Σε ένα σεμινάριο ημερολογιακής γραφής, τέθηκε πρόσφατα στους συμμετέχοντες μία άσκηση:
«Αφηγηθείτε μέσα από ένα κείμενο 100 λέξεων, μια ιστορία που θα περιλαμβάνει τα εξής:
Κατασκευή ενός χαρακτήρα (ένας τυχαίος άνθρωπος - α′ ρόλος)
Από πού έρχεται; (τόπος μέσα στην πόλη)
Πού πηγαίνει; (τόπος μέσα στην πόλη)
Ποιον θα συναντήσει; (β′ ρόλος)
Τι θα κάνουν μαζί;
Απαραίτητη η αλληλεπίδραση που θα οδηγήσει σε μετατόπιση του βασικού μας χαρακτήρα, του επωμιζόμενου τον α′ ρόλο.»
Μία από τις εργασίες υπό τον τίτλο «Ο Ευκλείδης και ο Στέφανος», εκμυστηρευόταν πως:
«Ο Ευκλείδης έφυγε από το σπίτι του νωρίς το ηλιόλουστο μετακαλοκαιρινό πρωινό για την συνάντηση που θα μεσολαβούσε στην Βουλή με τον μεταπολιτικό Στέφανο.
Η συνάντηση έγινε σε καλό κλίμα, η «αστική» ευγένεια περίσσευε στο «αριστερό» γραφείο, όμως η απάντηση που έδωσε ο Στέφανος «θα ξαναδώ το θέμα των διαγραφών αλλά δεν θα αναιρέσω την διαδικασία», οδήγησε τον Ευκλείδη να πετάξει την ατάκα «Αυτό σημαίνει πως με οδηγείς στην υποχρέωση να ανοίξω την ομπρέλα για άλλους καιρούς. Οι ηλιόλουστες μέρες μας εδώ τελείωσαν».
Ήταν πλέον προφανές πως οι μέρες του ενιαίου «Γρύλιζα», ήταν πια μετρημένες.»
Στο μάρκετιγκ μια δημοφιλής θεωρία που έχει δοκιμασθεί με επιτυχία στην πράξη, έχει αρκούντως αναπτυχθεί ερευνητικά και κυριαρχεί πλέον στον τρόπο με τον βλέπουμε τα πράγματα, είναι η συν-δημιουργία αξίας και η συν-καταστροφή της αξίας.
Το αφήγημα αυτής της θεωρίας στηρίζεται στην επιβεβαιωμένη πλέον διαπίστωση πως οι επιχειρήσεις βαδίζουν χέρι-χέρι με τους καταναλωτές του προϊόντος ή της υπηρεσίας που τους προτείνεται, που τους «προσφέρεται».
Το ίδιο grosso modo, ισχύει και με το «μάρκετινγκ» της πολιτικής, όπου οι καταναλωτές – πολίτες – ψηφοφόροι αλληλοεπιδρούν με τα κόμματα που τους προτείνουν λύσεις, που τους «προσφέρουν» οράματα.
Αυτή η πορεία χέρι-χέρι, εδράζεται στην «αντιληπτή αξία» εκ μέρους των ψηφοφόρων, του πολιτικού οράματος που τους προσφέρεται από τα κόμματα.
Διάφοροι ορισμοί έχουν δοθεί για την «αντιληπτή αξία» στη βιβλιογραφία του μάρκετινγκ. Από τους καμμιά δεκαριά κυριότερους ορισμούς για την «αντιληπτή αξία», επικρατέστερος και μάλλον πληρέστερος είναι εκείνος που ορίζει πως «αντιληπτή αξία είναι η συνολική εκτίμηση του καταναλωτή για τη χρησιμότητα ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας με βάση τις αντιλήψεις του για το τι δίνεται και τι λαμβάνεται».
Κάθε μέρα που περνάει γινόμαστε θεατές μιας ψυχοφθόρας διαδικασίας όπου οι μεν διατείνονται πως «ο μύθος Κασσελάκη είναι απάτη» και ζητούν χώρο για να εκφραστεί η Αριστερά , ο δε «απρόσκλητος επισκέπτης» επιχειρεί να συνθέσει εμφανώς ανέτοιμος ένα ηγετικό προφίλ και να σκιαγραφήσει ένα ιδεολογικό αφήγημα που να έχει «αντιληπτή αξία».
Ένα ιδεολογικό αφήγημα που να κοιτάζει προς κάπου τέλος πάντων και να γίνεται κατανοητό, αντιληπτό από τους ψηφοφόρους.
Γιατί η ιδεολογία, πάντα υπάρχει. Είναι το πάθος, η έμμονη ιδέα της διαφορετικότητας, που για την ώρα δεν ξέρουμε πού έχει πάει.
Και για να το πω κάπως σχηματικά, όπως στην άσκηση ημερολογιακής γραφής με τον Ευκλείδη και τον Στέφανο, ο ένας γράφει με ιστορικό τονισμό και ο άλλος με Γκρίκλις…
Υπάρχει κάτι χειρότερο από μία διαδρομή με αφετηρία την συν-δημιουργία αξίας και τερματισμό την συν-καταστροφή της αξίας;
Στην βιβλιογραφία του μάρκετινγκ έχει πρόσφατα αναπτυχθεί το εύρημα της «μη δημιουργία αξίας», με την ουδέτερη έννοια της αδιαφορίας.
Αυτό το σημείο της διαδρομής, αυτή η στάση είναι το ό,τι χειρότερο. Καθώς ο κόσμος έχει «μπουχτίσει».
Από την αποχή στην συμμετοχή στις εθνικές και δημοτικές εκλογές ως την κυβερνητική αλαζονεία ελλείψει συγκροτημένης και εποικοδομητικής αντιπολίτευσης.
Εάν η προσλαμβάνουσα ως «αντιληπτή αξία» για τον πολίτη-ψηφοφόρο είναι η «μη δημιουργία αξίας» ως απόρροια του πολιτικού μηνύματος που εισπράττει, τότε τα θεμέλια του οικοδομήματος είναι σαθρά.
Μιχάλης Κονιόρδος, αφυπηρετήσας καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής