Νέες αποκαλύψεις έρχονται στο φως για τον αστυνομικό της Βουλής που φέρεται να κακοποιούσε τη σύζυγό και τα ανήλικα παιδιά του. Η σύζυγος του αστυνομικού περιγράφει τον εφιάλτη που βίωνε η ίδια και τα παιδιά της στα χέρια του.
Όπως μαρτυρά η 35χρονη «Όλα ξεκίνησαν λίγο πριν το 2016. Ο σύζυγός μου με ανάγκαζε με τη βία και με απειλές να ασελγήσω σε βάρος των παιδιών μας. Τα κορίτσια ήταν δεν ήταν 5 ετών. Από τον φόβο μου και από το ξύλο που μου έδινε αναγκαζόμουν να υπακούσω. Ούτε τα παιδιά μπορούσαν να αντιδράσουν γιατί τα έδερνε και τα απειλούσε. Το τελευταίο διάστημα συζητούσα συνεχώς με τις κόρες μου για το τι μπορούμε να κάνουμε για να ξεφύγουμε από αυτή την αρρωστημένη κατάσταση. Τα κορίτσια με παρακαλούσαν να φύγουμε. Τις αρρωστημένες πράξεις του τις κατέγραφε με μία κάμερα που είχε και κάποιες με το κινητό. Επειδή πάντα όμως, έλεγχε και είχε πρόσβαση στα κινητά και στους λογαριασμούς όλων, φοβάμαι μήπως διαγράψει ο ίδιος τα αποδεικτικά στοιχεία ή βάλει τον γιο μας να τα διαγράψει».
Η σύζυγος του αστυνομικού αναφέρει ότι εκείνος ήδη από τις πρώτες μέρες της γνωριμίας του εκδήλωσε σημάδια βίαιης συμπεριφοράς. «Όσο περνούσε ο καιρός, τα πράγματα χειροτέρεψαν. Στην αρχή μου έδινε μπουνιές, χαστούκια και κλωτσιές. Μετά άρχισε και η βία στην σεξουαλική πράξη. Έχω σημάδια δίπλα στα φρύδια από τα χτυπήματα με το γκλομπ. Στην πλάτη και το στήθος καψίματα. Με έκαιγε με αναπτήρα και γκαζάκι. Με κεριά. Πάντα του έλεγα ότι δεν θέλω, έκλαιγα απαρηγόρητη αλλά εκείνος ισχυριζόταν ότι είμαι ανήθικη επειδή είχα σχέσεις πριν από εκείνον και ότι έπρεπε να περάσω από δοκιμασίες για να του αποδείξω ότι αξίζω να είμαι μαζί του», λέει η ίδια σύμφωνα με το MEGA.
Σύζυγος αστυνομικού: “Με έδερνε και ζητούσε να παραδεχτώ ότι ήμουν με άλλον”
Η 35χρονη ισχυρίζεται ότι η βίαιη και κακοποιητική συμπεριφορά προερχόταν από την αδικαιολόγητη ζήλια του άντρα της.
«Μου είχε σπάσει το κινητό επειδή είδε ότι συνάδελφοι μου έστελναν μηνύματα αλλά όχι ερωτικά. Γενικά ζήλευε. Με έλεγχε. Έπρεπε όλη μέρα, αν δεν ήταν μαζί μου, να του δίνω αναφορά για το πού είμαι και τι κάνω. Μου κανόνιζε τι θα φοράω και με πρόσβαλε αν είχα κάνει τα νύχια μου ή αν φορούσα μακιγιάζ. Και κάθε φορά μετά τα περιστατικά βίας, φρόντιζε να με καλοπιάνει με δώρα. Μια φορά που είχε καθυστερήσει το μετρό, όταν γύρισα σπίτι άρχισε να με δέρνει και ζητούσε να του παραδεχτώ ότι ήμουν με άλλον. Με βασάνιζε μέχρι να πάρει την απάντηση που ήθελε».
Η σύζυγος του αστυνομικού αναφέρεται και στον ρόλο της πεθεράς της. «Κάποια στιγμή, πριν την πρώτη εγκυμοσύνη μου, είχα πάει μαζί του και με τη μητέρα του στον γυναικολόγο. Ήθελε να ξέρει τα πάντα. Τότε μου έλεγε ότι επειδή είχα και άλλους συντρόφους πριν μου κάνει χάρη που είναι μαζί μου. Ύστερα μάθαμε ότι είμαι έγκυος στον γιο μας. Εκείνος δεν ήθελε να παντρευτεί αλλά μετά από την πίεση της μητέρας του παντρευτήκαμε τελικά, δύο μήνες πριν γεννήσω με πολιτικό γάμο. Σε εκείνην απευθύνθηκα το 2016 όταν βρήκα το θάρρος να μιλήσω για πρώτη φορά, αναφέροντάς της μόνο τη βία σε βάρος μου. Η απάντηση ήταν ότι εγώ του έχω δώσει το δικαίωμα κι αν δε θέλω να μην τα ανέχομαι».
Περαιτέρω η 35χρονη αναφέρθηκε και στη νοσηλεία της στο στρατιωτικό ψυχιατρικό νοσοκομείο. «Τον Ιανουάριο του 2024 κι επειδή δεν άντεχα άλλο αυτή την αρρωστημένη κατάσταση πήγα μόνη μου στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και ζήτησα από μόνη μου να εισαχθώ. Παρέμεινα για ένα μήνα και οι γιατροί διέγνωσαν συναισθηματική διαταραχή συνεπεία της ενδοοικογενειακής βίας που είχα βιώσει. Στους γιατρούς δεν ανέφερα τα υπόλοιπα που συνέβαιναν γιατί ντρεπόμουν και ντρέπομαι άπειρα για όσα με ανάγκαζε ο άντρας μου να κάνω. Τότε ξεκίνησα τα αντικαταθλιπτικά τα οποία σταμάτησα μόλις έμεινα πάλι έγκυος».
Η 35χρονη παραδέχεται ότι γνώριζε τα όσα συνέβαιναν στα παιδιά της, ότι ο άντρας της την ανάγκαζε να συμμετέχει κι ότι ο τρόμος την εμπόδισε στο να βάλει ένα τέλος στον εφιάλτη νωρίτερα.