Ο θεσμός της προστασίας μαρτύρων αποτελεί εργαλείο στον αγώνα για την αποκάλυψη εγκλημάτων των οποίων οι δράστες είναι τόσο ισχυροί ώστε να είναι εις θέση να βλάψουν, ή να εκφοβίσουν όσους τολμούν να καταθέσουν πληροφορίες εναντίον τους.
Η προστασία μαρτύρων ως μέσο καταπολέμησης της ισχυρής εγκληματικότητας εισήχθη στις ΗΠΑ ήδη από την δεκαετία του 1970 και σε διάφορα κράτη της Ευρώπης (λ.χ. Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο) από την δεκαετία του 1990.
Το 2000 υπεγράφη στο Παλέρμο η Διεθνής Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος, η οποία, σε συνδυασμό και με τα τρία πρωτόκολλα που την συνοδεύουν, στο άρθρο 24, υποχρεώνει τα Κράτη - Μέρη που την υπογράφουν να λάβουν μέτρα αποτελεσματικής προστασίας κατά ενδεχόμενων πράξεων αντιποίνων, ή εκφοβισμού μαρτύρων που καταθέτουν σε ποινικές διαδικασίες σχετικές με εγκλήματα συμμετοχής σε οργανωμένη εγκληματική ομάδα, νομιμοποίησης προϊόντων εγκλήματος, διαφθοράς δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, παρακώλησης της δικαιοσύνης, ή εγκλήματα σχετιζόμενα με εμπορία ανθρώπων, με λαθραία διακίνηση μεταναστών και με παράνομη κατασκευή και διακίνηση πυροβόλων όπλων. Αλλά η Ελλάδα, αντί να κυρώσει την εν λόγω Σύμβαση , η οποία μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος, από την κύρωσή της θα είχε αυξημένη τυπική ισχύ και δεν θα μπορούσαν οι διατάξεις της να τροποποιηθούν με απλό νόμο, προτίμησε αντ’ αυτού να θεσπίσει τον νόμο 2928/2001, ο οποίος, στο άρ. 9 προέβλεπε προστασία μαρτύρων μόνο για αποκάλυψη εγκλημάτων συγκρότησης ή συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση του άρ. 187 ΠΚ , και όχι για πράξεις διαφθοράς πολιτικών προσώπων και δημοσίων υπαλλήλων.
Μετά την χρεωκοπία και την υπαγωγή της χώρας στα μνημόνια και ενώ οι πάντες κατηγορούσαν πλέον το πολιτικό σύστημα και ήταν διάχυτο το αίτημα για διαφάνεια και πάταξη της διαφθοράς, σε πρώτη φάση με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Παπανδρέου, δια του νόμου 3875/2010, κυρώθηκε επιτέλους η Σύμβαση του Παλέρμο και των τριών πρωτοκόλλων αυτής και επεκτάθηκε ο θεσμός της προστασίας μαρτύρων και στις αξιόποινες πράξεις της εμπορίας ανθρώπων και παράνομης διακίνησης μεταναστών και, σε δεύτερη φάση, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης Σαμαρά, δια του νόμου 4254/2014, τροποποιήθηκε εκ νέου ο ν. 2928/2001 επεκτείνοντας για πρώτη φορά την δυνατότητα λήψης μέτρων προστασίας μαρτύρων και για εγκλήματα που αφορούν δωροδοκία και δωροληψία πολιτικών αξιωματούχων , δωροδοκία και δωροληψία δημοσίων υπαλλήλων και δικαστικών λειτουργών, και εμπορία αθέμιτης επιρροής σε πολιτικό αξιωματούχο ή δημόσιο υπάλληλο. Επιπλέον, με τον ίδιο νόμο, εισήχθη στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ο συμπληρωματικός θεσμός του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, ήτοι του μάρτυρα που μπορεί να συμβάλει ουσιωδώς στην αποκάλυψη και δίωξη των αμέσως προαναφερθέντων εγκλημάτων.
Το 2018 με την υπ’ αρ. 42926οικ υπουργική απόφαση εξειδικεύθηκε η διαδικασία υλοποίησης των μέτρων προστασίας μαρτύρων με αρμόδιο φορέα την Υπηρεσία Προστασίας Μαρτύρων (ΥΠΜ) ως επιχειρησιακά αυτόνομη υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ το 2019, με την εισαγωγή του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η προστασία μαρτύρων περιγράφεται πλέον στο άρ. 218 και ο θεσμός των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος στο άρ. 47.
Σύμφωνα με το άρ. 47 ΚΠΔ ο χαρακτηρισμός προσώπου ως μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος διενεργείται με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών, ή του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς μετά από έγκριση του αρμόδιου για την εποπτεία εισαγγελέων διαφθοράς Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, εφόσον κρίνεται ότι ο μάρτυρας συμβάλλει ουσιωδώς στην αποκάλυψη και δίωξη των εγκλημάτων δωροδοκίας, ή δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων, ή δωροδοκίας και δωροληψίας δημοσίων υπαλλήλων, ή δικαστικών λειτουργών, ή εμπορίας αθέμιτης επιρροής σε πολιτικό αξιωματούχο ή δημόσιο υπάλληλο χωρίς να εμπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις και χωρίς να αποβλέπει σε ίδιον όφελος.
Συνέπεια του χαρακτηρισμού προσώπου ως μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος αποτελεί κατ’ αρ. 47 ΚΠΔ, η δυνατότητα με απόφαση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου να μην ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος του ακόμη και εάν κατατεθεί εναντίον του έγκληση ή μήνυση για ψευδή κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμιση, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, ή παραβίαση προσωπικών δεδομένων για όσα κατέθεσε. Επίσης είναι δυνατόν να παρασχεθεί στο ίδιο και στους οικείους του προστασία από πιθανολογούμενες πράξεις εκφοβισμού ή αντεκδίκησης κατ’ άρθρο 218 ΚΠΔ.
Το άρθρο 218 ΚΠΔ, όπως και η προϋσχύσασα διάταξη του άρ. 9 ν.2928/2001, προβλέπει δυνατότητα αναγνώρισης καθεστώτος προστασίας μαρτύρων για τις αξιόποινες πράξεις της συγκρότησης ή συμμετοχής σε εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση (άρ. 187 και 187Α ΠΚ), της εμπορίας ανθρώπων των άρ. 323Α και 348παρ.2,3ΠΚ, της παράνομης διακίνησης μεταναστών (ν.4251/2014) , δωροδοκίας και δωροληψίας πολιτικών προσώπων, δωροδοκίας και δωροληψίας δημοσίων υπαλλήλων και δικαστικών λειτουργών, και εμπορίας αθέμιτης επιρροής σε πολιτικό αξιωματούχο ή δημόσιο υπάλληλο (άρ. 159, 159Α και 235 έως 237Α ΠΚ) . Καθιερώνει δε ως μέσα προστασίας μαρτύρων (α) την φύλαξη με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό της αστυνομίας (β) την κατάθεση με χρήση ηλεκτρονικών μέσων ηχητικής και οπτικής ή μόνο ηχητικής μετάδοσής της (γ) την μη αναγραφή στην έκθεση εξέτασης μάρτυρα του ονόματος , του τόπου γέννησης , κατοικίας και εργασίας, του επαγγέλματος και της ηλικίας του, (δ) την μεταβολή των στοιχείων ταυτότητας του μάρτυρα, καθώς και (ε) την μετάθεση, μετάταξη ή απόσπαση των μαρτύρων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Τα υπό στ. α-γ μέτρα λαμβάνονται με αιτιολογημένη διάταξη του αρμοδίου εισαγγελέα πλημμελειοδικών ενώ τα υπό στ. γ και δ με απόφαση του αρμοδίου υπουργού κατόπιν εισήγησης του εισαγγελέα πλημμελειοδικών.
Η προστασία μαρτύρων τέθηκε υπό την σημαντική εγγύηση για τον κατηγορούμενο ότι «αν δεν έχουν αποκαλυφθεί τα στοιχεία ταυτότητας του μάρτυρα, μόνη η κατάθεσή του δεν είναι αρκετή για την καταδίκη του κατηγορουμένου» (άρ. 218παρ.6 ΚΠΔ). Ωστόσο, το 2018, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Novartis και κάποιοι μάρτυρες που κατέθεσαν ότι υπήρξαν πολιτικοί αξιωματούχοι που δωροδοκήθηκαν χαρακτηρίστηκαν μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με το άρ. 45Β ΚΠΔ και αναγνωρίσθηκε σε αυτούς καθεστώς προστασίας μαρτύρων σύμφωνα με το άρ.9 ν.2928/2001, οι εμπλεκόμενοι και τα κόμματά τους μίλησαν για σκευωρία, ωρύονταν ότι υπάρχει σχέδιο να τους καταδικάσουν μόνο με κατάθεση προσώπων που δεν αποκαλύπτεται η ταυτότητά τους και χαρακτήρισαν τους μάρτυρες αυτούς «κουκουλοφόρους», σαν να μην βρίσκονταν στην Βουλή και να μην ψήφισαν όταν κυρώθηκε η Σύμβαση του Παλέρμο και θεσπίσθηκε το καθεστώς προστατευομένων μαρτύρων. Ορισμένοι μάλιστα υπόσχονταν ότι θα τους «βγάλουν τις κουκούλες».
Μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019 η νέα Βουλή συγκρότησε με βάση τις διατάξεις του άρ.86 Σ περί ευθύνης υπουργών ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης εναντίον του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου για φερόμενες μεθοδεύσεις του εναντίον των εμπλεκομένων στο σκάνδαλο Nοvartis. Η δε επιτροπή αποφάσισε να καλέσει προς εξέταση και τους προστατευόμενους μάρτυρες και, αντί να τους εξετάσει σύμφωνα με όσα όριζε το καθεστώς προστασίας τους, επιχείρησε να αποκαλύψει την ταυτότητά τους. Ωστόσο, όπως ορίζει ρητά το άρ. 47ΚΠΔ ο χαρακτηρισμός του μάρτυρα ως δημοσίου συμφέροντος ανακαλείται μόνο με τον ίδιο τρόπο που αποφασίστηκε, ήτοι με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών, ή του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς και έγκριση από τον αρμόδιο για την εποπτεία εισαγγελέων διαφθοράς Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου , ενώ τα μέτρα προστασίας μαρτύρων ανακαλούνται κατ’ αρ. 218 μόνο εάν ο μάρτυρας δεν συνεργάζεται για την επιτυχία τους.
Η ιστορία της επιτροπής της Βουλής και των προστατευόμενων μαρτύρων απέδειξε ότι η καθεστηκυία τάξη της χώρας, η οποία, ως κακομαθημένο παιδί, διαβιεί περιχαρακωμένη από ασυλίες και προνόμια, δεν είναι διατεθειμένη, ούτε να αποδεχθεί ότι υπάρχουν νόμοι που ισχύουν και έναντι αυτής, ούτε να αφήσει χωρίς ένα καλό μάθημα εκείνους που τόλμησαν να καταθέσουν ότι υπήρξαν πολιτικοί αξιωματούχοι που δωροδοκήθηκαν από την Novartis προσβλέποντας ότι θα διατηρήσουν την ανωνυμία τους πίσω από το καθεστώς προστασίας μαρτύρων.