματα και για ανθρωπιστικούς λόγους μέχρι τώρα έχουν εξέλθει των δομών περίπου 4.000 ενώ θα πρέπει να δρομολογηθούν οι διαδικασίες για άλλους 11.000», εξηγεί στην HuffPost Greece, o Γ.Γ του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάνος Λογοθέτης.
Κάποιος εύλογα θα έθετε το ερώτημα εάν η ταυτόχρονη μείωση του χρονικού περιθωρίου εξόδου από τις δομές και η μαζική έκδοση αποφάσεων είναι μια απερίσκεπτη κίνηση που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει τη δεδομένη στιγμή.
Συγκυρία, θεραπεία σοκ ή απλά μια φυσική ροή των πραγμάτων;
«Θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο πως μιλάμε για μια φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Μετά την έκδοση θετικής (ή αρνητικής) απόφασης στο αίτημα για παροχή ασύλου πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία exit και τη θέση στη δομή αυτού που η υπόθεσή του έκλεισε, να την πάρει κάποιος άλλος που ζει π.χ στα βοθρολύματα της Μόριας. Εδώ δεν υπάρχει κάτι λάθος ή κάτι παράλογο. Η επίσπευση βέβαια που βλέπουμε αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή καθώς ο στόχος που έχει τεθεί είναι να υπάρξει άμεση αποσυμφόρηση. Και αυτό δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε ούτε καλό, ούτε κακό. Γιατί στην πραγματικότητα το πρόβλημα, εάν αναζητήσουμε τον πυρήνα του, είναι πως είτε εάν ένας αναγνωρισμένος πρόσφυγας πρέπει να εγκαταλείψει τη δομή σε ένα μήνα είτε σε έξι, βλέπουμε πως δεν υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία. Θα λέγαμε βέβαια πως εδώ μιλάμε για μια θεραπεία σοκ, που περνά και ένα μήνυμα», λέει από την πλευρά του στην HuffPost Greece o Πέτρος Μάστακας, Υπεύθυνος για θέματα ένταξης προσφύγων στο Γραφείο της UNHCR στην Ελλάδα.
Και σίγουρα είναι μια θεραπεία σοκ όπως φαίνεται να συμφωνεί και o Βαγγέλης Ορφανουδάκης, αναπληρωτής επικεφαλής αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σε Αθήνα και Σάμο ο οποίος, όπως και ο κ.Μάστακας στέκεται ιδιαίτερα και στα θέματα της δημόσιας διοίκησης.
Εστιάζοντας στο πιο ανθρώπινο κομμάτι και μιλώντας για το τι σημαίνει όλη αυτή η διαδικασία του exit σε τόσο σύντομο χρόνο κάνει λόγο για μια τρόπον τινά «βίαιη» διαδικασία, υπό την έννοια της ταχύτητας με την οποία οι ζωές αυτών των ανθρώπων πρέπει να αλλάξει εκ βάθρων με τον κίνδυνο μάλιστα να βγουν απροετοίμαστοι, από κάθε άποψη, στην κοινωνία και να επιβιώσουν.
«Είχαμε την περίπτωση μιας γυναίκας από τη Συρία με σοβαρά καρδιακά προβλήματα. Έμενε με την οικογένειά της σε διαμέρισμα στην Αθήνα. Και ξαφνικά της ήρθε η απόφαση πως μέσα σε ένα μήνα έπρεπε να φύγει. Τελικά λόγω της κατάστασης την μετέφεραν για προσωρινή φιλοξενία σε στο Σχιστό και για να μείνει σε ένα κοντέινερ με άλλα 12 άτομα. Η γυναίκα πέθανε. Δεν λέω φυσικά πως πέθανε εξαιτίας της απόφασης. Αλλά μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να δούμε και το φοβερό στρες, την πίεση, την αγωνία που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι που καλούνται να κάνουν χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία το μεγάλο επόμενο βήμα», λέει ο κ.Ορφανουδάκης εστιάζοντας και στις ανάγκες των ευπαθών ομάδων όπως άνθρωποι με προβλήματα υγείας, έγκυες, κακοποιημένες γυναίκες, μονογονεϊκές οικογένειες κ.α.
Ο Γ.Γ από την πλευρά επισημαίνει το κατ’ επείγον της υπόθεσης. «Εάν δεν το κάνουμε τώρα, το χάσαμε για πάντα. Είναι μια χρυσή ευκαιρία να προχωρήσει η διαδικασία exit τώρα, πριν ανοίξουν ξανά τα σύνορα και έχουμε νέες αφίξεις. Είναι μια κρίσιμη περίοδος και μια ευκαιρία για προχωρήσουμε παρακάτω».
Αναφέρεται όμως και στην οικονομική παράμετρο εξηγώντας πως αν και η Ελλάδα έχει το φθηνότερο σύστημα υποδοχής, στην πραγματικότητα καθίσταται κοστοβόρο όταν ο χρόνος παραμονής σε δομές φιλοξενίας και Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιμηκύνεται όπως έχουμε δει να γίνεται τα τελευταία χρόνια. «Τώρα λοιπόν πρέπει να αποκαταστήσουμε την κανονικότητα του συστήματος».
Πρόσφυγας μόνος απέναντι στο θηρίο της ελληνικής γραφειοκρατίας
«Ωραία και λογικά όλα αυτά», θα έλεγε κανείς και θα είχε φυσικά δίκιο. Στην πράξη όμως τι συμβαίνει; Τι επιλογές έχει ένα αναγνωρισμένος πρόσφυγας που βγαίνει στην κοινωνία, δικαιούται ό,τι και ένας έλληνας πολίτης (προνοιακές παροχές, πρόσβαση στην αγορά εργασίας, στο σύστημα εκπαίδευσης και υγείας κ.λπ.) αλλά ξεκινά από μια σαφώς πιο μειονεκτική θέση: θύμα ενός δυστοπικού μηχανισμού ιδρυματοποίησης, ξένος σε έναν άγνωστο τόπο, χωρίς γνώση της γλώσσας, ανύπαρκτος για το σύστημα και συχνά ανεπιθύμητος από την κοινωνία.
Πώς εξασφαλίζεται π.χ. για έναν πρόσφυγα το βασικό δικαίωμα στη στέγαση;
Το πρόγραμμα HELIOS που τρέχει ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης με χρηματοδότηση της Κομισιόν, βοηθά τους πρόσφυγες μέσω και της πλατφόρμας Heliospiti,και με εξειδικευμένο προσωπικό να βρουν διαμέρισμα μετά την έξοδό τους από δομές, ΚΥΤ και διαμερίσματα του ESTIA.
Για να ενοικιάσει όμως o οποιοσδήποτε, άρα και ένας πρόσφυγας, σπίτι και να υπογράψει ένα μισθωτήριο για να μπορέσει π.χ. στη συνέχεια να διεκδικήσει επιδότηση ενοικίου θα πρέπει πρώτα να έχει ενταχθεί στο σύστημα. Να έχει ΑΦΜ, για να έχει πάρει ΑΦΜ θα πρέπει να δηλώσει μόνιμη κατοικία, για να διεκδικήσει το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα θα πρέπει να έχει όλα αυτά και λογαριασμό τραπέζης, για να λάβει επίδομα τέκνων χρειάζεται ακόμη πιστοποιητικά γάμου, γέννησης τέκνων κ.ο.κ.
Κα εδώ αρχίζουν τα προβλήματα. Πέραν φυσικά του ότι το πρόγραμμα του ΔΟΜ δεν αντέχει, όπως εξηγεί και ο κ.Λογοθέτης να εξυπηρετήσει ξαφνικά 15.000 άτομα εξ ου και η επιλογή να επιδοθούν λιγότερες αποφάσεις από αυτές που εκδόθηκαν και λιγότεροι πρόσφυγες να μπουν σε διαδικασία exit.
Εδώ λοιπόν ο πρόσφυγας πρέπει να παλέψει με την γραφειοκρατία. Μάλιστα ο ΓΓ του Υπουργείου Μετανάστευσης δεν διστάζει να αποκαλύψει και μια ιστορία που δείχνει πως ακόμη και το ίδιο το Υπουργείο δυσκολεύεται να την αντιμετωπίσει.
«Στην περίπτωση αναγνωρισμένων προσφύγων που ζούσαν στη Μόρια είχαμε να αντιμετωπίσουμε δυσκολίες με την έκδοση ΑΦΜ αυτών. Η ΔΟΥ Μυτιλήνης αρνήθηκε να προχωρήσει στις εκδόσεις, φοβούμενοι ίσως ότι εάν η διαδικασία γινόταν εκεί μπορεί να έμεναν στο νησί; Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω. Βρήκαμε άλλες εφορίες για να γίνει η έκδοση αλλά οι πρόσφυγες έπρεπε να δηλώσουν μόνιμη κατοικία. Αυτή ήταν στη Μόρια οπότε αρνήθηκαν και αυτές να προχωρήσουν σε έκδοση ΑΦΜ. Έπρεπε να εκδοθεί ειδική εγκύκλιος για να ξεπεραστεί το πρόβλημα», λέει ο κ.Λογοθέτης.
Παρ’ όλα αυτά δεν μοιάζει να συμφωνεί πως το θέμα αγκυλώσεων και των νοοτροπιών στον τομέα της δημόσιας διοίκησης και ειδικότερα στην αντιμετώπιση των προσφύγων από τις δημόσιες υπηρεσίες συνιστά ένα μείζον πρόβλημα και τονίζει πως οι περισσότεροι από τους 4.000 που εξήλθαν των δομών είχαν έτοιμα τα χαρτιά τους και μόνοι λίγοι βρέθηκαν στον «αέρα» και στην Πλατεία Βικτωρίας - τους περισσότερους εκ των οποίων όπως λέει οι αρχές μετέφεραν ξανά σε δομές, κατά παράβαση της νομοθεσίας.
Τονίζει δε πως οι πρόσφυγες δεν έχουν μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις ενώ υποστηρίζει πως οι οργανώσεις όφειλαν να τους είχαν βοηθήσει με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται, χωρίς ωστόσο να μας δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.
Το σύμπτωμα μιας σοβαρότερης νόσου
Ωστόσο ο κ.Μάστακας επιμένει ιδιαίτερα στο συγκεκριμένο θέμα, εντοπίζοντας μια χρόνια πάθηση του ελληνικού δημοσίου και γενικότερα της κρατικής μηχανής «όχι μόνο τώρα με τους πρόσφυγες αλλά και με άλλους κατοίκους αυτής της χώρας όπως παλαιότερα οι Αλβανοί ή ομογενείς από την πρώην ΕΣΣΔ και διαχρονικά βέβαια η Ρομά».
Όπως εξηγεί, η δημόσια διοίκηση «δεν σκέφτηκε ποτέ ότι τα έγγραφα που ζητά μπορεί να μην έχουν τη δυνατότητα να τα προσκομίσουν όλοι λόγω εξαιρετικών συνθηκών. Δεν είναι ευέλικτη και δεν προσαρμόζεται στο προφίλ του ανθρώπου που έχει απέναντί της. Για παράδειγμα για τη λήψη επιδομάτων μπορεί να ζητείται να αποδείξει με έγγραφα ο γάμος, η πατρότητα κ.λπ. για ένωνα πρόσφυγα δεν είναι αυτονόητο πως αυτά τα χαρτιά τα έχει. Και αν και στη νομοθεσία υπάρχουν ρυθμίσεις που προβλέπουν την υποκατάσταση αυτών με έγγραφα από υπηρεσία ασύλου, συχνά δεν γίνονται δεκτά. «Δεν πιστεύω ότι γίνεται εσκεμμένα. Απλά δεν είναι ευέλικτοι. Δεν προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες και απαιτήσεις ώστε οι πρόσφυγες να ενσωματωθούν στο σύστημα».
Ωστόσο, σπεύδει να συμπληρώσει με νόημα πως τελευταία παρατηρείται και «μια επιτάχυνση στην έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων για πρόσφυγες, δηλαδή το αντίστοιχο διαβατήριο, ώστε να μπορέσουν να ταξιδέψουν εντός της Ζώνης Σέγκεν, αν και νομικά επιτρέπεται να κινηθούν ελευθέρα μόνο για διάστημα 90 ήμερων».
«Περιμένουμε» όπως λέει, «να δούμε και την ίδια επιτάχυνση για την εξασφάλιση κοινωνικών επιδομάτων, πρόσβασης στην αγορά εργασίας κ.λπ. και όσων παραμένουν στη χώρα».
Όπως λέει, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως «η κατάσταση στην Πλατεία Βικτωρίας δημιουργήθηκε, σε σημαντικό βαθμό επειδή αρκετοί άνθρωποι έμειναν άστεγοι επειδή δεν μπόρεσαν να διεκπεραιώσουν μια σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες, είναι το σύμπτωμα μιας πολύ σοβαρότερης νόσου, ένα δομικό πρόβλημα που θα βρούμε μπροστά μας».
Και οι πιθανότητες να μην συμβεί κάτι ίσως να μην είναι υπέρ μας καθώς ακόμη 11.000 άνθρωποι πρέπει να μπουν σε διαδικασία exit, αποφάσεις συνεχίζουν να εκδίδονται, η πανδημία μπορεί και πάλι να μπλοκάρει τις διαδικασίες αποχώρησης ενώ και το ίδιο το πρόγραμμα ΗΛΙΟΣ θα δυσκολευόταν, όπως λέει και ο ίδιος ο κ.Λογοθέτης να εξυπηρετήσει έναν τόσο μεγάλο αριθμό προσφύγων.
Πού καταλήγει τελικά ένας άστεγος πρόσφυγας;
«Εγώ θα σας επιστρέψω το ερώτημα. Πού καταλήγει ένας Έλληνας άστεγος;» είναι η αντίδραση του κ.Μάστακα στο ερώτημα της HuffPost σκάβοντας ακόμη πιο βαθεία σε ένα πρόβλημα που, όπως λέει, αφορά συνολικά την ελληνική κοινωνία.
Η απάντηση φυσικά είναι: πουθενά ή για την ακρίβεια στο δρόμο.
«Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κοινωνική στέγη για κανέναν. Ούτε για τον ντόπιο ούτε για τον πρόσφυγα. Υπάρχει μόνο η επιδότηση ενοικίου και αυτό αποτελεί σοβαρό και διαχρονικό πρόβλημα που ουδείς φαίνεται να έχει διάθεση να αγγίξει», λέει ο κ.Μάστακας.
Βέβαια, όπως εξηγεί εδώ στην περίπτωση των προσφύγων έχουμε και ένα οξύμωρο «ότι ξαφνικά πρόσφυγες ήταν σε καλύτερη μοίρα όταν ακόμη δεν είχαν λάβει άσυλο, απ΄ό,τι όταν αυτό τους δόθηκε και θεωρητικά θα έπρεπε να είναι μια ευτυχής κατάληξη σε μια μακρά και επίπονη διαδικασία. Βλέπετε δεν ξεκινάνε από το μηδέν. Είχαν κάτι, και τώρα βλέπουν να το χάνουν».
Επίσης δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως στην γενικότερη τυπολογία των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας η Ελλάδα (μαζί με άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου) εμφανίζει παρεκκλίσεις και μια εκ των βασικότερων τον ρόλο της οικογένειας ως αποκλειστικής συχνά δικλείδα ασφάλειας. Κάτι που φυσικά ένας πρόσφυγας δεν έχει.
Εμπρηστικός δημόσιος λόγος και κίνδυνος παράδοσης του κράτους στους λαθροδιακινητές
Γι’ αυτόν όχι μόνο δεν υπάρχει ο υποστηρικτικός οικογενειακός περίγυρος αλλά ούτε καν ο κοινωνικός.
«Φτάνει να δούμε το δημόσιο λόγο εδώ και ένα χρόνο που έγινε ιδιαίτερα οξύς. Άνθρωποι που ζητάνε άσυλο χαρακτηρίζονται ‘’εισβολείς’’, ‘’υβριδικοί μαχητές’’ που ‘’απειλούν την ύπαρξη της χώρας’’. Σωρηδόν. Καμία διάκριση ακόμη και από στελέχη της κυβέρνησης. Πώς θα γίνουν αποδεκτοί στην κοινωνία, πώς θα βρουν δουλειά, πώς θα ενταχθούν, πώς θα συνυπάρξουμε;» αναρωτιέται ο κ.Μάστακας.
Παράλληλα όμως, έρχεται να τονίσει πως εάν δεν αλλάξει κάτι τότε η παράδοση του κράτους στην επιρροή των κυκλωμάτων διακινητών θα είναι μονόδρομος. «Οι λαθροδιακινητές δεν σταματούν να βγάζουν λεφτά όταν κάποιοι έρχονται στην Ελλάδα. Τότε ξεκινά το άλλο αφήγημα του ‘’έλα να σε πάω στη Γερμανία’’». Αφήγημα μάλιστα στο οποίο είναι επιρρεπείς πολλοί πρόσφυγες, αφού δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η διάθεση τους να μείνουν στην Ελλάδα.
Φυσικά το να παραμείνουν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα, είναι επίσης κάτι που πολλοί δεν επιθυμούν και επίσης δεν είναι στόχος της κυβέρνησης-μάλλον το αντίθετο θα έλεγε κανείς. Ωστόσο εδώ δεν υπάρχει πραγματικά θέμα επιλογής. Εάν ένας πρόσφυγας συλληφθεί να βρίσκεται παρανόμως σε άλλη χώρα θα επιστραφεί στην Ελλάδα που ήταν η πρώτη χώρα εισόδου στην ΕΕ από την οποία και έλαβε άσυλο.
Άρα, όσο πιο άμεσα, επιθετικά και σφαιρικά αντιμετωπίσουν οι αρμόδιοι τα θέματα ενσωμάτωσης των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία και στο «σύστημα», όσο καλύτερα προετοιμάσουν τους πολίτες και ενημερώσουν τους πρόσφυγες τόσο πιο ανώδυνη μπορεί να γίνει η όλη διαδικασία. Ακόμη και να αποβεί επωφελής για τη χώρα, εάν όλο αυτό το ανθρώπινο δυναμικό αξιοποιηθεί σωστά.