Τρία νυν και πρώην ανώτατα στελέχη της Volkswagen κατηγορούνται και επίσημα για το έγκλημα της χειραγώγησης της αγοράς αναφορικά με το σκάνδαλο εκπομπών ρύπων.
Πρόκειται για τον διευθύνοντα σύμβουλο της αυτοκινητοβιομηχανίας, Χέρμπερτ Ντις, τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο, Μάρτιν Βίντερκορν, και τον πρόεδρο Χανς Ντίτερ Πετς.
Σύμφωνα με τους Γερμανούς εισαγγελείς, οι κατηγορούμενοι εσκεμμένα δεν ενημέρωσαν τους επενδυτές εγκαίρως για τον οικονομικό αντίκτυπο του σκανδάλου.
Η παραδοχή της εταιρίας το 2015 ότι χρησιμοποίησε παράνομο λογισμικό για να παραποιεί τις δοκιμές για τις εκπομπές ρύπων έχει ήδη πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης. Η απαγγελία κατηγοριών από την εισαγγελία του Μπράουνσβαϊγκ εντάσσεται σε μια ξεχωριστή νομική προσπάθεια να δικαστούν τα διευθυντικά στελέχη που κατηγορούνται ότι καθυστέρησαν να αποκαλύψουν το σκάνδαλο στους επενδυτές.
Ο δικηγόρος του Ντις ανέφερε σε ανακοίνωση ότι ο διευθύνων σύμβουλος δεν θα μπορούσε να έχει προβλέψει τον αντίκτυπο στη χρηματοοικονομική αγορά και ότι θα συνεχίσει απρόσκοπτα στον ρόλο του ως διευθύνοντος συμβούλου.
Ο Βίντερκορν παραιτήθηκε μερικές ημέρες αφού ξέσπασε το σκάνδαλο. Στις αρχές του 2017 δήλωσε σε Γερμανούς βουλευτές ότι δεν είχε ανακαλύψει το σκάνδαλο πριν το παραδεχθεί επίσημα η VW.
Εάν οι επενδυτές γνώριζαν για την παραποίηση, ίσως να είχαν πουλήσει μετοχές νωρίτερα ή να μην είχαν προχωρήσει σε αγορές, όπως υποστηρίζουν οι ενάγοντες.
Την ίδια ώρα, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Daimler καλείται να πληρώσει πρόστιμο ύψους 870 εκατ. ευρώ, επειδή έθεσε σε κυκλοφορία στην αγορά από το 2008 οχήματα που δεν πληρούσαν τα νόμιμα πρότυπα για τις εκπομπές ρύπων, όπως ανακοίνωσε η εισαγγελία στη Στουτγάρδη.
Η εισαγγελία πιστεύει ότι η εταιρία ενέργησε «εξ αμελείας», σύμφωνα με την ανακοίνωση της. Η Daimler από την πλευρά της ανακοίνωσε ότι δεν θα υποβάλει έφεση κατά της απόφασης.