Η Ρούλα Πισπιρίγκου θα μεταχθεί στα δικαστήρια κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και αναμένεται να περάσει στις 12 το μεσημέρι το κατώφλι του γραφείου της 18ης Τακτικής Ανακρίτριας η οποία την περασμένη Τετάρτη εξέδωσε σε βάρος της, ένταλμα σύλληψης.
Η 33χρονη που συνελήφθη ενώ βρισκόταν ήδη στην ΓΑΔΑ δεν έδωσε κατάθεση στους αστυνομικούς ωστόσο έχει καταστήσει σαφές τόσο με δηλώσεις της όσο και δηλώσεις των δικηγόρων της, ότι ενώπιον της ανακρίτριας θα υποστηρίξει ότι είναι αθώα.
Η κατηγορουμένη θα κληθεί να απαντήσει στις ερωτήσεις της δικαστικής λειτουργού η οποία έχει μπροστά της μία πολυσέλιδη δικογραφία που αναφέρει πως η Τζωρτζίνα, δεκαοκτώ ημέρες μετά τον θάνατο της αδελφής της Ίριδας στις 21 Μαρτίου 2021, εμφάνισε το πρώτο της “ιατρικό επεισόδιο” με “τρομώδεις σπασμωδικές κινήσεις των άκρων στον ύπνο της”. Και πως στις 11 Απριλίου, μέσα στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο της Πάτρας, το παιδί υπέστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή. Οι γιατροί την επανέφεραν ύστερα από 50 λεπτά αλλά το παιδί είχε υποστεί υποξική ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην δικογραφία καταγράφουν εννέα επεισόδια της 9χρονης πριν καταλήξει, πέντε από τα οποία, την παραμονή του θανάτου της Τζωρτζίνας. Όλα εμφανίζονται ενόσω το παιδί νοσηλεύεται σε θαλάμους νοσοκομείων και ποτέ όταν βρίσκεται σε ΜΕΘ. Αυτή θα είναι μία από τις ερωτήσεις που η κατηγορουμένη θα κληθεί να απαντήσει.
Η 33χρονη θα πρέπει να δώσει την δική της εκδοχή για τα ευρήματα των τοξικολογικών εξετάσεων που συνδέουν τον θάνατο με συγκεκριμένες ουσίες που δεν σχετίζονται με την φαρμακευτική αγωγή του παιδιού.
Αλλά και να απαντήσει τον λόγο που την κρίσιμη ώρα που το παιδί άρχισε να εμφανίζει πτώση στους σφυγμούς του, δεν “χτύπησε” στους γιατρούς το οξύμετρο, το οποίο φαίνεται να ήταν αποσυνδεδεμένο.
Έτσι θεωρείται βέβαιο, όπως σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, πως η 33χρονη θα κληθεί να δώσει μία εξήγηση για τον λόγο που ζητούσε να βρίσκεται σε μονόκλινο δωμάτιο η 9χρονη, αλλά και για το, επιβεβαιωμένο από μαρτυρικές καταθέσεις, ενδιαφέρον της να μάθει αν εντός του θαλάμου υπήρχαν κάμερες ασφαλείας.
Από τις μαρτυρικές καταθέσεις που συνέλεξαν οι αστυνομικοί, προκύπτει επίσης πως η κατηγορουμένη όταν το παιδί της εμφάνισε το μοιραίο επεισόδιο, κινήθηκε μάλλον νωχελικά και αρκετά ψύχραιμα για να ειδοποιήσει τους γιατρούς να σπεύσουν στον θάλαμο.
Ήταν τόσο “κόντρα” με την κρισιμότητα της στιγμής η αντίδραση της, που προκάλεσε εντύπωση σε μία νοσηλεύτρια η οποία βλέποντάς την, κατέθεσε πως θεώρησε ότι αναζητούσε κάποια κουβέρτα ή σεντόνι.
Πηγή: dikastiko.gr