Υπόσχονταν πως θα τα έλεγαν όλα και, αν μη τι άλλο, η υπόσχεση τηρήθηκε: ΗΠΑ και Κίνα εξέθεσαν την Πέμπτη στο ραντεβού τους στην Αλάσκα ασυμβίβαστες διαφορές απόψεων, στην πρώτη συνάντηση πρόσωπο με πρόσωπο ανάμεσα στην ομάδα του νέου αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν και κορυφαία στελέχη της κινεζικής διπλωματίας. Αυτό όμως που φάνηκε ξεκάθαρα ήταν πως οι διενέξεις μεταξύ των δύο χωρών συνεχίζονται χωρίς διάθεση αποκλιμάκωσης.
«Θα συζητήσουμε τις βαθιές ανησυχίες μας (...) για τις ενέργειες της Κίνας στη Σιντζιάνγκ», επαρχία όπου η Ουάσιγκτον κατηγορεί το Πεκίνο πως διαπράττει «γενοκτονία» σε βάρος των μουσουλμάνων μειονοτικών Ουιγούρων, «στο Χονγκ Κονγκ, στην Ταϊβάν», αλλά και τις «κυβερνοεπιθέσεις εναντίον των ΗΠΑ», όπως και τους «οικονομικούς εξαναγκασμούς σε βάρος συμμάχων μας», προειδοποίησε σε ασυνήθιστα ωμό τόνο τους συνομιλητές του ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στην εισαγωγική του τοποθέτηση.
«Καθεμιά από αυτές τις ενέργειες απειλεί τη βασισμένη σε κανόνες τάξη που εγγυάται την παγκόσμια σταθερότητα», υποστήριξε. «Γι’ αυτό δεν πρόκειται απλά για εσωτερικές υποθέσεις».
Η κινεζική απάντηση ήταν εξίσου δηκτική
«Η Κίνα εναντιώνεται σθεναρά στην αμερικανική ανάμιξη στις εσωτερικές της υποθέσεις. Έχουμε εκφράσει την ισχυρή αντίθεσή μας σε κάθε τέτοια ανάμιξη και θα λάβουμε αυστηρά μέτρα σε αντίδραση», τόνισε ο Γιανγκ Τζιετσί, το κορυφαίο στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στο διπλωματικό πεδίο.
Στο πλάι του, ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας Ουάνγκ Γι επέκρινε τις αμερικανικές κυρώσεις που ανακοινώθηκαν την παραμονή της συνάντησης, εξαιτίας της καταστολής στο Χονγκ Κονγκ την οποία προσάπτει η Ουάσινγκτον στο Πεκίνο. «Δεν είναι τρόπος αυτός να υποδέχεσαι προσκεκλημένους», διαμαρτυρήθηκε.
«Νοοτροπία Ψυχρού Πολέμου»
Το Άνκορατζ με τις πολικές του θερμοκρασίες, στις ακτές της Αλάσκας στον Ειρηνικό Ωκεανό, επελέγη ως λίγο πιο ουδέτερο έδαφος από την Ουάσιγκτον ή το Πεκίνο για τις τρεις μακρές συνεδρίες που συνεχίζονταν αργά το βράδυ και αναμένεται να συνεχιστούν σήμερα.
Οι προσδοκίες ήταν εξαρχής περιορισμένες και ο τόνος που έδωσαν με τις εισαγωγικές τους τοποθετήσεις τα μέρη απλούστατα έδειξε πόσο βαθύ είναι το χάσμα που τα χωρίζει.
Η προηγούμενη διμερής συνάντηση υψηλού επιπέδου, τον Ιούνιο του 2020, κάθε άλλο παρά συνέβαλε να διαλυθεί η ατμόσφαιρα νέου Ψυχρού Πολέμου που κυριάρχησε επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ.
Ο νέος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν μοιάζει να ενστερνίζεται, τουλάχιστον εν μέρει, τις σκληρές θέσεις του προκατόχου του έναντι της Κίνας.
Ωστόσο η ομάδα του, που κατηγορούσε την κυβέρνηση Τραμπ πως απομόνωσε τις ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή και άσκησε διπλωματία κατά τρόπο παρορμητικό και ανοργάνωτο, διαβεβαιώνει πως θα είναι πιο μεθοδική, αλλά και ότι θα επιδιώξει τη «συνεργασία» έναντι κοινών προκλήσεων, όπως η κλιματική αλλαγή, η πανδημία του νέου κορονοϊού, η μη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Και πάνω απ’ όλα για να επικρατήσει στον στρατηγικό ανταγωνισμό με την Κίνα, που ανήγαγε στη «μεγαλύτερη πρόκληση του 21ου αιώνα» για τις ΗΠΑ.
Ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου, ο Τζέικ Σάλιβαν, διαβεβαιώνει ότι η Ουάσινγκτον δεν επιδιώκει «σύγκρουση» με την Κίνα, πάντως είναι «ανοικτή στον σκληρό ανταγωνισμό».
Από την πλευρά του, ο Γιανγκ Τζιετσί κάλεσε να «εγκαταλειφθεί η νοοτροπία του Ψυχρού Πολέμου», τονίζοντας πως το Πεκίνο δεν επιζητεί «ούτε αναμέτρηση, ούτε σύγκρουση».
Ωστόσο, εμφανώς ενοχλημένος από τις αμερικανικές κατηγορίες, πρόσαψε στις ΗΠΑ ότι επιδιώκουν «να επιβάλλουν τη δική τους δημοκρατία στον υπόλοιπο κόσμο», ότι χρησιμοποιούν τη στρατιωτική τους ισχύ και την οικονομική τους ηγεμονία για να καταστέλλουν και καταναγκάζουν άλλες χώρες, ότι χρησιμοποιούν σαν πρόφαση την εθνική τους ασφάλεια για να επιβάλλουν δασμούς ή άλλα μέτρα. Αναφέρθηκε ακόμη σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ίδιες τις ΗΠΑ, μιλώντας για «πολλά προβλήματα» στο πεδίο αυτό, υπενθυμίζοντας μεταξύ άλλων τις κινητοποιήσεις του κινήματος Black Lives Matter, τα φαινόμενα του ρατσισμού και της αστυνομικής βαρβαρότητας.
Αφήνοντας κατά μέρος το υποτίθεται αυστηρό πρωτόκολλο και επίσης εμφανώς ενοχλημένος, ο Άντονι Μπλίνκεν κράτησε τα δημοσιογραφικά συνεργεία στην αίθουσα για να ανταπαντήσει. «Αυτά που ακούω εγώ είναι πολύ διαφορετικά από αυτά που περιγράφετε», είπε. «Ακούω (δηλώσεις) μεγάλης ικανοποίησης για την επιστροφή των ΗΠΑ στο πλευρό των συμμάχων και εταίρων τους, κι ακούω επίσης (δηλώσεις) βαθιάς ανησυχίας όσον αφορά ορισμένες ενέργειες της δικής σας κυβέρνησης».
«Δημαγωγία, λεονταρισμοί και δράματα»
Αμερικανός αξιωματούχος κατηγόρησε την κινεζική πλευρά, μιλώντας υπό τον όρο να μην κατονομαστεί, πως επέλεξε τη «δημαγωγία», τους «λεονταρισμούς», τους «θεατρινισμούς», τα «δράματα αντί για διάλογο ουσίας».
Δίνοντας μια εικόνα που δεν είχε και πολλή σχέση με αυτή που σκιαγραφούσε η Τζεν Ψάκι, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, πριν από την έναρξη των συνομιλιών, μιλώντας για «μια ειλικρινή συζήτηση», για «την εξέταση θεμάτων για τα οποία έχουμε ανησυχίες» και «φυσικά, για τρόπους και πεδία στα οποία μπορούμε να συνεργαστούμε».
Για την Μπόνι Γκλέιζερ του ινστιτούτου μελετών Center for Strategic and International Studies, οι δύο πλευρές αναμένεται να «αναζητήσουν πιθανά πεδία συναίνεσης» και να «εξετάσουν αν μπορούν να διαχειριστούν, αν όχι να μειώσουν, τις αποκλίσεις τους».
Τίποτα περισσότερο όμως: κανένα «‘reset’ των σχέσεων δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη», τόνισε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ερωτηθείσα για μια ενδεχόμενη «επανεκκίνηση» ώστε να ξεπεραστεί η σοβαρότερη κρίση στη σχέση ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ μετά την αμοιβαία αναγνώρισή τους τη δεκαετία του 1970.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν λέει πως θα βασιστεί στον ανταγωνισμό της με την Κίνα στους συμμάχους των ΗΠΑ, τους οποίους είχε παραμερίσει ο Ντόναλντ Τραμπ. Πριν από το ραντεβού στο Άνκορατζ, ο Άντονι Μπλίνκεν ταξίδεψε στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα, συμμάχους-κλειδιά της Ουάσινγκτον, και προειδοποίησε το Πεκίνο εναντίον κάθε προσπάθειας «εξαναγκασμού» και «αποσταθεροποίησης» της περιφέρειας.
Τις τελευταίες ημέρες, αμερικανοί αξιωματούχοι απαριθμούν ζητήματα για τα οποία η Ουάσινγκτον έχει θέματα με την Κίνα: τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη «στρατιωτικοποίηση» της Νότιας Σινικής Θάλασσας, την «κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας», την απουσία «διαφάνειας» για την προέλευση του νέου κορονοϊού... «Μια μακρά λιτανεία διαφωνιών», κατά την έκφραση του εκπροσώπου της αμερικανικής διπλωματίας Νεντ Πράις.
Σε κάθε περίπτωση, είναι «απίθανο» η Κίνα να «αλλάξει συμπεριφορά» σε οποιοδήποτε από τα θέματα που της θέτει η κυβέρνηση των ΗΠΑ, εκτιμά η Ελίζαμπεθ Εκόνομι, ερευνήτρια στο Hoover Institution του καλιφορνέζικου πανεπιστημίου Στάνφορντ. «Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου οι αξίες και το όραμα του αυριανού κόσμου» στις δύο χώρες «βρίσκονται στους αντίποδες», εξηγεί.
Πηγές: AFP, Reuters, ΑΠΕ-ΜΠΕ