Η οικονομία της Ρωσίας αναπτύχθηκε κατά 5,4% το πρώτο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή, καθώς ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αρνήθηκε ότι οι στρατιωτικές δαπάνες για την επίθεση στην Ουκρανία αγγίζουν μη βιώσιμα επίπεδα.
Το Κρεμλίνο έχει στρατιωτικοποιήσει σε μεγάλο βαθμό τη ρωσική οικονομία από τότε που έστειλε στρατεύματα στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, με τις τεράστιες δαπάνες να συμβάλλουν στην ανάπτυξη αλλά και να αμβλύνουν το πλήγμα των δυτικών κυρώσεων.
Στον αντίποδα, έχει επίσης πυροδοτήσει τον πληθωρισμό αλλά και προκαλέσει συγκρίσεις με τις ανεξέλεγκτες αμυντικές δαπάνες που εξουθένωσαν τη Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1980.
Η στατιστική υπηρεσία Rosstat δήλωσε ότι η ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου του 2024 ήταν υψηλότερη από 4,9% το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους.
Ωστόσο, ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε επίσης κατά τη διάρκεια του μήνα, στο 7,8%.
Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στην Κίνα, ο Πούτιν αρνήθηκε ότι οι τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας - οι οποίες, όπως είπε, έχουν ξεπεράσει το 8% του ΑΕΠ - έχουν φθάσει σε μη βιώσιμα επίπεδα.
«Δεν έχουν φτάσει σε κρίσιμο σημείο ακόμη. Στη Σοβιετική Ένωση το 1985-1986, οι αμυντικές δαπάνες ήταν 13% του ΑΕΠ».
«Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της οικονομίας, τους μακροοικονομικούς δείκτες και τις προβλέψεις για τα έσοδα του προϋπολογισμού, οι συνδυασμένες δαπάνες για την άμυνα και την ασφάλεια ύψους 8 και κάτι % δεν είναι κρίσιμες», πρόσθεσε ο Ρώσος πρόεδρος.
Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, ο Πούτιν είχε δηλώσει ότι οι στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας είναι ένας «μεγάλος πόρος» που πρέπει να χρησιμοποιείται «προσεκτικά και αποτελεσματικά».
Την Παρασκευή δήλωσε ότι οι εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι τα δημοσιονομικά της Ρωσίας έχουν ακόμη περιθώρια να φιλοξενήσουν ακόμη υψηλότερες δαπάνες.
Προβλήματα πληθωρισμού
Ο αναπροσανατολισμός των κρίσιμων ενεργειακών εξαγωγών της Ρωσίας προς χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία τη βοήθησε να ξεπεράσει τις δυτικές κυρώσεις που πολλοί αναλυτές προέβλεπαν ότι θα έσπρωχναν τη Ρωσία σε βαθιά ύφεση.
Η Κίνα έχει γίνει ο σημαντικότερος οικονομικός σύμμαχος της Ρωσίας τα τελευταία δύο χρόνια.
Την Παρασκευή ο Πούτιν κατήγγειλε τις προσπάθειες των ΗΠΑ να ασκήσουν πίεση στο Πεκίνο για τους δεσμούς του με τη Μόσχα.
Χαρακτήρισε «παράνομες» τις απειλές των ΗΠΑ για κυρώσεις σε κινεζικές τράπεζες και εταιρείες που συναλλάσσονται με τη Ρωσία και δήλωσε ότι οι δανειστές και στις δύο χώρες εργάζονται για να ξεπεράσουν τα προβλήματα με τις διασυνοριακές πληρωμές.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βάλει στο στόχαστρο εταιρείες σε τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, οι οποίες, όπως λένε, βοηθούν τη Ρωσία να αγοράζει υπό κυρώσεις προϊόντα για τον στρατό της.
Ενώ βοηθούν στην εξασφάλιση ισχυρής ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα, οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας έχουν προκαλέσει ορισμένες οικονομικές δυσκολίες στο εσωτερικό της χώρας.
Ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε από 7,7% σε 7,8% τον Απρίλιο, ανακοίνωσε η Rosstat την Παρασκευή - περισσότερο από τις προσδοκίες των αναλυτών και πιο μακριά από τον επίσημο στόχο της κυβέρνησης για 4,0%.
Η κεντρική τράπεζα αύξησε το βασικό της επιτόκιο στο 16% σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσει την άνοδο των τιμών.
Οι τομείς εξάλλου της ρωσικής οικονομίας που δεν ενισχύονται από την εισβολή - όπως οι υπηρεσίες και ο τομέας πληροφορικής - αντιμετωπίζουν ελλείψεις-ρεκόρ στο εργατικό δυναμικό. Πολλοί νέοι άνδρες έχουν επιστρατευτεί, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα ή έχουν στρατολογηθεί από την ανθηρή βιομηχανία όπλων.
Πηγή: RFI