Αναλυτικές οδηγίες και παραδείγματα για τον τρόπο υπολογισμού των δόσεων στη ρύθμιση για τους επαγγελματίες που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο έως 50.000 ευρώ περιλαμβάνει εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Η εγκύκλιος που υπογράφεται από τον Διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργο Πιτσιλή, αφορά την εφαρμογή της Υπουργικής Απόφασης ΠΟΛ 1223/2017 για τη ρύθμιση ήδη βεβαιωμένων κατά την 31.12.2016 οφειλών έως 50.000 ευρώ. Η εγκύκλιος αναφέρει τους βασικούς κανόνες, που εφαρμόζονται από τη Φορολογική Διοίκηση στις διμερείς συμφωνίες ρύθμισης.
Ειδικότερα δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν οφειλέτες με φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, οι οποίοι είτε:
- Είναι νομικά ή φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα (δηλαδή κυρίως πρόσωπα με εμπορική ιδιότητα) και το σύνολο των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές έως τις 31.12.2016 δεν ξεπερνά τα 20.000 ευρώ, ή οι οφειλές τους προς το Δημόσιο υπερβαίνουν το 85% του συνόλου των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές έως τις 31.12.2016, οι οποίες δεν ξεπερνούν τα 50.000 ευρώ, είτε- Είναι φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα, ωστόσο έχουν κάνει έναρξη εργασιών και αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (μεγάλη κατηγορία των οποίων αποτελούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες), με βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο έως τις 31.12.2016, που δεν υπερβαίνουν τα 50.000 ευρώ. Οι αιτήσεις υποβάλλονται ηλεκτρονικά – μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.).
Η εγκύκλιος
Προθεσμία έως την 31 Δεκεμβρίου 2018 έχουν οι επαγγελματίες με οφειλές ώς 50.000 ευρώ να υποβάλλουν αίτηση για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση των 120 δόσεων. Στην εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα παρέχονται οδηγίες για την ενιαία εφαρμογή των διατάξεων της σχετικής Απόφασης Υπουργού Οικονομικών και κρίσιμες διευκρινίσεις για το ποιοί οφειλέτες υπάγονται στη ρύθμιση, ποιοι εξαιρούνται αλλά και για τα κριτήρια υπαγωγής με αναλυτικά παραδείγματα.
Αναλυτικά ολόκληρη η εγκύκλιος παρουσιάζεται παρακάτω:
1.Οφειλέτες
Στη ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν:
α) Φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα ή νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (άρθρα 21 και 47 του ν. 4172/2013, Α’167) και έχουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, εφόσον πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 4469/2017, δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου και συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες δυο περιπτώσεις:
i. Οι συνολικές οφειλές προς όλους τους πιστωτές δεν υπερβαίνουν το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Επισημαίνεται ότι κατά τον υπολογισμό του ύψους των συνολικών οφειλών του αιτούντος δεν λαμβάνονται υπόψη οφειλές που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4469/2017 (κατ′ αντιστοιχία με τα οριζόμενα στην περίπτωση β′ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, που αναφέρεται σε «προς ρύθμιση» οφειλές), δηλαδή οφειλές προς όλους τους πιστωτές από 1/1/2017 και μετά καθώς και τυχόν άλλες εξαιρούμενες οφειλές, όπως π.χ. οι οφειλές από ανακτήσεις παράνομων κρατικών ενισχύσεων κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του ν. 4469/2017 (οι οποίες εξαιρούνται και από την παρούσα ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017).
ii. Οι συνολικές οφειλές προς όλους τους πιστωτές δεν υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, εκ των οποίων ποσοστό άνω του του ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) είναι οφειλές προς το Δημόσιο.
Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση (i), για τον υπολογισμό του ύψους των συνολικών οφειλών του αιτούντος δεν λαμβάνονται υπόψη οφειλές του αιτούντος που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4469/2017.
β. Φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (N.4172/2013), αλλά δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν κάνει έναρξη εργασιών και έχουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 4469/2017 και δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην περίπτωση γ της παραγράφου 2 και στις περιπτώσεις γ και δ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, εφόσον οι προς ρύθμιση οφειλές τους προς το Δημόσιο δεν υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, ανεξαρτήτως ύψους τυχόν οφειλών προς λοιπούς πιστωτές. Για τον υπολογισμό του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο λαμβάνονται υπόψη μόνο οι οφειλές που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας ρύθμισης, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 2 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, ήτοι βεβαιωμένες έως 31/12/2016, με τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στις ανωτέρω διατάξεις (βλ. κατωτέρω στην ενότητα 2 «Οφειλές»).
Βασικές επισημάνσεις:
1. Για τον έλεγχο ένταξης ή μη ενός οφειλέτη σε μία από τις ανωτέρω κατηγορίες με βάση το όριο οφειλών λαμβάνεται υπόψη η προς ρύθμιση βασική βεβαιωμένη οφειλή, ληξιπρόθεσμη ή μη, πλέον των επ′ αυτής προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017
2. Στο όριο των οφειλών συγκαταλέγονται και οι τυχόν βεβαιωμένες στο Δημόσιο μέχρι την 31.12.2016 οφειλές υπέρ τρίτων καθώς και αυτές υπέρ του αλλοδαπού δημοσίου στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής.
3. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 η υπαγωγή στην εν λόγω ρύθμιση συνεπάγεται την αυτοδίκαιη απώλεια τυχόν υφιστάμενων ρυθμίσεων για τις ίδιες οφειλές, κατά τον έλεγχο ένταξης ή μη ενός οφειλέτη σε μία από τις ανωτέρω κατηγορίες με βάση το όριο οφειλών, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ύψος των ρυθμισμένων οφειλών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, όπως θα είχε διαμορφωθεί αν είχε ήδη λάβει χώρα απώλεια των ρυθμίσεων, δηλαδή χωρίς τις απαλλαγές, διαγραφές ή το «πάγωμα» προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής που τυχόν προβλέπονται στο πλαίσιο των υφιστάμενων ρυθμίσεων, ήτοι το υπόλοιπο της βασικής βεβαιωμένης οφειλής που έχει υπαχθεί στη ρύθμιση πλέον των επ′ αυτού προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, υπολογιζόμενων σύμφωνα με τους όρους της αρχικής βεβαίωσης μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017.
2. Οφειλές
α. Στη ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 υπάγονται οφειλές προς το Δημόσιο που είναι ήδη βεβαιωμένες κατά την 31η/12/2016, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων-Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001), καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών και υπέρ αλλοδαπού Δημοσίου που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. ή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013), εφόσον έχουν ήδη βεβαιωθεί κατά την ανωτέρω ημερομηνία, με τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά το χρόνο υπαγωγής στη ρύθμιση.
β. Από τη ρύθμιση εξαιρούνται:
i. Οφειλές που έχουν ρυθμιστεί με οριστική δικαστική απόφαση ή δικαστικό συμβιβασμό κατά τις διατάξεις του νόμου 3869/2010 (Α′ 130), ακόμα κι αν ακολούθησε έκπτωση του οφειλέτη για οποιονδήποτε λόγο. Επισημαίνεται ότι η ρύθμιση των οφειλών αυτών στο πλαίσιο της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 αποκλείεται μόνο σε περίπτωση που στον ν. 3869/2010 έχει υπαχθεί ο ίδιος ο οφειλέτης-αιτών που νομιμοποιείται να υποβάλλει αίτηση ρύθμισης κατά την Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτής (βλ. ανωτέρω στο κεφάλαιο 1 της παρούσας ενότητας). Αντίθετα, σε περίπτωση που η δικαστική ρύθμιση του ν. 3869/2010 αφορά συνυπόχρεο με τον οφειλέτη πρόσωπο, δεν υφίσταται κώλυμα για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών κατά τις διατάξεις της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 τόσο ως προς τον οφειλέτη-αιτούντα όσο και ως προς τυχόν άλλο συνυπόχρεο πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 από κοινού με αυτόν, δεδομένου ότι η δικαστική ρύθμιση του ν. 3869/2010 έχει υποκειμενική ισχύ (βλ. άρθρο 12 ν. 3869/2010). Για παράδειγμα, σε περίπτωση υποβολής αίτησης ρύθμισης κατά την Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 από εμπορική εταιρεία που πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτήν, στη ρύθμιση θα ενταχθούν και οφειλές που τυχόν έχουν ήδη ρυθμιστεί με τη διαδικασία του ν. 3869/2010 στο πρόσωπο του διοικούντος την εταιρεία, ως εις ολόκληρον ευθυνόμενου με αυτήν. Σε περίπτωση που η αίτηση για ρύθμιση οφειλών που έχουν ήδη ρυθμιστεί κατά το ν. 3869/2010 συνυποβληθεί από το πρόσωπο που έχει υπαχθεί στον ανωτέρω νόμο, τα ευεργετήματα της ρύθμισης δεν επεκτείνονται σε αυτόν, για το λόγο δε αυτό δεν λαμβάνονται υπόψη τα περιουσιακά-εισοδηματικά στοιχεία του εν λόγω συνοφειλέτη για τη διαμόρφωση των λύσεων ρύθμισης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017.
ii. Οφειλές που αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 ή σύμφωνα με άλλες ειδικές διατάξεις.
3. Άπαξ χορήγηση ρύθμισης
Σύμφωνα με το άρθρο 1 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, η ρύθμιση χορηγείται άπαξ ανά οφειλέτη.
Β. Υποβολή αίτησης - συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά
1. Προθεσμία και τρόπος υποβολής της αίτησης
Οι αιτήσεις για υπαγωγή στη ρύθμιση της ΠΟΛ 1223/2017 υποβάλλονται έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 ηλεκτρονικά, μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.)
2. Περιεχόμενο της αίτησης
Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 και πρέπει να περιέχει:α. πλήρη στοιχεία του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών που υποβάλλουν αυτήν από κοινού με τον οφειλέτη,β. τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας αυτού σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4469/2017 καιγ. κατάλογο όλων των πιστωτών του οφειλέτη και των οφειλόμενων ποσών ανά πιστωτή. Όσον αφορά τις οφειλές προς ιδιώτες πιστωτές και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (εγκύκλιος Κ.Ε.Α.Ο. αρ.30/21.07.2017) πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ αφενός των οφειλών που έχουν γεννηθεί έως τις 31/12/2016, με τους τόκους και προσαυξήσεις επ′ αυτών έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αφετέρου τυχόν μεταγενέστερων οφειλών. Όσον αφορά τις οφειλές προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση, η ανωτέρω διάκριση γίνεται μεταξύ βεβαιωμένων μέχρι 31.12.2016 και τυχόν μεταγενέστερα βεβαιωμένων οφειλών.
3. Συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά
α. Γενικά
Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα ακόλουθα δικαιολογητικά : i. Για τους οφειλέτες των περιπτώσεων υπό στοιχείο α της ενότητας Α.1. της παρούσας (φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα και νομικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα), πιστοποιητικό από το αρμόδιο Πρωτοδικείο περί μη πτώχευσης του οφειλέτη, μη υπαγωγής αυτού σε διαδικασία εξυγίανσης κατ′ άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 ή ειδικής εκκαθάρισης κατ′ άρθρο 106ια του ίδιου νόμου, όπως ίσχυε, ή συμφωνίας ρύθμισης ή ειδικής διαχείρισης κατ′ άρθρα 62 επ. του ν. 4307/2014,
ii. Για τους ίδιους ως άνω οφειλέτες υπό στοιχείο α της ενότητας Α.1. της παρούσας, πιστοποιητικό από το αρμόδιο Πρωτοδικείο, ότι δεν εκκρεμεί αίτηση για υπαγωγή του οφειλέτη σε μία από τις ανωτέρω (υπό στοιχείο i) διαδικασίες,iii. Για τους οφειλέτες της περίπτωσης υπό στοιχείο β της ενότητας Α.1. της παρούσας (φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα), πιστοποιητικό από το Ειρηνοδικείο Αθηνών (Γενικό Αρχείο Αιτήσεων άρθρου 13 ν. 3869/2010) ότι δεν έχει εκδοθεί για τον οφειλέτη οριστική δικαστική απόφαση ρύθμισης οφειλών ή επικύρωσης δικαστικού συμβιβασμού κατά τις διατάξεις του νόμου 3869/2010. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση του ν. 3869/2010, απαιτείται υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη, ότι οι οφειλές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση ρύθμισης δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της περίπτωσης α της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της ΠΟΛ 1223/2017, δηλαδή δεν έχουν ρυθμιστεί με οριστική δικαστική απόφαση ή δικαστικό συμβιβασμό κατά το ν. 3869/2010. Δεδομένου ότι η αίτηση ρύθμισης υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, κατά τα προαναφερθέντα, αρκεί η ανωτέρω δήλωση να περιλαμβάνεται στην αίτηση. Σε κάθε περίπτωση όμως, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο της αίτησης υπαγωγής στο ν. 3869/2010 και της δικαστικής απόφασης.iv. Για όλους τους οφειλέτες, αντίγραφο της τελευταίας εκδοθείσας δήλωσης ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξης προσδιορισμού φόρου του έτους υποβολής της αίτησης και των τριών (3) προηγούμενων ετών, εφόσον έχουν εκδοθεί.v. Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, οι οποίοι έχουν στην κυριότητά τους εμπράγματα δικαιώματα επί γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, συμπληρωμένο έντυπο υπολογισμού αξίας του γηπέδου (Α ΓΗΣ),vi. Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα, πιστοποιητικό περί μη λύσης της εταιρείας από το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.),vii. Αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των ομόρρυθμων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες.
β. Πρόσθετα δικαιολογητικά σε περίπτωση που οι προς ρύθμιση οφειλές προς το Δημόσιο υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ
Σε περίπτωση που οι προς ρύθμιση οφειλές προς το Δημόσιο υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, επιπροσθέτως, συνυποβάλλονται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
i. Χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α′ 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται υποχρέωση σύνταξης ή/και δημοσίευσης αυτών
ii. Προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου μηνός τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του
iii. Πρόσφατα πιστοποιητικά βαρών όλων των ακινήτων του οφειλέτη
iv. Υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη με αναλυτική παράθεση των ανεξόφλητωνυποχρεώσεων για τις οποίες υπάρχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις επί των ακινήτων αυτού, από την οποία πρέπει να προκύπτουν το ύψος του ανεξόφλητου χρέους, το είδος κάθε εμπράγματου δικαιώματος-εξασφάλισης και τα στοιχεία καταχώρησης/εγγραφής αυτού στο Υποθηκοφυλάκειο/Κτηματολόγιο, η περιγραφή του βεβαρημένου ακινήτου και ο πιστωτής που ενέγραψε το εμπράγματο δικαίωμα. Δεδομένου ότι η αίτηση ρύθμισης υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, κατά τα προαναφερθέντα, αρκεί τα ανωτέρω στοιχεία να περιλαμβάνονται στην αίτηση.
γ. Προσκόμιση επιπλέον δικαιολογητικών
Το Δημόσιο δύναται να ζητήσει την υποβολή επιπλέον δικαιολογητικών, τα οποία κρίνει απαραίτητα για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του οφειλέτη και για τη διαμόρφωση της πρότασης ρύθμισης.
δ. Υποβολή δικαιολογητικών από συνοφειλέτες
Τα ως άνω δικαιολογητικά πρέπει να προσκομίζονται και από τυχόν συνοφειλέτη που υποβάλλει από κοινού αίτηση με τον οφειλέτη.
4. Προθεσμία για τη συμπλήρωση / διόρθωση αίτησης και δικαιολογητικών
Σε περίπτωση που το Δημόσιο διαπιστώσει ελλείψεις ή ανακρίβειες στην υποβληθείσα αίτηση, τα ανωτέρω στοιχεία και δικαιολογητικά, δύναται να τάξει εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τις δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, για τη συμπλήρωση ή διόρθωση αυτών και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, να απορρίψει την αίτηση.
Γ. Στοιχεία που εξετάζονται από το Δημόσιο για τη διαμόρφωση της πρότασης ρύθμισης
Για την υποβολή πρότασης ρύθμισης από το Δημόσιο λαμβάνονται υπόψη το διαθέσιμο εισόδημα και η αξία των περιουσιακών στοιχείων κινητών και ακινήτων του οφειλέτη και των συνοφειλετών που συνυποβάλλουν την αίτηση.
1. Αξιολόγηση διαθέσιμου εισοδήματος
α. Γενικά για την αξιολόγηση του διαθέσιμου εισοδήματος το Δημόσιο λαμβάνει υπόψη:
i. Για νομικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για το συνοφειλέτη που υπέβαλε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, το μεγαλύτερο μεταξύ των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA) του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης και του μέσου όρου των θετικών EBITDA της τελευταίας τριετίας.
ii. Για φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για το συνοφειλέτη που υπέβαλε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη:
• το μεγαλύτερο μεταξύ των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA) του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης και του μέσου όρου των θετικών EBITDA της τελευταίας τριετίας , αθροιστικά με• το μέσο όρο των εσόδων από άλλες πηγές της τελευταίας τριετίας.
iii. Για συνοφειλέτες φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες, το μέσο όρο του πραγματικού δηλωθέντος εισοδήματος (φορολογητέου ή μη) κατά τις τρεις τελευταίες φορολογικές περιόδους.Για τον προσδιορισμό του εισοδήματος συνοφειλετών, που θα ληφθεί υπόψη, αθροίζονται οι αντίστοιχες τιμές των προσώπων αυτών κατά το ποσοστό συνυπευθυνότητάς τους στις συνολικές προς ρύθμιση οφειλές όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης, ήτοι βασική οφειλή κατά την ημερομηνία εξέτασης της αίτησης με τις προσαυξήσεις- τόκους που της αναλογούν έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
β. Ειδικότερα για τον υπολογισμό του διαθέσιμου εισοδήματος λαμβάνονται υπ′ όψιν τα παρακάτω οικονομικά στοιχεία:
i. Για Νομικά Πρόσωπα: Υπολογισμός EBITDA (προέλευση δεδομένων από τα φορολογικά έντυπα Ν και Ε3). Για Διπλογραφικά βιβλία: Διαφορά ποσών Κωδικών (116-117) (εντύπου Ν) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών (454+452) (εντύπου Ε3) και για Απλογραφικά βιβλία: Διαφορά ποσών Κωδικών (116-117) (εντύπου Ν) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών(541+542+543)(Ε3) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών (537+538+539) (εντύπου Ε3) έως το φορολογικό έτος 2016 και τους αντίστοιχους κωδικούς για φορολογικό έτος 2017.
ii. Για Φυσικά Πρόσωπα επιτηδευματίες:
iii. Υπολογισμός EBITDA (προέλευση δεδομένων από το φορολογικό έντυπο Ε3) Για Διπλογραφικά βιβλία: Άθροισμα ποσών Κωδικών (479+454+452) και για Απλογραφικά βιβλία: Άθροισμα ποσών Κωδικών (563+541+542+543+537+538+539) έως το φορολογικό έτος 2016 και τους αντίστοιχους κωδικούς για φορολογικό έτος 2017.
• Μέσος όρος των εσόδων από άλλες πηγές της τελευταίας τριετίας: Τα έσοδα από άλλες πηγές των προσώπων αυτών που προέρχονται από τους υποπίνακες Α′ έως και Ε′ του Πίνακα 4 του εντύπου Ε1, πλην των εσόδων των υποπινάκων Γ1 και Γ2 που έχουν αντληθεί από το Ε3 και έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για τον παραπάνω υπολογισμό του EBITDA της επιχείρησης/φυσικού προσώπου. Επίσης, περιλαμβάνονται και τα λοιπά εισοδήματα (απαλλασσόμενα ή αυτοτελώς φορολογούμενα) του Πίνακα 6 του εντύπου Ε1.iv. Για συνοφειλέτες φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες: Τα πραγματικά εισοδήματα των φορολογουμένων που εμφανίζονται στους υποπίνακες Α′ έως και Ε′ του Πίνακα 4 του εντύπου Ε1, ανά κατηγορία, με βάση τη διάκριση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Επίσης, άλλα πραγματικά εισοδήματα των φορολογουμένων τα οποία μπορεί να είναι είτε απαλλασσόμενα είτε αυτοτελώς φορολογούμενα, όπως εμφανίζονται στον Πίνακα 6 του εντύπου Ε1.
2. Αξιολόγηση περιουσιακών στοιχείων
α. Ακίνητα:
Εφόσον, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οι προς ρύθμιση οφειλές προς το Δημόσιο υπερβαίνουν τις 20.000€, λαμβάνεται υπόψη έκθεση εκτιμητή ακινήτων σύμφωνα με την περίπτωση (ιε) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. ν.4469/17, η οποία έχει συνταχθεί εντός έτους από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και, σε περίπτωση που προσκομίζονται από οφειλέτη ή συνοφειλέτη περισσότερες εκθέσεις εκτιμητών, την πιο πρόσφατη. Τυχόν εκτίμηση αξίας ακινήτων που περιλαμβάνεται σε έκθεση εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με την περίπτωση (ιδ) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/17, λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν βασίζεται σε έκθεση εκτιμητή ακινήτων.
Σε περίπτωση που δεν απαιτείται ή δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο υπολογίζει ως αξία ακινήτων τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., σύμφωνα με το ν. 4223/2013, από την τελευταία συντεθείσα δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξη προσδιορισμού φόρου. Για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού φυσικών προσώπων, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α. και δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο υπολογίζει ως αξία ακινήτων την αντικειμενική αξία αυτών, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 41 Α′ του ν. 1249/1982 (Α′ 43) και της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών 1144814/2631/ΠΟΛ1310/1998 (Β’1328).
β. Κινητά:
i. Όταν τα κινητά σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια πλην ακινήτων, αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. τίτλοι, μετρητά, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες καταθέσεις, μετοχές), λαμβάνεται υπόψη η αγοραία αξία, όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) ή κατόχου άδειας λογιστή φοροτεχνικού Α′ τάξης, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία, ή από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο του 1.500.000 ευρώ. Ως «πρόσφατη έκθεση» θεωρείται αυτή που έχει συνταχθεί εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται η ως άνω έκθεση, λαμβάνεται υπόψη η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη. Για τον έλεγχο της δηλωθείσας αξίας σε αυτήν την περίπτωση το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα.
ii. Όταν τα κινητά δεν σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και αφορούν σε κινητά μεγάλης αξίας, δηλαδή έκαστο εξ′ αυτών υπερβαίνει τα 2.000€ και συνολικά εκτιμώμενα υπερβαίνουν τα 30.000€, λαμβάνεται υπόψη η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη, για τον έλεγχο της οποίας το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα και η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται αυτής που αναγράφεται σε εν ισχύ σύμβαση ασφάλισής τους.
iii. Όταν τα κινητά δεν σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και αφορούν σε κινητά μικρής αξίας, λαμβάνεται υπόψη η αξία που αναφέρεται στην αίτηση.
Σε περίπτωση που την αίτηση ρύθμισης της παρούσας υποβάλλουν, από κοινού με τον οφειλέτη, και πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως με αυτόν για το σύνολο ή μέρος των ρυθμιζόμενων οφειλών, για την αξιολόγηση των περιουσιακών στοιχείων αθροίζονται και οι αντίστοιχες αξίες περιουσιακών στοιχείων των προσώπων αυτών έως του ποσού συνυπευθυνότητάς τους στις συνολικές προς ρύθμιση οφειλές, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης, ήτοι βασική οφειλή κατά την ημερομηνία εξέτασης της αίτησης με τις προσαυξήσεις-τόκους που της αναλογούν έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
3. Εξαιρέσεις από την υποχρέωση του Δημοσίου για υποβολή πρότασης ρύθμισης
Το Δημόσιο δεν προτείνει ρυθμίσεις:
α. σε περίπτωση που διαθέτει, σύμφωνα με τις εσωτερικές του διαδικασίες, δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται ως μη βιώσιμο και β. σε περίπτωση που η προς ρύθμιση οφειλή υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ και η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και του συνοφειλέτη όπως προσδιορίζεται στην ενότητα Γ.2 της παρούσας, υπερβαίνει το εικοσιπενταπλάσιο (25) αυτής.
Δ. Διαμόρφωση πρότασης ρύθμισης (πρότυπα)
1. Γενικά
Οι υπαγόμενες στην Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 οφειλές ρυθμίζονται σε ισόποσες, τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένες, μηνιαίες δόσεις, με ετήσιο επιτόκιο ίσο με το, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, επιτόκιο euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες.
Για τον υπολογισμό του ύψους της μηνιαίας τοκοχρεωλυτικής δόσης: α) ως ημερομηνία έναρξης για τον έντοκο υπολογισμό θεωρείται η τελευταία εργάσιμη του μήνα αποδοχής της πρότασης, β) η ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης θεωρείται ότι συμπίπτει με την ημερομηνία έναρξης του έντοκου υπολογισμού και γ) χρησιμοποιείται ο ακόλουθος τύπος υπολογισμού της παρούσας αξίας με ισόποσες πληρωμές στην αρχή της περιόδου: όπου ΠΑ= παρούσα αξία, 0=μηνιαία δόση, i=(ετήσιο επιτόκιο/12 ) και η=πλήθος μηνιαίων τοκοχρεωλυτικών δόσεων.
2. Ρυθμίσεις με βάση το ύψος της βασικής προς ρύθμιση οφειλής
Για τον υπολογισμό του τελικού ποσού της προς ρύθμιση οφειλής και για το πλήθος των δόσεων, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις, το Δημόσιο προτείνει ρυθμίσεις βάσει του ύψους της βασικής προς ρύθμιση οφειλής, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος από τη Φορολογική Διοίκηση, ως ακολούθως:
α. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση μέχρι του ποσού των 3.000€:i. Τμηματική καταβολή του συνόλου της οφειλής, χωρίς διαγραφή κανενός ποσού.ii. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρώiii. Μέγιστος αριθμός δόσεων 36
β. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση από 3.000.01€ έως 20.000€:
i. Διαγραφή του ογδόντα πέντε τοις εκατό (85% )των οφειλών από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής
ii. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρώ
iii. Μέγιστος αριθμός δόσεων 120
V. Για συνολικές βεβαιωμένες στο Δημόσιο βασικές οφειλές προς ρύθμιση 20.000.01€ έως 50.000€:
Το Δημόσιο χορηγεί ρυθμίσεις μόνο εφόσον ο οφειλέτης πληροί το εξής κριτήριο βιωσιμότητας:
Ο λόγος του συνολικού έως 31.12.2016 χρέους προς όλους τους πιστωτές, στο οποίο δεν περιλαμβάνονται οι οφειλές που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4469/2017, απομειωμένου κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του κατά τα κατωτέρω, προς το εισόδημα, όπως καθορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, είναι μικρότερος ή ίσος του 8.
Σημειώνεται ότι το Δημόσιο δύναται να προτείνει ρυθμίσεις ακόμα και χωρίς τη συνδρομή του κριτηρίου βιωσιμότητας, εφόσον διαθέτει, σύμφωνα με τις εσωτερικές του διαδικασίες, δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται ως βιώσιμο. Αυτό εφαρμόζεται και σε περίπτωση που προσκομίζεται μελέτη βιωσιμότητας που έχει καταρτισθεί από άλλον θεσμικό πιστωτή (Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα) ή από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα της περ. (ιδ) της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017 σε χρόνο μικρότερο του έτους πριν από την υποβολή της αίτησης για ρύθμιση.
Για τη ρύθμιση των οφειλών ισχύουν οι εξής κανόνες:
i. Διαγραφή του ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των οφειλών από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής
ii. Διαγραφή του ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) των απαιτήσεων του Δημοσίου από αυτοτελή πρόστιμα που δεν συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή και έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση.
iii. Ελάχιστο ποσό μηνιαίας τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένης δόσης 50 ευρώ
iv. Μέγιστος αριθμός δόσεων 120
• Σημείωση 1: Ως βάση υπολογισμού για τη διαγραφή του 85% των προσαυξήσεων λογίζονται οι προσαυξήσεις έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης που αντιστοιχούν στη βασική οφειλή όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος.
• Σημείωση 2: Ως βάση υπολογισμού για τη διαγραφή του 95% των βεβαιωμένων προστίμων λογίζεται η βασική οφειλή αυτών όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία εξέτασης του αιτήματος
• Σημείωση 3: Με τους ανωτέρω υπολογισμούς διαγραφών προσδιορίζεται η συνολική απαίτηση του Δημοσίου π.χ στην περίπτωση οφειλέτη του Δημοσίου με μια βεβαίωση προστίμου ύψους 22.000 ευρώ στην οποία αντιστοιχούν προσαυξήσεις 8.000 ευρώ η συνολική παρούσα απαίτηση του Δημοσίου διαμορφώνεται σε 2.300 ευρώ (5%*22000 και 15%*8000).
• Σημείωση 4: Στα ανωτέρω όρια βασικών οφειλών συγκαταλέγονται και οι οφειλές υπέρ τρίτων καθώς και οι υπέρ αλλοδαπού Δημοσίου στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής.
3. Έλεγχος τυχόν αναπροσαρμογής της αρχικής τοκοχρεωλυτικής δόσης
Το ποσό της αρχικής τοκοχρεωλυτικής μηνιαίας δόσης, που προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων ρύθμισης για κάθε μια εκ των τριών ανωτέρω κατηγοριών, συγκρίνεται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής που αντιστοιχεί σε όλα τα πρόσωπα που έχουν συνυποβάλει την αίτηση (οφειλέτη και συνοφειλέτες), και, εφόσον η τελευταία υπερτερεί, επιλέγεται αυτή ως τιμή ποσού πρώτης δόσης, με ανάλογη μείωση του αρχικά υπολογισθέντος πλήθους δόσεων. Πιο συγκεκριμένα, η μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής προκύπτει από τον υπολογισμό της παραγράφου 4 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 και ισούται με το 2,75% του εισοδήματος του οφειλέτη και των συνοφειλετών που έχουν συνυποβάλει την αίτηση, όπως αυτό προσδιορίζεται βάσει της παρ. 3 του άρθρου 4 της παραπάνω υπουργικής απόφασης, που αντιστοιχεί στο λόγο των προς ρύθμιση απομειωμένων οφειλών προς το Δημόσιο προς τις συνολικές οφειλές προς όλους έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Στον παρανομαστή του ανωτέρω λόγου οι προς ρύθμιση οφειλές λαμβάνονται απομειωμένες.
4. Υπολογιστικά παραδείγματα
α. Παράδειγμα 1
Οφειλέτης έχει συνολική οφειλή προς όλους τους πιστωτές έως 31.12.2016 ύψους 50.000 ευρώ με 40.000 ευρώ προς ρύθμιση στο Δημόσιο, από τα οποία 10.000€ αφορούν σε τόκους και προσαυξήσεις, 5.000€ αφορούν σε πρόστιμο του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ και αυτοτελές βεβαιωμένο πρόστιμο Κ.Β.Σ. 5.000€ (βασική οφειλή), συνεπώς η συνολική προς ρύθμιση απομειωμένη οφειλή προς το Δημόσιο διαμορφώνεται σε 21.750€ (40.000-5000- 85%*10.000-95%*5.000). Από τα οικονομικά στοιχεία του οφειλέτη των τριών τελευταίων χρήσεων προκύπτουν θετικά καθαρά αποτελέσματα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων. Ειδικότερα, η χρήση του έτους 2014 εμφανίζει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ύψους(ΕΒίΤϋΆ) 3.000€, η χρήση έτους 2015 θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ύψους (EBITDA) 2000€ και η τελευταία χρήση του έτους 2016 θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ύψους 1.000€.
Ο μέσος όρος αποτελεσμάτων των χρήσεων με καθαρά θετικά αποτελέσματα (EBITDA), δηλαδή των χρήσεων 2014, 2015 2016, είναι (3000 + 2000 +1000)/3 = 2000€·
Κατόπιν σύγκρισης αυτού με το αποτέλεσμα της τελευταίας χρήσης 2016 επιλέγεται η μεγαλύτερη τιμή, δηλαδή 2000€ που αντιστοιχεί στο μέσο όρο των χρήσεων 2014, 2015 και 2016.
Το συνολικό έως 31.12.2016χρέος προς όλους τους πιστωτές (50.000€), απομειωμένο κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του (18.250€), ήτοι 31.750€ προς το εισόδημα ύψους 2.000€ ισούται με δέκα πέντε και ογδόντα επτά εκατοστά (15,87), άρα ο λόγος είναι μεγαλύτερος του οκτώ (8), συνεπώς ο οφειλέτης θεωρείται μη βιώσιμος και δεν προτείνεται ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να προταθεί από το Δημόσιο ρύθμιση, μόνο εφόσον αυτό διαθέτει, σύμφωνα με τις εσωτερικές του διαδικασίες, δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται βιώσιμο ή εφόσον έχει προσκομιστεί μελέτη βιωσιμότητας που έχει καταρτιστεί από άλλο θεσμικό πιστωτή ή από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα της περ. (ιδ) της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.4469/2017 σε χρόνο μικρότερο του έτους πριν την υποβολή της αίτησης (παρ.3 άρθρο 8 της ΠΟΛ 1223/2017).
β. Παράδειγμα 2
Οφειλέτης έχει συνολική έως 31.12.2016 οφειλή προς όλους τους πιστωτές ύψους 20.000€, από την οποία 6.000€ είναι προς ρύθμιση στο Δημόσιο με αφαιρούμενες απαιτήσεις ύψους 1800€, συνεπώς υπόλοιπο συνολικής προς ρύθμιση απομειωμένης οφειλής 4200€. Τα χρέη μετά την 31.12.2016 και έως την ημερομηνία αίτησης είναι 500€ προς το Δημόσιο και 2.000 ευρώ προς τους λοιπούς πιστωτές.
Από τα οικονομικά στοιχεία του οφειλέτη των τριών τελευταίων χρήσεων (2016, 2015 και 2014) προκύπτει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) στη τελευταία και προτελευταία χρήση (2016 και 2015, αντίστοιχα) και αρνητικό στην προηγούμενη αυτών (2014). Ειδικότερα, η τελευταία χρήση του έτους 2016 εμφανίζει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ύψους 3.000€, η χρήση έτους 2015 θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ύψους 1.000€ και η χρήση 2014 αρνητικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ύψους 1.000€.
Ο μέσος όρος αποτελεσμάτων των χρήσεων με τα μεγαλύτερα καθαρά θετικά αποτελέσματα (EBITDA), δηλαδή των χρήσεων 2016 και 2015, είναι (3000 +1000)/2 =2000€
Κατόπιν σύγκρισης αυτού με το αποτέλεσμα της τελευταίας χρήσης 2016 επιλέγεται η μεγαλύτερη τιμή, δηλαδή 3.000€ της χρήσης 2016.
Το κριτήριο βιωσιμότητας δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή, επειδή η βασική προς ρύθμιση οφειλή είναι κάτω από 20.000€. Δεν πραγματοποιείται επίσης ο έλεγχος βάσει της παρ. 2 του άρθρου 8 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, δηλαδή το αν η συνολική περιουσία του οφειλέτη υπερβαίνει το εικοσιπενταπλάσιο (25πλάσιο) της προς ρύθμιση συνολικής οφειλής προς το Δημόσιο δεδομένου ότι η τελευταία δεν υπερβαίνει τις 20.000 €.
Η αρχική μηνιαία τοκοχρεωλυτική δόση που προκύπτει αρχικά είναι ύψους 43,71€1, υπολογιζόμενη με ετήσιο επιτόκιο 5%+3mEuribor(έστω 0,327%)=5%-0.327%=0.04673 και σε 120 μηνιαίες δόσεις. Επειδή το ποσό της δόσης είναι μικρότερο από 50€ θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί ο αριθμός των δόσεων λύνοντας τον τύπο της ΠΑ ως προς πλήθος δόσεων (n) και θέτοντας ως ποσό μηνιαίας δόσης τα 50 ευρώ. Το ακέραιο μέρος της λύσης (101,44) αντιστοιχεί στο πλήθος των δόσεων (101 δόσεις). Στη συνέχεια λύνουμε τον τύπο της ΠΑ ως προς το ποσό δόσης (C) θέτοντας ως πλήθος δόσεων το ακέραιο μέρος της λύσης (101 δόσεις) και το νέο ποσό πρώτης δόσης που προκύπτει είναι 50,18€.
Δεδομένου ότι το 2,75% του επιλεγόμενου εισοδήματος (3.000€) επί το λόγο συμμετοχής των απομειωμένων προς ρύθμιση χρεών του Δημοσίου προς τα συνολικά χρέη προς όλους τους πιστωτές (του Δημοσίου απομειωμένων) έως την ημερομηνία αίτησης είναι2.75%* 3000* 4200/20000 -1800 + 500 + 2000 = 16.73€, άρα ποσό μικρότερο από την αρχική μηνιαία τοκοχρεωλυτική δόση ύψους 50,18 €, ο αριθμός των δόσεων παραμένει ίδιος (101 δόσεις).
γ. Παράδειγμα 3
Έστω οφειλέτης Φ.Π. χωρίς πτωχευτική ικανότητα με α) συνολική έως 31.12.2016 οφειλή προς όλους τους πιστωτές 90.000 ευρώ, από την οποία τα 30.000 ευρώ είναι προς ρύθμιση στο Δημόσιο, και δεν υπάρχουν άλλα χρέη μετά την 31.12.2016 β) ρυθμιζόμενη συνολική απομειωμένη οφειλή όπως αναλύεται στις στήλες (1) έως (3) του Πίνακα 1 ύψους 23.850€ (στήλη 5) γ) περιουσία αξίας 180.000 ευρώ βάσει των υπολογισμών της παρ. 2 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 και δ) ετήσιο εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη βάσει των υπολογισμών της παρ. 3 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 ύψους 50.000€.
Οι οφειλές του δύναται να ρυθμιστούν μετά τον έλεγχο των κατωτέρω βημάτων:
Βήμα 1ο: Έλεγχος του κριτηρίου βιωσιμότητας. Ο λόγος του συνολικού έως 31.12.2016 χρέους προς όλους τους πιστωτές, απομειωμένου κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του, προς το εισόδημα, όπως αυτό υπολογίζεται βάσει της παρ. 3 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 πρέπει να είναι μικρότερος ή ίσος του 8, δηλαδή 83.850/50.000=1,67<8, επομένως ισχύει.
Βήμα 2ο: Έλεγχος βάσει της παρ. 2 του άρθρου 8 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017. Η συνολική περιουσία του οφειλέτη δεν πρέπει να υπερβαίνει το εικοσιπενταπλάσιο (25πλάσιο) της προς ρύθμιση συνολικής οφειλής προς το Δημόσιο, δηλαδή 180.000< 750.000(25*30.000), επομένως ισχύει.
Υπολογισμοί ρύθμισης: Συγκρίνουμε το ποσό της μηνιαίας τοκοχρεωλυτικής Α′ δόσης (στήλη 7), που έχει προκύψει για παρούσα αξία ίση με τη ρυθμιζόμενη απομειωμένη απαίτηση ύψους 23.850€ (Στήλη 5) με το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της παρ. 4 του άρθρου 4, δηλαδή το γινόμενο του 2,75% του επιλεγόμενου εισοδήματος επί το λόγο συμμετοχής των απομειωμένων προς ρύθμιση χρεών του Δημοσίου προς τα συνολικά χρέη προς όλους (του Δημοσίου απομειωμένων) έως την ημερομηνία αίτησης: 2,75%* 50.000* 23.850/90.000 - 6.150: = 391,10€ (στήλη 8), και βρίσκουμε ότι υπερβαίνει το συνολικό ποσό αρχικής Α′ δόσης 248,20€ (στήλη 7), άρα πρέπει η τελική πρώτη δόση να διαμορφωθεί σε 391,10€ (στήλη 9).
Περαιτέρω, το τελικό πλήθος δόσεων (Στήλη 10) προκύπτει από το ακέραιο μέρος της λύσης ως προς η(=πλήθος δόσεων=69,446399) του τύπου της ΠΑ ( για ποσό δόσης c=391,10 €), το οποίο σε περίπτωση ύπαρξης δεκαδικών προσαυξάνεται κατά μία (1) δόση. Το ποσό της τελευταίας (70ης) δόσης ισούται με το ποσό της νέας Α′ τοκοχρεωλυτικής δόσης (=391,10€, Στήλη 7) επί το δεκαδικό μέρος του n (= 0,446399) και διαμορφώνεται σε 174,59€. Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι στην περίπτωση αναπροσαρμογής του δοσολογίου (αύξηση του ποσού της δόσης/ μείωσης του αρχικού πλήθους των δόσεων) βάσει της παρ. 4 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, ενδέχεται η τελευταία δόση της ρύθμισης να είναι μικρότερη από τις υπόλοιπες.
δ. Παράδειγμα 4
Έστω οφειλέτης με α) συνολική έως 31.12.2016 οφειλή προς όλους τους πιστωτές 50.000 ευρώ, από την οποία τα 38.000 ευρώ είναι προς ρύθμιση στο Δημόσιο, τα δε χρέη μετά την 31.12.2016 και έως την ημερομηνία αίτησης είναι 1000€ προς το Δημόσιο και 3.000 ευρώ προς λοιπούς πιστωτές β) ρυθμιζόμενη συνολική απομειωμένη οφειλή όπως αναλύεται στις στήλες (1) έως (3) του Πίνακα 2, ύψους 30.900€(στήλη 5) γ) θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) επιχείρησης του τελευταίου έτους 20.000 € που είναι μεγαλύτερο από το μέσο όρο της τριετίας και περιουσία αξίας 250.000 ευρώ βάσει των υπολογισμών της παρ. 2 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 δ) συνοφειλέτη (μη επιτηδευματία) που συνυποβάλλει την αίτηση ως συνυπεύθυνος για το ποσό των 10.000 ευρώ, με μέσο όρο του πραγματικού δηλωθέντος κατά τις τρεις τελευταίες φορολογικές περιόδους εισοδήματός του ύψους 15.200 ευρώ και περιουσία αξίας 120.000 ευρώ, βάσει των υπολογισμών της παρ. 2 του άρθρου 4 της Υ.Α. ΠΟΛ1223/2017.
Βήμα 1ο: Εύρεση του συνολικού(οφειλέτη και συνοφειλέτη) εισοδήματος. Το συνολικό εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της παρ. 4 του άρθρου 4 είναι: ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ = EBITDA ΟΦΕΙΛΕΤΗ + ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ * ΠΟΣΟ ΣΥΝΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑΣ/ ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΕΣ Δηλαδή, το συνολικό εισόδημα οφειλέτη και συνοφειλέτη =20000+15.200*(10.000/38.000)=20.000+4.000=24.000 ευρώ.
Βήμα 2ο: Εύρεση της συνολικής (οφειλέτη και συνοφειλέτη) περιουσίας. Η συνολική περιουσία που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της παρ. 2 του άρθρου 8 είναι: ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΟΦΕΙΛΕΤΗ+ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ ΕΩΣ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΣΥΝΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ, δηλαδή 250.000 (οφειλέτης)+10.000 (συνοφειλέτης)=260.000 ευρώ.
Βήμα 3ο: Έλεγχος του κριτηρίου βιωσιμότητας. Ο λόγος του συνολικού έως 31.12.2016 χρέους προς όλους τους πιστωτές, απομειωμένου κατά το ποσό του υπό διαγραφή μέρους του προς το συνολικό εισόδημα (οφειλέτη+συνοφειλέτη), όπως αυτό υπολογίζεται βάσει της παρ. 3 του άρθρου 4, πρέπει να είναι μικρότερος ή ίσος του 8, δηλαδή 42.900/24.000=1,78<8, επομένως ισχύει.
Βήμα 4ο: Έλεγχος βάσει της παρ. 2 του άρθρου 8 της ΠΟΛ 1223/2017. Η συνολική περιουσία του οφειλέτη και του συνοφειλέτη δεν πρέπει να υπερβαίνει το εικοσιπενταπλάσιο (25πλάσιο) της προς ρύθμιση συνολικής οφειλής προς το Δημόσιο, δηλαδή 260.000<950.000(25*38.000), επομένως ισχύει.
Βήμα 5ο: Υπολογισμοί ρύθμισης: Συγκρίνουμε το ποσό της μηνιαίας τοκοχρεωλυτικής Α′ δόσης (στήλη 7) που έχει προκύψει για παρούσα αξία ίση με τη ρυθμιζόμενη απομειωμένη απαίτηση ύψους 30.900€ (Στήλη 5) με το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της παρ. 4 του άρθρου 4, δηλαδή με το γινόμενο:
2,75% * ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ * (ΟΦΕΙΛΕΣ ΑΠΟΜΕΙΩΜΕΝΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ/ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΕΩΣ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΙΤΗΣΗΣ) δηλαδή, 2,75%* 24000*[30900/(54000-7100)]=434,84 ευρώ. Καθώς το ποσό της Α′ δόσης (στήλη 7) είναι μικρότερο από τα 434,84 ευρώ (στήλη 8), η Α′ δόση αναπροσαρμόζεται στα 434,84 ευρώ (στήλη 9), με αντίστοιχη μείωση των δόσεων από 120 σε 83 δόσεις.(στήλη 10)
Ε. Υπαγωγή στη ρύθμιση - Υλοποίηση αυτής
1. Η αποδοχή από τον αιτούντα της λύσης ρύθμισης που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση πρέπει να γίνει εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την πρόταση.
2. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης από τον αιτούντα. Επισημαίνεται ότι η παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής κατά τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν, ο συμψηφισμός κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν, αλλά και ποσά που αποδίδονται από επιβολή κατάσχεσης απαιτήσεων στα χέρια τρίτων ή άλλη πράξη αναγκαστικής είσπραξης δεν εξομοιώνονται με καταβολή πρώτης δόσης ρύθμισης, καθώς τούτο δεν προβλέπεται στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο, αλλά τα ως άνω αποδιδόμενα ποσά καλύπτουν δόση ή δόσεις της ήδη υφιστάμενης ρύθμισης, με τα τυχόν ευεργετήματα της πρόωρης εξόφλησης αυτής, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Σε κάθε περίπτωση για την έκδοση του αποδεικτικού ενημερότητας/βεβαίωσης οφειλής, πρέπει να ελέγχεται η συνδρομή του συνόλου των προϋποθέσεων χορήγησης αυτών.
3. Οι επόμενες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα αρχής γενομένης από την ημερομηνία αποδοχής της πρότασης ρύθμισης.
4. Ο τοκοχρεωλυτικός υπολογισμός των δόσεων αφορά στη διαμόρφωση του ποσού των μηνιαίων δόσεων. Η πίστωση των ποσών πραγματοποιείται με τρέχοντα συνεισπραττόμενα.
5. Η διαγραφή βασικής οφειλής των προστίμων γίνεται κατά σειρά παλαιότητας αυτών από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη. Η διαγραφή των βασικών οφειλών και η απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών.
6. Η διαγραφή βασικής οφειλής των προστίμων αφορά μόνο στα πρόστιμα που βεβαιώθηκαν από τη Φορολογική Διοίκηση και όχι από τρίτους.
Η διαγραφή αφορά ιδίως στα εξής πρόστιμα, εφόσον επιβάλλονται αυτοτελώς και δεν συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή:
α. του άρθρου 54, της παρ. 6 του άρθρου 54Α, των άρθρων 55, 56, 58 και 58Α του ν. 4174/2013,β. των άρθρων 4, 5, 6, 7 και 8 του ν. 2523/1997,γ. της παραγράφου 4 του άρθρου 16 και του άρθρου 19 του ν. 3634/2008,δ. των άρθρων 30, 31 και 33 του ν.820/1978,ε. του άρθρου 117 του ν.δ.118/1973,στ. του άρθρου 15 του α.ν.1521/1950,ζ. του άρθρου 49 του ν. 3842/2010 (ΦΑΠ),
θ. του άρθρου 33 του ν. 2459/1997 (ΦΜΑΠ),θ. της παραγράφου 11 του άρθρου 31, της παραγράφου 2 του άρθρου 36 και των παραγράφων 4, 5 και 7 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994, ι. του άρθρου 7 του ν. 4337/2015, ια. του άρθρου 10 του ν. 1809/1988,ιβ. της παραγράφου 4 του άρθρου 47, των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 48, τηςπαραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 1642/1986,
ιγ. του άρθρου Πρώτου Υποπαράγραφος Ε7 του ν. 4093/2012.
ιδ. του άρθρου 143, των παραγράφων 3,7,8 και 9 του άρθρου 144 και της παραγράφου 1 του άρθρου 146 του ν.2960/2001 (Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας).
ΣΤ. Αποτελέσματα υπαγωγής και συμμόρφωσης στη ρύθμιση
1. Αυτοδίκαιη απώλεια υφιστάμενων ρυθμίσεων
Η υπαγωγή σε ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 συνεπάγεται την αυτοδίκαιη απώλεια τυχόν υφιστάμενων ρυθμίσεων για τις ίδιες οφειλές για τον οφειλέτη και τον συνοφειλέτη που συνυπέβαλε αίτηση υπαγωγής. Στην περίπτωση που στην υφιστάμενη ρύθμιση τμηματικής καταβολής συμπεριλαμβάνονται και οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 (όπως βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές μετά την 31.12.2016), αυτές συνεχίζουν να ακολουθούν τους όρους της ήδη χορηγηθείσας ρύθμισης τμηματικής καταβολής.
Επισημαίνεται ότι τυχόν υφιστάμενη ρύθμιση για τις ίδιες οφειλές η οποία είχε χορηγηθεί κατόπιν αίτησης από συνοφειλέτη που δεν συνυπέβαλε αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 συνεχίζει να υφίσταται σε ό,τι αφορά αυτόν τον συνοφειλέτη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τη διέπουν.
2. Ευεργετήματα για τον οφειλέτη
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη επί των ρυθμιζόμενων οφειλών τα ακόλουθα ευεργετήματα:
i. Δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974.
ii. Αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται για οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και των κατ′ εξουσιοδότηση εκδοθεισών αποφάσεων ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274 & 1275/2013 (ΦΕΚ 3398 Β’), όπως ισχύουν.
Επισημαίνεται ότι:
α. σε περίπτωση που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας, δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στη ρύθμιση. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση χορήγησης βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ.
β. δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας σε συνοφειλέτη που δεν συνεπέβαλε αίτηση ρύθμισης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017 από κοινού με τον οφειλέτη, εκτός κι αν ο ίδιος τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο (ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναστολή είσπραξης) τις οφειλές αυτές.
iii. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ.
iv. Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών και ακινήτων του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για ληξιπρόθεσμες δόσεις της ρύθμισης, καθώς και για κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί έως την υπαγωγή στη ρύθμιση, τα αποδιδόμενα όμως από αυτές ποσά λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ήδόσεων της ρύθμισης, εφόσον καταβάλλονται εντός της προθεσμίας αυτών και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
3. Ευεργετήματα για συνοφειλέτες
Σε περίπτωση που την αίτηση ρύθμισης της παρούσας υποβάλλουν, από κοινού με τον οφειλέτη και πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως με αυτόν για το σύνολο ή μέρος των ρυθμιζόμενων οφειλών, τα παραπάνω ευεργετήματα παρέχονται και στα πρόσωπα αυτά. Επομένως, συνοφειλέτες που δεν συμπράττουν στην αίτηση δεν απολαμβάνουν των ευεργετημάτων αυτών.
4. Δικαιώματα του Δημοσίου
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση:
i. να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη και του συνοφειλέτη που υπέβαλε αίτηση ρύθμισης από κοινού με τον οφειλέτη, κατά του - εν στενή εννοία - Δημοσίου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν. Επισημαίνεται ότι:
α. Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της ρύθμισης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας, οφειλές εκτός ρύθμισης, δόσεις άλλων ρυθμίσεων βεβαιωμένων χρεών στη Φορολογική Διοίκηση, δόσεις της ρύθμισης και, τέλος, εφόσον έχουν εξαντληθεί οι λοιπές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές, οι προβλεπόμενες στη ρύθμιση προς διαγραφή/απαλλαγή οφειλές σε αυτή. β. Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της ρύθμισης, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας οι δόσεις της ρύθμισης της Υ.Α. ΠΟΛ 1223/2017, δόσεις άλλων ρυθμίσεων που βεβαιωμένων χρεών στη Φορολογική Διοίκηση και οφειλές εκτός ρυθμίσεων.Τυχόν υπόλοιπο ποσό επιστρέφεται στον οφειλέτη με βάση τα ισχύοντα στην Απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1116/2013.
ii. να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και συνοφειλετών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
iii. να προβαίνει σε ελέγχους ακρίβειας των στοιχείων που δήλωσε ο οφειλέτης, έως και ένα έτος μετά την αποπληρωμή και σε περίπτωση διαπίστωσης σημαντικών αποκλίσεων από τα πραγματικά, να προβαίνει μονομερώς σε έκπτωσή του από τη ρύθμιση και αναβίωση των οφειλών σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Ποσά που καταβλήθηκαν σε συμμόρφωση προς τη ρύθμιση αφαιρούνται από τις απαιτήσεις που αναβίωσαν.
5. Αναστολή παραγραφής ρυθμιζόμενων οφειλών:
Με την υπαγωγή στη ρύθμιση αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών καθ′ όλη τη διάρκεια ισχύος αυτής και δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.
Επισημαίνεται ότι η διάρκεια της ρύθμισης των βεβαιωμένων οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου κατόπιν αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής στην είσπραξη δεν δύναται να υπερβαίνει την ημερομηνία παραγραφής, όπως αυτή ορίζεται από το αλλοδαπό δημόσιο.
Ζ. Απώλεια της ρύθμισης
1. Λόγοι απώλειας της ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται όταν συντρέξει τουλάχιστον ένας από τους παρακάτω λόγους:
i. μη καταβολή δόσεων ή μερική καταβολή δόσεων, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ρύθμιση, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε τρεις (3) δόσεις,ii. παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους,iii. παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής τις οφειλές του προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά την 31 Δεκεμβρίου 2016, εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση ή, προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση, εντός εξήντα (60) ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.
2. Συνέπειες απώλειας της ρύθμισης
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης για οποιονδήποτε από τους παραπάνω λόγους, το σύνολο της οφειλής που παραμένει ανεξόφλητο καθίσταται αμέσως ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης, μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.