Εζησε εκεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Κι αυτό γιατί σε μεγάλη ηλικία αναγκάστηκε να μετακομίσει στην οδό Περιάνδρου 5, μετά την έξωσή του από την κατοικία επί της οδού Ασκληπιού 3, η οποία έχει πλέον κατεδαφιστεί.Έζησε σε ένα από τα δύο διαμερίσματα του δευτέρου ορόφου με τη σύζυγό του Μαρία και την κόρη τους Ναυσικά, μαζί με άλλους ενοίκους. Εκεί άφησε και την τελευταία του πνοή. Το μισοερειπωμένο κτήριο μέχρι σήμερα λειτουργούσε ως σκουπιδότοπος και δημόσιο ουρητήριο.
Ο λόγος για τον Κωστή Παλαμά και την ιστορική οικία του στην περιοχή της Πλάκας που, όπως ανακοινώνει το υπουργείο Πολιτισμού, αποκαθιστά «στο πλαίσιο της στρατηγικής του για την ανάδειξη κτηρίων ιδιοκτησίας του, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό και ιστορικό ενδιαφέρον με σκοπό να αποτελέσουν νέους πολιτιστικούς πυρήνες, στο κέντρο της Αθήνας».
Ογδόντα χρόνια από τον θάνατο του ποιητή
Φέτος, 80 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή, το σπίτι της οδό Περιάνδρου αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς στις 28 Φεβρουαρίου 1943, η εξόδιος ακολουθία του ποιητή συνδέθηκε με την μεγαλύτερη αντιστασιακή διαδήλωση στην Αθήνα της γερμανικής κατοχής, τονώνοντας το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων.
Το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε το κτήριο ως μνημείο το 1999, ενώ η διαδικασία απαλλοτρίωσής του ξεκίνησε το 2020. Μετά από προσφυγές της τ. ιδιοκτήτριας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, τελικά η απαλλοτρίωση συντελέστηκε τον Μάιο του 2023 και το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία του ΥΠΠΟ. Χάρη στην ευγενική χορηγία του Ιδρύματος «Σύλβιας Ιωάννου», ήδη εκπονείται η μελέτη αποκατάστασης και επανάχρησης του κτηρίου, η οποία αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου, ώστε το έργο να ενταχθεί για χρηματοδότηση στην προγραμματική περίοδο 2021-2027.
Η οικία Παλαμά εντάσσεται σε τριλογία κτηρίων της Πλάκας
Οπως αναφέρει η υπουργός Πολιτισμού σε δήλωσή της, η αποκατάσταση του κτηρίου -διατηρώντας τα στοιχεία της δεκαετίας του 1930- εντάσσεται στην πολιτική για την προστασία και επαναλειτουργία κτηρίων στην Πλάκα, τη γειτονιά που έχει συνδεθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, με τον χαρακτήρα του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Μαζί με την οικία Κωλέττη, το κτήριο επί των οδών Πολυγνώτου και Διοσκούρων, που θα στεγάσει το αρχείο Ελύτη, το κτήριο επί της οδού Διοσκούρων 7, το οποίο προορίζεται να φιλοξενήσει το Μουσείο Καρόλου Κουν, και την «οικία Κοκοβίκου» επί της Τριπόδων, δημιουργούν ένα πυρήνα κτηριακών υποδομών για πολιτιστικές χρήσεις, αναδεικνύοντας τις διαφορετικές εκφάνσεις και εποχές της ιστορίας της πόλης.
Η τεχνοτροπία και η κάκιστη κατάσταση του κτηρίου που χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα
Πρόκειται για διώροφο συγκρότημα κατοικιών, χωρίς υπόγειο, με κοινόχρηστη είσοδο και αυλή που παραπέμπει στην τυπολογία της λαϊκής αθηναϊκής οικίας. Οι φέροντες τοίχοι είναι λιθόκτιστοι, ενώ οι εσωτερικοί τοίχοι από πλινθοδομές με συμπαγή, κυρίως, τούβλα και μπαγδατί. Η στέγη είναι ξύλινη με οροφή από μπαγδατόπηχες και κονίαμα. Η αρχική φάση του κτηρίου φαίνεται να χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα. Μεταγενέστρες επεμβάσεις είναι εμφανείς στις λιθοδομές, καθώς και στην κύρια όψη, με κονιάματα αρτιφισιέλ. Η κατάσταση του κτηρίου είναι κακή, καθώς για χρόνια εισέδυαν νερά, κυρίως, από τη στέγη.