Η οικονομία της Ευρώπης επέστρεψε στη φάση της ανάπτυξης το δεύτερο τρίμηνο του 2023, μετά από μήνες στασιμότητας, με μεγαλύτερη από την αναμενόμενη μεγέθυνση, αλλά τα υψηλότερα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού αποτελούν «αγκάθι» για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Οι 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ και οι 346 εκατομμύρια πολίτες αυτών είδαν μια ανάπτυξη της τάξης του 0,3% την περίοδο Απριλίου-Ιουνίου, σε σύγκριση με τους πρώτους τρεις μήνες του έτους, ανέφερε τη Δευτέρα η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ (Eurostat).
Αυτή είναι μια βελτίωση σε σχέση με τη μηδενική ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο και μια ελαφρά πτώση το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους - αλλά όχι αρκετή. Επιπλέον, μεμονωμένοι παράγοντες και η υπεραπόδοση της Ιρλανδίας έκαναν τα πράγματα να φαίνονται καλύτερα από ό,τι είναι στην πραγματικότητα.
Η Ευρωζώνη έλαβε ώθηση από την ανάπτυξη 0,5% στη Γαλλία και 0,4% στην Ισπανία, όπου ο χαμηλότερος πληθωρισμός βοήθησε στην άνοδο της καταναλωτικής ισχύος.
Ωστόσο, ο αριθμός αυτός της Γαλλίας αυξήθηκε με την παράδοση ενός πολύ μεγάλου κρουαζιερόπλοιου. Αυτή η στατιστική ιδιορρυθμία κολακεύει τη γαλλική ανάπτυξη, αλλά δεν μπορεί να συγκαλύψει την αδύναμη ζήτηση για αγαθά στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης.
Η ανάπτυξη της Ιρλανδίας κατά 3,3% - η μεγαλύτερη στην ευρωζώνη - στρεβλώνει επίσης τη συνολική εικόνα. Τα στοιχεία ανάπτυξής της συχνά δείχνουν μεγάλες διακυμάνσεις λόγω των μεγάλων διεθνών εταιρειών που στεγάζουν εκεί τα κεντρικά γραφεία τους, συμπεριλαμβανομένων τεχνολογικών κολοσσών όπως η Meta, η Google και η Apple.
Χωρίς την Ιρλανδία, η ανάπτυξη της ευρωζώνης θα ήταν μόνο 0,1%, εξήγησε η Φρανζίσκα Πάλμας, ανώτερη οικονομολόγος στην Capital Economics.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, η Γερμανία, δυσκολεύτηκε το δεύτερο τρίμηνο, καταγράφοντας μηδενική ανάπτυξη μετά από δύο συνεχόμενα τρίμηνα πτώσης της παραγωγής, καθώς αντιμετωπίζει το υψηλό ενεργειακό κόστος που συνδέεται με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Ιταλία, η Νο 3 οικονομία, συρρικνώθηκε κατά 0,3%.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη, εν τω μεταξύ, συνέχισε τη σταδιακή πτώση του, υποχωρώντας στο 5,3% τον Ιούλιο από 5,5% τον Ιούνιο. Στη χώρα μας το ποσοστό αυτό, σύμφωνα με τη Eurostat, ανέβηκε στο 3,4% τον περασμένο μήνα, από 2,8% τον Ιούνιο.
Η Ευρώπη εξακολουθεί να παλεύει με τους «μετασεισμούς» της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και της συνεπακόλουθης διακοπής του ρωσικού αερίου στην Γηραιά Ηπειρο - γεγονός που αύξησε απότομα τις τιμές στα καύσιμα και στην ηλεκτρική ενέργεια.
Η αλματώδης άνοδος των τιμών δείχνει να έχει τελειώσει, αλλά τα κόστη εξακολουθούν να είναι υψηλότερα από ό,τι πριν από την έναρξη του πολέμου. Η ενέργεια δεν είναι πια ο κύριος μοχλός του πληθωρισμού, αλλά οι αυξήσεις των τιμών πλήττουν τους Ευρωπαίους όταν ψωνίζουν στο σούπερ μάρκετ ή ρούχα και άλλα προϊόντα, ενώ η ανάκαμψη των εταιρείων παροχής υπηρεσιών - όπως ξενοδοχεία και εστιατόρια που υπέφεραν κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, τον τροφοδοτεί.
Ενδεικτικά, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 10,8% τον Ιούλιο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Το ποσοστό αυτό είναι βελτιωμένο από τον Ιούνιο και τους προηγούμενους μήνες, αλλά εξακολουθεί να είναι επίπονο για τα νοικοκυριά. Η ενέργεια, εν τω μεταξύ, συνέχισε να μειώνεται, σημειώνοντας πτώση 6,1%. Χωρίς τις ασταθείς τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, ο βασικός πληθωρισμός διατηρήθηκε σταθερός στο 5,5% - ένας βασικός δείκτης, που δεν έχει υποχωρήσει τόσο όσο θέλουν οι κεντρικοί τραπεζίτες.
Αχτίδα φωτός αποτελεί η επανάκαμψη των ταξιδιών, ειδικά στις μεσογειακές χώρες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό. Τα ταξίδια αυτά αναμένεται να στηρίξουν την ανάπτυξη το τρίτο τρίμηνο, καθώς οι άνθρωποι συρρέουν για τις καλοκαιρινές τους διακοπές στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία, παρά τους πρόσφατες καύσωνες και τις πυρκαγιές.
Πέρα από αυτό, όμως, οι προοπτικές για το υπόλοιπο του έτους είναι υποτονικές. Ενα άλλο πρόβλημα στην οικονομία είναι το μπαράζ αυξήσεων στα επιτόκια που έχει εξαπολύσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να μειώσει τον πληθωρισμό.
Η ΕΚΤ έκανε την ένατη συνεχόμενη αύξηση την Πέμπτη, φέρνοντας το βασικό της επιτόκιο καταθέσεων από -0,5% σε 3,75% μέσα σε μόλις ένα χρόνο - ρυθμός ρεκόρ από την κυκλοφορία του ευρώ το 1999. Το αποτέλεσμα είναι υψηλότερα επιτόκια στεγαστικών δανείων και ακύρωση κατασκευαστικών σχεδίων λόγω της ακριβής ή μη διαθέσιμη πίστωσης.
Ερευνα της κεντρικής τράπεζας δείχνει ότι τα επιχειρηματικά δάνεια και τα πιστωτικά όρια βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδό τους από τότε που ξεκίνησαν τα στατιστικά στοιχεία το 2003.
Η Πρόεδρος της Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, άφησε ανοιχτό το εάν η τράπεζα θα διατηρήσει αυξημένα τα επιτόκια στην επόμενη συνεδρίασή της στις 14 Σεπτεμβρίου, λέγοντας ότι η απόφαση θα εξαρτηθεί από τα στοιχεία για τον πληθωρισμό.
Από τότε που ξεκίνησαν οι αυξήσεις των επιτοκίων, ο πληθωρισμός μειώνεται σταθερά από το ανώτατο όριο του 10,6% τον Οκτώβριο, αλλά το ποσοστό 5,3% του Ιουλίου εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ για 2%.
Τραπεζικοί αξιωματούχοι λένε ότι η «σκληρή» δράση τώρα θα γλιτώσει από ένα ακόμη πιο επώδυνο περιορισμό της πίστωσης αργότερα, εάν ο πληθωρισμός ξεφύγει εντελώς.