
Δεκατέσσερα χρόνια μετά τον πόλεμο στην Συρία, η χώρα δεν παύει να βρίσκεται κάτω υπό αβέβαιες συνθήκες διακυβέρνησης ακόμη κι έπειτα από την πτώση του κόμματος του Μπασάρ Αλ Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024.
Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες επιστρέφουν σε αυτή με την σκοπό να αποκαταστήσουν τα κατεστραμμένα από τον πόλεμο μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς. Ελπίζουν πως η αναστήλωση τους θα συμβάλλει σημαντικά στην διαλυμένη οικονομία της χώρας και θα επιφέρει την αναζωογόνηση του τουρισμού.
Τα άλλοτε ακμάζοντα ορόσημα παλαιών συριακών πολιτισμών, όπως η αρχαία πόλη της Παλμύρας και το μεσαιωνικό κάστρο των Σταυροφόρων Crac des Chevaliers, παραμένουν αισθητά σημαδεμένα από τα χρόνια των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά οι ντόπιοι τουρίστες επιστρέφουν στις τοποθεσίες αυτές και βασίζονται στην ιστορικότητα αλλά και την σημασία αυτών των μνημείων, ώστε να μπορέσει η Συρία να μεταβεί σε μία νέα εποχή.

Η αρχαία πόλη της Παλμύρας
Ένα από τα έξι μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO στη Συρία, η Παλμύρα ήταν κάποτε ένας βασικός κόμβος στο αρχαίο δίκτυο του Δρόμου του Μεταξιού, το οποίο συνέδεε τη Ρωμαϊκή και την Παρθική Αυτοκρατορία με την Ασία.
Βρίσκεται στη συριακή έρημο και είναι γνωστή για τα ερείπια της ρωμαϊκής εποχής τα οποία χρονολογούνται στην ηλικία των 2.000 ετών. Σήμερα αποτελείται από θρυμματισμένες στήλες και κατεστραμμένους ναούς.
Πριν από τη συριακή εξέγερση που ξεκίνησε το 2011 και σύντομα κλιμακώθηκε σε έναν βίαιο εμφύλιο πόλεμο, η Παλμύρα ήταν ο κύριος τουριστικός προορισμός της Συρίας, προσελκύοντας περίπου 150.000 επισκέπτες μηνιαίως.
Ο Ayman Nabu, ερευνητής και ειδικός στα ερείπια, δήλωσε στο Associated Press πως αποκαλείται η «νύφη της ερήμου» και πως «η Παλμύρα βοήθησε στην αναζωογόνηση της στέπας και αποτελούσε παγκόσμιο τουριστικό μαγνήτη».



Η αρχαία πόλη ήταν η πρωτεύουσα ενός αραβικού κράτους το οποίο άνηκε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και εξεγέρθηκε για λίγο και δημιούργησε το δικό του βασίλειο τον τρίτο αιώνα, με επικεφαλής τη βασίλισσα Ζηνοβία.
Ανά τους αιώνες και ερχόμενοι στο σήμερα, οι τρόποι με τους οποίους χρησιμοποιήθηκε η περιοχή, διέφεραν σημαντικά. Συγκεκριμένα, φιλοξένησε τη φυλακή Ταντμούρ, όπου φέρεται να βασανίστηκαν χιλιάδες αντίπαλοι της εξουσίας της οικογένειας Άσαντ στη Συρία. Το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος, γνωστό και ως «ISIS» κατεδάφισε την φυλακή αφού κατέλαβε την πόλη.

Οι μαχητές του ISIS κατέστρεψαν αργότερα τους ιστορικούς ναούς της Παλμύρας του Μπελ και του Μπααλσαμίν και την Αψίδα του Θριάμβου καθώς θεωρήθηκαν μνημεία ειδωλολατρίας και στην συνέχεια, σκότωσαν έναν ηλικιωμένο μελετητή αρχαιοτήτων ο οποίος είχε αφιερώσει τη ζωή του στην επίβλεψη των ερειπίων.
Μεταξύ του 2015 και του 2017, ο έλεγχος της Παλμύρας άλλαζε μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους και του Συριακού Στρατού, προτού οι δυνάμεις του Άσαντ, με την υποστήριξη της Ρωσίας και πολιτοφυλακών που πρόσκεινται στο Ιράν, την ανακαταλάβουν. Εγκατέστησαν στρατιωτικές βάσεις στη γειτονική πόλη, η οποία έμεινε σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένη από τους βομβαρδισμούς. Το κάστρο Fakhr al-Din al-Ma’ani, ένα φρούριο του 16ου αιώνα που δεσπόζει πάνω από την πόλη, επαναχρησιμοποιήθηκε από τα ρωσικά στρατεύματα ως στρατώνας.

Ο ερευνητής Nabu επισκέφθηκε την Παλμύρα πέντε ημέρες μετά την πτώση της προηγούμενης κυβέρνησης.
«Είδαμε εκτεταμένες ανασκαφές μέσα στους τάφους», σημειώνοντας σημαντικές καταστροφές τόσο από το Ισλαμικό Κράτος όσο και από τις κυβερνητικές δυνάμεις του Άσαντ. «Το μουσείο της Παλμύρας ήταν σε άθλια κατάσταση, με ελλείποντα έγγραφα και αντικείμενα για τα οποία δεν έχουμε ιδέα τι τους συνέβη», δήλωσε ο ερευνητής.
Ο Nabu τόνισε ότι κατέγραψαν πολλές παράνομες γεωτρήσεις που αποκαλύπτουν γλυπτά, καθώς και κλοπές και λαθρεμπόριο γλυπτών που σχετίζονται με ταφικά αντικείμενα το 2015, όταν το Ισλαμικό Κράτος είχε τον έλεγχο της περιοχής.

«Ενώ επτά από τα κλεμμένα γλυπτά ανακτήθηκαν και τοποθετήθηκαν σε μουσείο στο Ιντλίμπ, άλλα 22 βγήκαν λαθραία έξω από την χώρα», πρόσθεσε ο Nabu.
Στο εσωτερικό των υπόγειων τάφων της πόλης, ισλαμικοί στίχοι είναι γραμμένοι στους τοίχους, ενώ ο γύψος καλύπτει τοιχογραφίες, ορισμένες από τις οποίες απεικονίζουν μυθολογικά θέματα που αναδεικνύουν τους βαθύτατους πολιτιστικούς δεσμούς της Παλμύρας με τον ελληνορωμαϊκό κόσμο.
Η UNESCO αναφέρει σε ανακοίνωση της το 2015, πως «ο οργανισμός υποστήριξε εξ αποστάσεως την προστασία της συριακής πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω δορυφορικών αναλύσεων, εκθέσεων και τεκμηρίωσης και συστάσεων προς τοπικούς εμπειρογνώμονες, αλλά δεν πραγματοποίησε εργασίες επί τόπου».

Πέρα από την Παλμύρα, άλλοι ιστορικοί χώροι φέρουν τα σημάδια του πολέμου.
Χτισμένο πάνω σε έναν λόφο κοντά στην πόλη Al-Husn, το Crac des Chevaliers, πρόκειται για ένα μεσαιωνικό κάστρο που χτίστηκε αρχικά από τους Ρωμαίους και αργότερα επεκτάθηκε από τους Σταυροφόρους και βομβαρδίστηκε σφοδρά κατά τη διάρκεια του συριακού εμφυλίου πολέμου.
Από την άλλη μεριά και βορειοδυτικά της Συρίας, περισσότεροι από 700 εγκαταλελειμμένοι βυζαντινοί οικισμοί, οι λεγόμενες Νεκρές Πόλεις, εκτείνονται σε βραχώδεις λόφους και πεδιάδες, με τα φθαρμένα ασβεστολιθικά ερείπια τους να περιλαμβάνουν απομεινάρια πέτρινων σπιτιών, βασιλικών, τάφων και δρόμων με κιονοστοιχίες.

Παρά τη μερική κατάρρευση, οι αψιδωτές πόρτες, τα περίτεχνα γλυπτά και οι πανύψηλες προσόψεις των εκκλησιών διατηρούνται, περιτριγυρισμένες από ελαιόδεντρα που ριζώνουν βαθιά στην ιστορία.
Χρονολογούμενα από τον πρώτο αιώνα, αυτά τα χωριά κάποτε ευημερούσαν από το εμπόριο και τη γεωργία. Σήμερα, ορισμένες τοποθεσίες φιλοξενούν εκτοπισμένους Σύριους.
Πέρα από τους βομβαρδισμούς και τις αεροπορικές επιδρομές, οι λεηλασίες και οι μη εξουσιοδοτημένες εκσκαφές έχουν προκαλέσει σημαντικές ζημιές, δήλωσε ο Nabu, προσθέτοντας ότι οι νέες κατασκευές κοντά στα ερείπια στερούνται σχεδιασμού και απειλούν τη διατήρηση.
Η ανάγκη να στραφεί το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας προς την Συρία, έρχεται για ακόμη μία φορά στο προσκήνιο.
Με πληροφορίες από Associated Press