Ένας ψαράς από τη Βραζιλία που έπεσε στη θάλασσα κατάφερε να επιβιώση για 11 ολόκληρες ημέρες, σκαρφαλώνοντας πάνω σε μια αναποδογυρισμένη κατάψυξη.
Ο Ρομουάλντο Μασέρο Ροντρίγκες, 44 ετών, έπλεε στα ανοικτά των ακτών της Γαλλικής Γουιάνας, πάνω στο ξύλινο σκάφος του, μήκους 23 μέτρων, ότα αυτό ξαφνικά άρχισε να γεμίζει με νερό. Τότε, για να γλητώσει πήδηξε μέσα στην κατάψυξη που είχε στο σκάφος του, την οποία και χρησιμοποίησε ως σωσίβια λέμβο για 11 ολόκληρες ημέρες.
Εντέλει, σύμφωνα με την Daily Miror, ο ίδιος διασώθηκε από αλιευτικό σκάφος στο οποίο βρισκόταν ομάδα ψαράδων, ανοιχτά των ακτών του Σουρινάμ.
«Ήμουν απελπισμένος. Νόμιζα ότι ερχόταν το τέλος μου. Αλλά ο Θεός μου έδωσε άλλη μια ευκαιρία», δήλωσε μετά την περιπέτειά του ο ίδιος. «Είδα ότι δε βυθιζόταν. Πήδηξα. Έπεσε στη μία πλευρά και διατηρήθηκε κανονικά», είπε και σημείωσε ότι δεν ήξερε κολύμπι και φοβόταν μήπως δεχτεί επίθεση από καρχαρία.
«Καρχαρίες περιτριγύριζαν τον καταψύκτη, αλλά έφυγαν. Δεν κοιμήθηκα. Είδα την αυγή, το σούρουπο, ζήτησα από τον Θεό να στείλει κάποιον να με σώσει», είπε. Ο Ροντρίγκες βρέθηκε αφυδατωμένος και αποπροσανατολισμένος αλλά και με ηλίαση.
Όπως εξήγησε σε δημοσιογράφους, μετά την περιπέτειά του, η σκέψη της οικογένειάς του τον βοήθησε.
«Σκεφτόμουν τα παιδιά μου, τη γυναίκα μου. Κάθε μέρα σκεφτόμουν τη μητέρα μου, τον πατέρα μου, όλη μου την οικογένειά μου. Μου έδωσε δύναμη και ελπίδα», είπε και τόνισε για τη στιγμή της διάσωσής του: «Άκουσα έναν θόρυβο και υπήρχε μια βάρκα πάνω από τον καταψύκτη. Μόνο που νόμιζαν ότι δεν ήταν κανείς μέσα. Μετά σιγά - σιγά έφευγαν.
Η όρασή μου είχε εξασθενίσει και τότε είπα «Θεέ μου, το πλοίο». Σήκωσα τα χέρια μου και ζήτησα βοήθεια».
Η περιπέτεια του 44χρονου δεν τελείωσε με τη διάσωσή του καθώς η αστυνομία του Σουρινάμ τον κράτησε για περίπου δύο εβδομάδες, καθώς δεν είχε τα κατάλληλα έγγραφα. Ο ίδιος αφέθηκε ελεύθερος μετά από 16 μέρες και επέστρεψε στη Βραζιλία.