Όντας παιδί της μεταπολεμικής γενιάς, μεγαλώνοντας, γνώρισα έστω και μέσω αφηγήσεων, τις προπολεμικές παιδικές, εφηβικές και ενήλικες αναμνήσεις της πρόσφυγος μαμάς μου. Της ζωής της στο χωριό, το μικρό σχολείο, τις γειτονιές, το καφενείο, τις εξορμήσεις στα χωράφια, στο δάσος της Βάλιας, στην παραλία με τους κρυμμένους θησαυρούς επάνω στο καστρούλι. Ιστορίες πολλές και ατελείωτες...
Και οι αφηγήσεις συνεχιζόντουσαν για το ξενοδοχείο Σαλαμίς, όπου σχεδόν όλη η οικογένεια της μαμάς, εργοδοτείτο. Το υπέροχο πρωινό μπουφέ, πριν αρχίσουν τις δουλειές, το θείο που ψάρευε πρωί πρωί για να υπάρχει φρέσκο ψάρι στο μεσημβρινό οικογενειακό μενού και τη γιαγιά που φρόντιζε τα περβόλια και σχεδόν μόνη της όλη την οικογένεια της, λόγω και της απρόσμενης τύφλωσης του παππού. Η ζωή και στην Αμμόχωστο, ήταν σχεδόν ονειρική μιας και η πόλη εξελισσόταν τόσο τουριστικά όσο και οικονομικά. Η πόλη, ήταν το ανερχόμενο τουριστικό διαμάντι της μεσογείου και η μοναδική περιοχή στην Κύπρο για τα χρόνια εκείνα, με ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη. Χιλιάδες τουρίστες, διάσημοι και άσημοι να κολυμπάνε στα καταγάλανα νερά του Βαρωσιού και να απολαμβάνουν τα ωραία στέκια της πόλης. Όταν έγινε ο πόλεμος, δεν πήραν τίποτα μαζί τους, και έφυγαν άρον άρον με τα ρούχα που φόραγαν. Τα περιβόλια, τα σπίτια, οι αναμνήσεις, έμειναν εκεί...
Και ακούγοντας στις ειδήσεις για μια εκδήλωση ”στρογγυλής” τραπέζης που διοργάνωσαν οι Τουρκοκύπριοι μαζί με Τούρκους αξιωματούχους, εκτός του Ακκιντζί, αναφορικά με τις νέες επενδύσεις δια μέσου του ανοίγματος των Βαρωσίων, είναι να απορεί κανείς, για το ”στρογγυλή” που σκέφτηκαν οι άνθρωποι, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, το ψήφισμα 550 του ΟΗΕ.
Μάλιστα, ο Τούρκος αντιπρόεδρος Φουάτ Οκτάι, ανέφερε ότι η περιοχή χαρακτηρίστηκε απαγορευμένη, αλλά είναι έδαφος της «ΤΔΒΚ». Ανάφερε επίσης για το Βαρώσι το εξής : «Ναι, να το ανοίξουμε και πάλι. Τι υπάρχει όμως εδώ; Υπάρχουν τράπεζες, εργασιακοί χώροι, εκθέσεις αυτοκινήτων, αγορές. Αυτά τα είδαμε. Ο χρόνος σταμάτησε. Υπάρχουν εξαίσια ξενοδοχεία»
Σε ένα παράλληλο σύμπαν ίσως κάποιος, θα μπορούσε να υποδείξει στον Οκτάι, ότι τα ξενοδοχεία, ανήκουν σε άλλους και πως δεν έχει κανένα δικαίωμα να μιλάει ωσάν ανυπόμονος κτηματομεσίτης, σπέρνοντας περαιτέρω τη διχόνοια και αλλάζοντας τη ροή της ιστορίας, με αλαζονικό και ετσιθελιστικό τρόπο. Και εφόσον δηλώνει πως επιθυμεί και αυτός την ειρήνη, δεν θα πρεπε να σκεφτεί τους ανθρώπους που έφτιαξαν και περπάτησαν αυτές τις γειτονιές, συμμετέχοντας όλοι μέσω των ΗΕ, ούτως ώστε η ”στρογγυλή” τράπεζα, να πάρει σάρκα και οστά με τους νόμιμους ιδιοκτήτες του Βαρωσίου; Σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου τα λάθη εκατέρωθεν διορθώνονται αντί να πληρώνονται, και οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις λέξεις διατηρώντας τη σημασία τους. . .